Η μείωση των διεθνών αφίξεων στο Αεροδρόμιο Καλαμάτας κατά 30% τον Ιούλιο δεν είναι καμπανάκι αλλά καμπάνα ανησυχίας για την πορεία του τουρισμού στην περιοχή όχι μόνο για φέτος αλλά και για τα επόμενα χρόνια. Τη συγκεκριμένη μείωση ο καθένας την αποδίδει και σε διαφορετικό αίτιο ανάλογα και με την οπτική του, επιχειρηματική ή μικροπολιτική. Το σίγουρο είναι ότι για να συμβεί αυτό έχουν συνηγορήσει πολλοί λόγοι, που αθροιστικά δίνουν αυτό το ιδιαίτερα αρνητικό αποτέλεσμα.
Με 30% μείωση την περίοδο αιχμής μπορούμε να μιλάμε για χαμένη χρονιά για τους επαγγελματίες του κλάδου. Τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου δείχνουν βέβαια σημαντική αύξηση του τζίρου σε εστίαση και καταλύματα, η οποία προφανώς οφείλεται στην άνοδο των τιμών. Ενδεχομένως εκεί θα πρέπει να αναζητηθεί και η μείωση των επισκεπτών. Οι τιμές είναι ένα από τα βασικότερα στοιχεία που καθορίζουν τις επιλογές των τουριστών. Η αναπροσαρμογή τιμών σε πιο προσιτά επίπεδα, περιορίζοντας τα περιθώρια κέρδους, πιθανώς να σώσουν την παρτίδα Αύγουστο και Σεπτέμβριο. Αν κυριαρχήσει η λογική να βγουν όλα τα σπασμένα τον Αύγουστο θα υπονομευθεί και η επόμενη χρονιά.
Η επιστροφή στον εσωτερικό τουρισμό των 15 ημερών δεν είναι απλώς οπισθοδρόμηση αλλά καταστροφή. Η περιοχή για να διατηρηθεί δημογραφικά χρειάζεται τον τουρισμό και είναι πραγματικά παράδοξο ότι δεν μπορεί να στηρίξει ούτε αυτές τις λίγες αφίξεις -συγκριτικά με άλλες περιοχές- που είχε κατακτήσει τα προηγούμενα χρόνια. Είναι προφανές ότι κάτι γίνεται πολύ λάθος. Χρειάζεται νέα προσέγγιση με χάραξη στρατηγικής για τα επόμενα χρόνια. Η αναβάθμιση του αεροδρομίου και η προσέγγιση πτήσεων μέσα από κίνητρα είναι σίγουρα βασικά βήματα, από μόνα τους όμως δεν αρκούν. Οι πελάτες θα πρέπει να φεύγουν με θετικές εμπειρίες και δυνατές συγκινήσεις, αν θεωρούν ότι τους εκμεταλλεύτηκαν δεν θα επιστρέψουν ποτέ προτρέποντας και άλλους να κάνουν το ίδιο. Για να μην έχουμε νέες χαμένες χρονιές χρειάζεται αναθεώρηση πρακτικών και γενικότερο επαναπροσδιορισμό της σχέσης όλων με το τουριστικό προϊόν της περιοχής.