«Χρώματα, αρώματα λουλουδιών, έρωτες, κελαηδίσματα, φτερουγίσματα πουλιών, το πέταγμα των πεταλούδων, το κρυφτούλι των σαυρών, των χερσοχελωνών και των άλλων ερπετών -τόπος μαγικός και ονειρικός. Θα μπορούσαμε να μιλάμε πολλές ώρες για τις εντυπώσεις μας και την ομορφιά του χώρου», δηλώνουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι συγγραφείς του βιβλίου «Στα μονοπάτια της Ακρόπολης» που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κέδρος. Ο Γρηγόρης Τσούνης, βιολόγος, ορνιθολόγος, συγγραφέας και ο γιος του Λάμπρος Τσούνης, περιβαλλοντολόγος-ωκεανολόγος, υποψήφιος διδάκτορας στο Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Πατρών, μελετούν εδώ και χρόνια τον χώρο της Ακρόπολης -οι ίδιοι επανεντόπισαν το 2006, μετά από έναν αιώνα που είχε εξαφανιστεί, τη Micromeria acropolitana, η οποία φύεται μόνον στον Ιερό Βράχο.
«Τον χώρο της Ακρόπολης αλλά και τους γύρω λόφους, τους μελετάμε εδώ και πολλά χρόνια. Το 1989 εγκατασταθήκαμε στην περιοχή της Ακρόπολης. Επισκεπτόμασταν τακτικά τους χώρους και κάναμε τις παρατηρήσεις μας. Βλέπαμε τα πουλιά, αλλά ταυτόχρονα σαν περίεργοι φυσιοδίφες, τα φυτά, τα ερπετά, τα θηλαστικά, καθώς και τον μαγικό κόσμο των εντόμων. Σχολαστικά, μαζί με τον Λάμπρο, αρχίσαμε να τον μελετάμε από το 2002. Εκείνη την εποχή άρχισα να γράφω το βιβλίο μου "Γύρω από την Ακρόπολη". Πολλές οι εντυπώσεις μας και οι μαγικές εικόνες. Μας γοητεύει η ομορφιά και η βιοποικιλότητα του αρχαιολογικού χώρου και των γύρω λόφων. Μοναδική στιγμή για μας ήταν όταν βρήκαμε στο διάβα μας τη Μικρομέρια της Ακρόπολης», αναφέρει ο Γρηγόρης Τσούνης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το φυσικό περιβάλλον του Ιερού Βράχου που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τα μεγάλα οικοσυστήματα της Ελλάδας, όπως οι εθνικοί δρυμοί, τα εθνικά πάρκα, οι υγρότοποι και οι περιοχές Natura 2000.
«Η αλήθεια είναι ότι στο φυσικό περιβάλλον του χώρου δεν έχουν γίνει ιδιαίτερες αλλαγές τα τελευταία χρόνια. Η ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων, με την κατασκευή των μεγάλων πεζόδρομων της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και της Αποστόλου Παύλου, έδωσαν νέα δυναμική στο οικοσύστημα της περιοχής», προσθέτει ο Γρ. Τσούνης. Όσο για τα φυτά που συναντούσαν οι κάτοικοι της αρχαιότητας μας εξηγεί: «Η αυτοφυής χλωρίδα της Ακρόπολης παραμένει ίδια. Τους τελευταίους, όμως, αιώνες έχουν φυτευτεί ή "βρεθεί" στον χώρο και διάφορα αλλόχθονα είδη. Η βλάστηση ήταν τυπική μεσογειακή και κυριαρχούσαν δέντρα όπως η ελιά, η συκιά, και τα πλατάνια κοντά στο νερό. Στη χαμηλή βλάστηση, κυριαρχούσαν το θυμάρι, οι ασφάκες, οι κάππαρες, τα αλουμινάκια κ.ά.».
Το βιβλίο είναι ένας "θησαυρός" πληροφοριών για την πανίδα και χλωρίδα του αρχαιολογικού χώρου και των γύρω λόφων, όπου έχουν παρατηρηθεί πάνω από 80 είδη πουλιών, 10 είδη ερπετών και περισσότερα από 300 είδη φυτών για τα οποία συχνά γνωρίζουμε ελάχιστα. Όπως ότι στα βράχια της Ακρόπολης φωλιάζουν σπάνια βραχοκιρκίνεζα, καθώς κι άλλα αρπακτικά που εμφανίζονται τώρα τον χειμώνα (π.χ. ποντικοβαρβακίνες, ξεφτέρια και πετρίτες), ενώ την άνοιξη μπορεί κανείς να συναντήσει τσαλαπετεινούς (περίπου 10 ζευγάρια βρίσκουν κάθε χρόνο καταφύγιο στον χώρο της Ακρόπολης) ή να ακούσει το μαγευτικό κελάηδημα αηδονιών τις πρώτες μέρες των αποδημιών. Η περιοχή, που είναι πλούσια και σε ασπόνδυλα (έντομα και πεταλούδες), περιλαμβάνει επίσης χερσοχελώνες και πρασινόσαυρες, πολύ σπανιότερα φίδια (π.χ. δενδρογαλιά), ενώ στο παρελθόν παρατηρήθηκαν σκαντζόχοιροι ακόμα και αλεπού. Είναι άραγε δυνατή η επιβίωση τέτοιων ειδών στον Ιερό Βράχο που σε περιόδους αιχμής (άνοιξη και καλοκαίρι) δέχεται χιλιάδες επισκέπτες την ημέρα; «Ναι, είναι δυνατή η επιβίωση των ειδών. Φτάνει να υπάρξουν προγράμματα προστασίας και ενημέρωσης. Να δημιουργηθούν νησίδες άγριας ζωής, όπως υπάρχουν στην Αρχαία Αγορά, και την άνοιξη να μην αποψιλώνεται όλος ο αρχαιολογικός χώρος. Επίσης, πρέπει να δημιουργηθούν μικρές "λιμνούλες", για να μπορούν τα ζώα και τα πουλιά να ξεδιψούν την περίοδο του σκληρού καλοκαιριού», απαντούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι συγγραφείς του βιβλίου.
Μικρομέρια Ακρόπολης
Η Ακρόπολη και οι γύρω λόφοι αποτελούν έναν μεγάλο "βοτανικό κήπο" με περισσότερα από 300 είδη φυτών, από τα οποία τα 9 είναι ενδημικά: το στενότοπο ενδημικό η Μικρομέρια της Ακρόπολης και άλλα 8 ενδημικά του ελλαδικού χώρου. «Με τον όρο "ενδημισμός" προσδιορίζουμε ότι ένας αριθμός ειδών φυτών ή ζώων ζει αποκλειστικά σε περιορισμένες περιοχές και πουθενά αλλού στο κόσμο. Τα ενδημικά φυτά μπορούν εύκολα να εξαφανιστούν από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, αλλά και από την εισαγωγή ξενικών ειδών στις περιοχές τους. Έχουν πολύ μεγάλη αξία γιατί αποτελούν τα πιο σημαντικά χλωριδικά στοιχεία σε μια περιοχή. Επίσης, η ύπαρξή τους υποδηλώνει την καλή κατάσταση των οικοσυστημάτων», εξηγούν ο Γρ. και ο Λ. Τσούνης.
Η Μικρομέρια της Ακρόπολης είναι ένα από τα πιο σπάνια φυτά του κόσμου. Ανήκει στα στενότοπα ενδημικά φυτά, δηλαδή σε αυτά που έχουν μικρή επιφάνεια εξάπλωσης και είναι ικανά να επιδέχονται πολύ μικρές περιβαλλοντικές αλλαγές στον χώρο τους, γεγονός που τα κάνει ιδιαίτερα ευάλωτα. «Το ότι η Μικρομέρια της Ακρόπολης φυτρώνει στους βράχους, αλλά και πάνω στα αρχαιολογικά μνημεία, δημιουργεί προβλήματα στον πληθυσμό της. Τα αρχαιολογικά μνημεία καθαρίζονται τακτικά και με την εκρίζωση χάνεται ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των φυτών κάθε χρόνο. Γι' αυτό πιστεύουμε ότι ήρθε η ώρα να διαχειριστούμε αυτή την κατάσταση. Το φυτό κινδυνεύει επίσης από την έντονη τουριστική δραστηριότητα, τα χορτοκοπτικά μηχανήματα, από τη χρήση ζιζανιοκτόνων κατά τη διάρκεια της άνοιξης, αλλά και από τους συλλέκτες. Πιστεύουμε ότι η δημιουργία ενός βραχόκηπου από Μικρομέριες θα έδινε την ευκαιρία στους επισκέπτες του αρχαιολογικού χώρου να τη γνωρίσουν από κοντά, χωρίς να διαταράσσεται ο φυσικός πληθυσμός του είδους. Για τη διατήρηση του φυτού έχουν συλλεχθεί σπόροι και φυλάσσονται στην Τράπεζα Σπερμάτων του Ινστιτούτου Βιολογίας, του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης», πληροφορούν οι συνομιλητές του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Μνημείο φυσικής κληρονομιάς
Ο "βοτανικός κήπος" του Ιερού Βράχου, όμως, κρύβει κι άλλες εκπλήξεις, όπως ο εντοπισμός ενός φυτού που περιμένει την πανσέληνο του Ιουλίου για να ανθίσει. Η Εφέδρα (Ephedra foemina), που φύεται στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, είναι το μοναδικό φυτό που έχει αυτή την "ιδιότυπη" συμπεριφορά στην επικονίασή του, δηλαδή να περιμένει μια συγκεκριμένη πανσέληνο τον χρόνο για να ενεργοποιήσει τους επικονιαστές του, κάτι που διαπιστώθηκε μόλις πριν λίγα χρόνια από δυο ερευνήτριες του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης. «Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε τα πάντα για τον μαγικό κόσμο των φυτών και των ζώων. Δεν γνωρίζουμε ακόμη όλα τα ζώα και τα φυτά που ζουν στον πλανήτη μας. Συνέχεια οι επιστήμονες ανακαλύπτουν νέα είδη φυτών και ζώων», παρατηρούν οι Γρ. και Λ. Τσούνης ως προς τις γνώσεις μας για τα είδη που συνεχώς εμπλουτίζονται.
Όσο για το τι πιστεύουν ότι θα βοηθούσε στη διατήρηση, αλλά και στην αύξηση της βιοποικιλότητας της Ακρόπολης και των γύρω λόφων, επισημαίνουν: «Από το 2009 προτείναμε τη δημιουργία του βραχόκηπου της Μικρομέριας, το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ακροπόλεως, τη δημιουργία βοτανικών κήπων με τα φυτά του μύθου, τα οικολογικά μονοπάτια-διαδρομές, ενώ τοποθετήσαμε έναν μεγάλο αριθμό από τεχνητές φωλιές και ταΐστρες για τα πουλιά. Πρέπει επίσης να μπουν περισσότερες ενημερωτικές πινακίδες για τη χλωρίδα και την πανίδα των αρχαιολογικών χώρων. Επίσης πιστεύουμε ότι ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης, αλλά και η γύρω περιοχή, πρέπει να κηρυχθεί μνημείο φυσικής κληρονομιάς», τονίζουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι δυο ερευνητές, το έργο των οποίων δεν σταματά στην Ακρόπολη. «Εδώ και καιρό έχουμε αρχίσει να μελετάμε την αστική χλωρίδα και πανίδα της Αθήνας. Σύντομα θα υπάρξουν ολοκληρωμένα αποτελέσματα γι' αυτήν την προσπάθεια. Σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες υπάρχουν στοιχεία για την πανίδα, χλωρίδα και βλάστηση», σημειώνουν, υπογραμμίζοντας μια ακόμα ενδιαφέρουσα παράμετρο, αυτή της μετακίνησης των ζώων στο αστικό περιβάλλον, η οποία, όπως εξηγούν, αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια. «Το αστικό περιβάλλον παρέχει πολλά πλεονεκτήματα. Οι πόλεις το χειμώνα είναι πιο ζεστές. Την άνοιξη βρίσκουν χώρους για να φωλιάσουν τα πουλιά σε κτίρια, πάρκα και κήπους. Υπάρχουν μεγάλες ποσότητες τροφής και δεν κινδυνεύουν από τα αρπακτικά των οικοτόπων τους αλλά και το κυνήγι», καταλήγουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Στα μονοπάτια της Ακρόπολης».
ΑΠΕ