Τετάρτη, 15 Μαρτίου 2023 17:10

Μαρία Πολυδούρη: Για να τιμήσουμε την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης στις 21 Μαρτίου

 

Πέθανε πολύ νέα, αλλά πρόλαβε να αφήσει ένα αξιόλογο ποιητικό έργο. Η σχέση της με τον Κ. Γ. Καρυωτάκη και κυρίως ο τραγικός του θάνατος της ενέπνευσαν μια σειρά από ερωτικά ποιήματα.

 

Ήταν κόρη του εξαίρετου φιλολόγου Ευγένιου Πολυδούρη, από τη Μικρομάνη, και της Κυριακής Μαρκάτου, μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές στην Καλαμάτα, ενώ είχε φοιτήσει σε σχολεία του Γυθείου και των Φιλιατρών, αλλά και στο Αρσάκειο της Αθήνας για δύο χρόνια.

Έργο
Η Μαρία Πολυδούρη ανήκει στη γενιά του 1920, που καλλιέργησε το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής. Ο έρωτας και ο θάνατος είναι οι δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η ποίησή της. Είναι μεστή από πηγαίο λυρισμό που ξεσπά σε βαθιά θλίψη και κάποτε σε σπαραγμό, με εμφανείς επιδράσεις από τον έρωτα της ζωής της, Κώστα Καρυωτάκη, αλλά και τα μανιάτικα μοιρολόγια. Οι συναισθηματικές και συγκινησιακές εξάρσεις της Πολυδούρη καλύπτουν συχνά κάποιες τεχνικές αδυναμίες και στιχουργικές ευκολίες του έργου της. Ο Κώστας Στεργιόπουλος έχει πει για την Πολυδούρη[1]:

Η Μαρία Πολυδούρη έγραφε τα ποιήματά της όπως και το ατομικό της ημερολόγιο. Η μεταστοιχείωση γινόταν αυτόματα και πηγαία [...] Γι' αυτήν η έκφραση εσήμαινε κατ' ευθείαν μεταγραφή των γεγονότων του εσωτερικού της κόσμου στην ποιητική γλώσσα με όλες τις γενικεύσεις και τις υπερβολές που της υπαγόρευε η ρομαντική της φύση.

Το 1928 κυκλοφορεί την πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Οι τρίλλιες που σβήνουν» και το 1929 τη δεύτερη, με τίτλο «Ηχώ στο Χάος».

Το πρώτο άρθρο για την Μαρία Πολυδούρη που βασίζεται στο αρχείο της και το ημερολόγιό της ανήκει στη Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη και είναι δημοσιευμένο στην Ελληνική Δημιουργία 7(1954), σ. 617-624. Τα Άπαντα της Μαρίας Πολυδούρη κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά την δεκαετία του 1960 από τις Εκδόσεις Εστία, με επιμέλεια της Λιλής Ζωγράφου.[2] Έκτοτε επανακυκλοφόρησαν από διάφορους εκδοτικούς οίκους. Ο συγγραφέας και ποιητής Κωστής Γκιμοσούλης έχει γράψει μία μυθιστορηματική βιογραφία της με τον τίτλο Βρέχει φως.[3] Ποιήματά της έχουν μελοποιήσει Έλληνες συνθέτες, κλασικοί, έντεχνοι και ροκ — ανάμεσά τους οι Μενέλαος Παλλάντιος (Το ποίημα: "Στον τραγουδιστή", παρόλο που στον 45 στροφών δίσκο γράφει ποίηση Μαρία Π. Πολυδούρη (και ενώ το πατρώνυμο ήταν Ευγένιος), ανήκει στην Μαρίκα Πίπιζα Μαντζούνη. Έχει δημοσιευθεί στο ετήσιο ημερολόγιο "Ποικίλη Στοά" για το έτος 1912. kosmopolis.lis.upatras.gr/index.php/poikili_stoa/article/viewFile/92067/90939. (Δεν υπάρχουν πληροφορίες για άλλη μελοποιήση από τον Μενέλαο Παλλάντιο), Κωστής Κριτσωτάκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Γιάννης Σπανός, Νότης Μαυρουδής, Γιώργος Αρκομάνης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Ανδρέας Α. Αρτέμης, Μιχάλης Κουμπιός, Στέλιος Μποτωνάκης και τα συγκρότηματα «Πληνθέτες» και «Ηλιοδρόμιο» καθώς και ο μουσουργός Νίκος Φυλακτός σε έργα με φωνή και πιάνο[4]. Σε αυτούς να προσθέσουμε τον Θάνο Ανεστόπουλο, τραγουδιστή του συγκροτήματος "Διάφανα Κρίνα" που μελοποίησε τα ποιήματα "Κοντά σου" και "Σαν πεθάνω".

Μαρία Πολυδούρη (Καλαμάτα, 1 Απριλίου 1902 - Αθήνα, 29 Απριλίου 1930). Ελληνίδα ποιήτρια της νεορομαντικής σχολής.

 

Μόνο γιατί μ' αγάπησες

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι' αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα*,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν.

Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.

Γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες
και μου άπλωσες τα χέρια
κι είχες μέσα στα μάτια σου το θάμπωμα
– μια αγάπη πλέρια,
γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε
γι' αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ' ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά* μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα,
γι' αυτό η ζωή μού εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη*.
Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες*,
κι έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες.

Μ. Πολυδούρη, Άπαντα, Αστέρι

 

Πληροφορίες από wikipedia