Προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια έχει κάνει ο δικηγόρος που κέρδισε το ανατολικό οικόπεδο - "φιλέτο" στη μαρίνα της Καλαμάτας, ζητώντας να αποχαρακτηριστεί το ακίνητο από κοινωφελής χώρος και να χαρακτηριστεί οικοδομήσιμος. Η δίκη αυτή έχει οριστεί να γίνει στις 25 Απριλίου και ο δικηγόρος στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου αλλά και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Μεσσηνίας (σ.σ. και νυν της διάδοχης Περιφέρειας Πελοποννήσου). Στη δίκη αυτή θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον η στάση που θα τηρήσει το Ελληνικό Δημόσιο.
Στην προηγούμενη δίκη, κατά την οποία κρίθηκε η ιδιοκτησία των οικοπέδων, το Ελληνικό Δημόσιο υποστήριξε ότι τα οικόπεδα παραμένουν στην κυριότητά του επειδή η μετεγγραφή τους είναι άκυρη. Συγκεκριμένα θεωρεί ότι «το πωλητήριο - παραχωρητήριο συντεταγμένο από το υπουργείο Οικονομικών είναι ενιαίο και δισέλιδο» (φωτογραφία 1), ενώ «στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Καλαμάτας μετεγράφη στον τόμο 174 και με αύξοντα αριθμό 116, αντίγραφο μόνο τμήματος της πρώτης σελίδας του ενιαίου δισέλιδου πωλητηρίου παραχωρητηρίου υπ' αριθμόν 40225/04.02.1955».
Σημειώνεται ότι το ανατολικό οικόπεδο είναι χαρακτηρισμένο στο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο ως κοινωφελής χώρος λιμεναρχείου και το το δυτικό ως κοινόχρηστος χώρος πρασίνου. Ο δικηγόρος, με προσφυγή που είχε καταθέσει πριν εκδοθεί η απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας για την κυριότητα των δυο ακινήτων, ζητά να χαρακτηριστούν και τα δυο οικόπεδα οικοδομήσιμα.
ΤΑ ΔΥΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ
Οπως είχαμε δημοσιεύσει και σε παλαιότερο ρεπορτάζ της "Ε":
Η υπόθεση ξεκινά το 1980. Συγκεκριμένα, στο ξενοδοχείο "Ελίτ" στην Κοινότητα Βέργας, στις 18 Ιουλίου 1980 και με διαφορά μίας ώρας, συντάχθηκαν δύο συμβολαιογραφικά έγγραφα. Με το πρώτο συμβόλαιο έγινε αποδοχή κληρονομιάς ενός οικοπέδου και δύο αγροτεμαχίων που βρίσκονται στη Δυτική Παραλία της Καλαμάτας: Το πρώτο ακίνητο βρίσκεται βόρεια της οδού Σαλαμίνος, εντός σχεδίου πόλης, και τα δύο αγροτεμάχια νότια της οδού αυτής και εκτός σχεδίου. Στο συμβόλαιο αυτό έχει προσαρτηθεί τοπογραφικό διάγραμμα πολιτικού μηχανικού Καλαμάτας, το οποίο έχει βεβαιωθεί και υπογραφεί από τους αποδεχθέντες την κληρονομιά και το συμβολαιογράφο. Σ’ αυτό το τοπογραφικό διάγραμμα εικονίζονται το οικόπεδο και τα αγροτεμάχια τα οποία αποδέχθηκαν οι κληρονόμοι.
Με το δεύτερο συμβόλαιο έγινε η μεταβίβαση των δύο αγροτεμαχίων σε συμπολίτη μας.
Το πρώτο αγροτεμάχιο εικονίζεται στο τοπογραφικό διάγραμμα ανατολικά της οδού Χρυσοστόμου Σμύρνης και έχει εμβαδόν 2.223 τ.μ.(39μ. Χ 57μ.). Το δεύτερο αγροτεμάχιο εικονίζεται στο τοπογραφικό διάγραμμα δυτικά της οδού Χρυσοστόμου Σμύρνης και έχει εμβαδόν 1.365 τ.μ. (39μ. Χ 34,50μ.). Δυτικά αυτού του αγροτεμαχίου εικονίζεται η ιδιοκτησία Κωνσταντίνου Λιναρδάκη.
Στο τοπογραφικό διάγραμμα εικονίζεται ανάμεσα στα δύο αγροτεμάχια η οδός Χρυσοστόμου Σμύρνης. Τα αγροτεμάχια αυτά απέχουν μεταξύ τους 20 μέτρα, όσο είναι το εύρος της οδού Χρυσοστόμου Σμύρνης, και οι πλευρές των ακινήτων ανατολικά και δυτικά αυτής της οδού έχουν μήκος 39 μέτρα.
Επίσης, τα αγροτεμάχια αυτά περιγράφονται και στα δύο συμβόλαια με τα στοιχεία του τοπογραφικού διαγράμματος της 18ης Αυγούστου 1979 και αυτά χαρακτηρίζονται ως νεότερες καταμετρήσεις.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΔΥΤΙΚΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ
Στην απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας αναφέρονται τα εξής για το δυτικό οικόπεδο:
«Ο ενάγων* συνομολογεί ότι τα δύο ακίνητα έχουν έκταση και πλευρικές διαστάσεις τις αναφερόμενες στο από του έτους 1954 σχεδιάγραμμα και ότι μεταξύ τους παρεμβάλλεται η διανοιγείσα οδός Χρυσοστόμου Σμύρνης, αντίθετα με την αγωγή όπου ισχυρίσθηκε ότι είναι συνεχόμενα μεταξύ τους. Στο τοπογραφικό του Αντωνίου Μάγγανα, όπως αναφέρθηκε, εμφανίζονται γειτονικά τα δύο ακίνητα και διαχωριζόμενα μόνο από την οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική, διότι από το σχεδιάγραμμα του 1954 αποδεικνύεται σαφώς ότι το δυτικό ακίνητο βρίσκεται δυτικότερα από τη θέση στην οποία τοποθετεί αυτό ο ενάγων με την αγωγή, διότι δεν έχει ως ανατολικό όριο την οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης και δυτικό όριο την ιδιοκτησία Κωνσταντίνου Λιναρδάκη, αλλά έχει ως δυτικό όριο την οδό Καμβύση και ως ανατολικό όριο το ακίνητο που εμφανίζεται στο Κτηματολόγιο ως χώρος πρασίνου υπό ΚΑΕΚ 360882206002.
Δηλαδή, από το αποδεικτικό υλικό προκύπτει ότι η τοποθέτηση των ακινήτων που απαραδέκτως έγινε με την κλήση για περαιτέρω συζήτηση, είναι, τελικώς, αντίστοιχη με το σχεδιάγραμμα του έτους 1954. Εκτός από τη δικαστική πραγματογνωμοσύνη και την τεχνική έκθεση του τοπογράφου - μηχανικού Γεωργίου Βλάχου και το από 20-12-1994 τοπογραφικό διάγραμμα του τελευταίου, από το ίδιο το σχεδιάγραμμα του έτους 1954 προκύπτει ότι τα ακίνητα δεν γειτνιάζουν, αλλ' απλώς έχουν σχεδιασθεί συνεπτυγμένα σε μία σελίδα, στην οποία τα δύο διαφορετικά και ανεξάρτητα μεταξύ τους σχέδια χωρίζονται από δύο πρόχειρες κάθετες γραμμές. Εσφαλαν συνεπώς οι κληρονόμοι Δημητρίου Λεονταρίτη, όταν αποδέχθηκαν ως κληρονομιαίο το ακίνητο που έχει ανατολικό πρόσωπο στην οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης και πέραν αυτής γειτονεύει με το ανατολικό επίδικο ακίνητο, διότι τέτοιο ακίνητο δεν μεταβιβάσθηκε από το Δημόσιο με το πωλητήριο του 1955 και το Δημόσιο δεν απώλεσε την κυριότητα, τη νομή ή την κατοχή του με νόμιμο τρόπο.
Περαιτέρω, σύμφωνα με την ισχύουσα στο εμπράγματο δίκαιο αρχή «ουδείς μετάγει πλέον ού έχει δικαιώματος», οι πωλητές του υπ' αριθμ. 9510/1980 συμβολαίου δεν είχαν τη δυνατότητα να μεταβιβάσουν στον αγοραστή και ήδη ενάγοντα περισσότερη έκταση ή άλλο ακίνητο από ό,τι εκείνοι και οι δικαιοπάροχοί τους είχαν αποκτήσει από το Ελληνικό Δημόσιο με νόμιμο τρόπο.
Το υπ' αριθμ. ΚΑΕΚ 360882206002 επίδικο ακίνητο, στα δυτικά της οδού Χρυσοστόμου Σμύρνης, αποτελεί, σύμφωνα με το από 18-3-1930 διάγραμμα, δημόσια έκταση ανεπίδεκτη χρησικτησίας εντός της χρονικής περιόδου που ενδιαφέρει, και συνεπώς δεν είναι νομικώς δυνατή η κτήση της κυριότητας επ' αυτού με έκτακτη χρησικτησία μεταξύ των ετών 1955 και 1986, από τον ενάγοντα ή τους δικαιοπαρόχους του, οι δε πράξεις νομής που τυχόν ασκήθηκαν (καλλιέργεια πατάτας, φασολιών, φιστικιών, χρήση φρέατος, περίφραξη, περιποίηση καλαμώνος, περίφραξη, προστασία ορίων και επίβλεψη) δεν ασκούν οιαδήποτε νομική επιρροή.
Αντιθέτως, το δυτικό ακίνητο με δυτικό όριο στην οδό Καμβύση, που πράγματι πωλήθηκε από το Δημόσιο στους κληρονόμους Δημητρίου Λεονταρίτη κατά το έτος 1955, είναι δεκτικό χρησικτησίας (υπό τους περιορισμούς των διατάξεων περί αιγιαλού, παλαιού αιγιαλού και ζώνης παραλίας). Ομως, τα επ' αυτού εμπράγματα δικαιώματα, η εν τω μεταξύ απόκτηση ή απώλεια των οποίων συνέχεται αναγκαστικά με τις ασκηθείσες μεταξύ των ετών 1955 και 2009 (χρόνος άσκησης κύριων παρεμβάσεων) πράξεις νομής, δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της παρούσας δίκης, διότι η επιχειρηθείσα με το δικόγραφο της κλήσης μεταβολή του αιτήματος της εκκρεμούς αγωγής απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, οι δε κύριες παρεμβάσεις δεν εξετάζονται ελλείψει αντικειμένου, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω.
Από τα παραπάνω προκύπτει, συνοπτικά, ότι, ως προς το υπ' αριθμ. 2 ακίνητο της αγωγής (αρ. έκθ. κατ. 136/1987), όπως σ' αυτήν περιγράφεται, δεν απέκτησε δικαίωμα κυριότητας ο ενάγων και επομένως η αγωγή του πρέπει, ως προς το ακίνητο αυτό, να απορριφθεί ως αβάσιμη, διότι λείπει το στοιχείο της κυριότητας, επί της οποίας στήριξε την αγωγή και για τις δύο βάσεις της. Ο ισχυρισμός του ενάγοντος (προτάσεις επί της αγωγής), ότι κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 173 και 200 Α.Κ. και σύμφωνα με την αληθινή βούληση των πωλητών (κληρονόμων Λεονταρίτη), η προς αυτόν πώληση συντελέσθηκε εγκύρως και για το ακίνητο που συνορεύει στα δυτικά με την οδό Καμβύση και αναφέρεται στο πωλητήριο του 1955, και όχι για το ακίνητο που ανατολικώς συνορεύει με την οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης, δεν ευσταθεί, διότι σαφώς και χωρίς να καταλείπεται περιθώριο ερμηνείας οι αποδοχές κληρονομιάς και η αμέσως επακολουθήσασα πώληση του έτους 1980 αναφέρθηκαν σε συνεχόμενα ακίνητα και σε παράδοση της νομής τους, επομένως, ούτε με τέτοια νομική θεμελίωση είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι ο ενάγων απέκτησε κυριότητα στο δυτικό ακίνητο που συνορεύει ανατολικώς με την οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης. Αντιθέτως, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων είναι εξ αγοράς αποκλειστικός κύριος του ανατολικού ακινήτου, αληθούς εμβαδού κατά τον τίτλο κτήσης των δικαιοπαρόχων του 1.680,00 τετραγωνικών μέτρων, το οποίο κατά την κτηματογράφηση έλαβε τον ΚΑΕΚ 360882207001, όπως αποτυπώνεται υπό στοιχεία 9.10-11-15-9 στο από 24-9-2010 τοπογραφικό διάγραμμα (Σχέδιο 1), που συνέταξαν οι πραγματογνώμονες και στα στοιχεία του θα γίνει εφεξής αναφορά στην παρούσα απόφασης».
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΩΗΝ ΔΗΜΑΡΧΟ ΣΤΑΥΡΟ ΜΠΕΝΟ
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Καλαμάτας απέρριψε την αγωγή του δικηγόρου με την οποία ζητούσε αποζημίωση από τον πρώην δήμαρχο Καλαμάτας Σταύρο Μπένο και τον εργολάβο της μαρίνας Παναγιώτη Τσονάκα. Με την αγωγή του ζητούσε να αποζημιωθεί με το ποσό των 71.760.000 δρχ. ισχυριζόμενος ότι τα δύο ακίνητά του κατακλύστηκαν από τη θάλασσα, τον Απρίλιο του 1986, από υπαιτιότητα των εναγόμενων κατά την εκτέλεση των εργασιών κατασκευής της μαρίνας.
Στη σχετική απόφαση του δικαστηρίου αναφέρεται:
«Με την από 23-4-1985 προγραμματική σύμβαση που συνήφθη μεταξύ αφ' ενός του Ελληνικού Δημοσίου, του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), του Δήμου Καλαμάτας νομίμως εκπροσωπουμένου υπό του εναγομένου Σταύρου-Ιωάννη Μπένου, ο οποίος άσκησε τα καθήκοντα του δημάρχου από το 1979 μέχρι τον Απρίλιο 1990, και του Λιμενικού Ταμείου Καλαμάτας, για να αντιμετωπισθεί η διάβρωση της ακτογραμμής στη Δυτική Παραλία προς ικανοποίηση σχετικού παγίου αιτήματος των κατοίκων και για να προωθηθεί η οικονομική ανάπτυξη της πόλης και η αναβάθμιση της έως τότε υπανάπτυκτης Δυτικής Παραλίας, προγραμματίσθηκε η κατασκευή λιμένος σκαφών αναψυχής (μαρίνας), με μέριμνα του δήμου κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 παρ. 4 του Ν. 1416/19.84,στην παράλια περιοχή όπου βρίσκεται το επίδικο ακίνητο, καθώς και η εκεί μεταφορά της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης και η διαμόρφωση του χώρου.
Μετά τη διενέργεια μειοδοτικού διαγωνισμού, η εκτέλεση των έργων ανατέθηκε στον εργολήπτη δημοσίων έργων Παναγιώτη Τσονάκα (τρίτο εναγόμενο) και υπογράφηκε σχετικώς το υπ' αριθμ. πρωτ. Δήμου Καλαμάτας 6.353/9-8-1985 συμφωνητικό. Με αυτό ανατέθηκε στον ανωτέρω εργολήπτη γενικώς η εκτέλεση των εργασιών κατασκευής μαρίνας και όχι, όπως αβασίμως αυτός ισχυρίζεται, μόνο των υδραυλικών έργων εντός της θάλασσας.
Ο αιγιαλός σύμφωνα με το άρθρο 1 του Α.Ν. 2344/1940 περί αιγιαλού και παραλίας, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 53 του Εισ. ΝΑΚ. και διέπει ακόμη τις εκκρεμείς υποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 2 του Ν. 2971/2011 (βλ. σχετικώς την με την ΑΠ 1334/2010 στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), δηλαδή "η περιστοιχούσα την θάλασσαν χερσαία ζώνη, η βρεχομένη από τας μεγίστας πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων", κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ των ετών 1955 και του χρόνου άσκησης της αγωγής, μετατοπίσθηκε βορειότερα, εντός της χερσαίας ζώνης, λόγω της προϊούσας διάβρωσης της ακτογραμμής, οφειλομένης είτε σε φυσικά αίτια (μείωση προσχώσεων χειμάρρου Νέδοντος) είτε σε ανθρώπινη επενέργεια (παράνομες αμμοληψίες, κατασκευή λιμενοβραχίονος).
Οπως προκύπτει από τις διαθέσιμες αεροφωτογραφίες, από το προμνησθέν διάγραμμα του έτους 1930 και από την έκθεση πραγματογνωμοσύνης, μεταξύ 1930 και 1980 η θάλασσα επεκτάθηκε προς βορρά κατά 70 περίπου μέτρα. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα να καταληφθεί από τον αιγιαλό ένα τμήμα του επιδίκου.
Συγκεκριμένα, κατά την έναρξη των έργων για κατασκευή της μαρίνας, είχε αυτοδικαίως καταστεί αιγιαλός και είχε περιέλθει κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο ένα τμήμα του επιδίκου, σχήματος ανισοσκελώς τριγωνικού, το οποίο αποτυπώνεται στο παραπάνω τοπογραφικό διάγραμμα υπό στοιχεία 15-18 μήκους 1,27 μέτρων, 18-17 μήκους 2,65 μέτρων, 17-20 μήκους 20,00 μέτρων, 20-0 μήκους 12,44 μέτρων, Θ-19 μήκους 2,04 μέτρων, και 19-15 μήκους 32,77 μέτρων, συνολικού εμβαδού 79,43 τετραγωνικών μέτρων».
Και η απόφαση του δικαστηρίου καταλήγει:
«Για την ανωτέρω έκταση ο ενάγων δεν δικαιούται αποζημίωση λόγω βλάβης της ιδιοκτησίας του, ούτε είναι δυνατόν να αναγνωρισθεί κύριος αυτής και να διαταχθεί η απόδοσή της, διότι η χάραξη των δύο αυτών ζωνών έγινε βάσει της υπαρκτής φυσικής κατάστασης, που διαπιστώθηκε, και με πράξεις της διοικήσεως σύμφωνες με την φυσική έκταση του αιγιαλού.
Αποδεικνύεται μάλιστα ότι το εναπομένον ακίνητο έχει βελτιωθεί σε σχέση με την προ των έργων κατάστασή του, έχει ασφαλτοστρωθεί και είναι πλέον ασφαλές έναντι φυσικών φαινομένων, όπως και ολόκληρη η περιοχή της Δυτικής Παραλίας, η οποία έχει αξιοποιηθεί και αναβαθμισθεί».
* Στο κείμενο της απόφασης, συχνά αντί των λέξεων "ενάγων", "ενάγοντος" κ.λπ. ή δίπλα σε αυτές, αναφέρεται το ονοματεπώνυμο του δικηγόρου.