Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου 2013 07:26

Αρχισε η δίκη για το μεγάλο κύκλωμα: "Καρφί" για ναρκωτικά έβγαλε λαθραία τσιγάρα

Αρχισε η δίκη για το μεγάλο κύκλωμα: "Καρφί" για ναρκωτικά έβγαλε λαθραία τσιγάρα

Ενα ανώνυμο mail στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ότι δύο αδέλφια επιχειρηματίες από την Καλαμάτα διακινούν ναρκωτικά, οδήγησε στην παρακολούθηση των τηλεφώνων τους και στην αποκάλυψη της δράσης του μεγάλου κυκλώματος λαθρεμπορίας τσιγάρων, το οποίο εξαρθρώθηκε πέρυσι το καλοκαίρι από την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Καλαμάτας. Χθες, στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ξεκίνησε η δίκη για την υπόθεση. 

Οπως κατέθεσαν αστυνομικοί, τα "κορίτσια" ήταν το συνθηματικό που χρησιμοποιούσαν τα φερόμενα ως μέλη του κυκλώματος για τα φορτηγά, κάθε φορά που γινόταν η μεταφόρτωση στη δασική περιοχή "Λάμπες" της Μεθώνης. Οι κατηγορούμενοι είναι 10, ενώ οι 6 από αυτούς αντιμετωπίζουν τις βαριές κατηγορίες της λαθρεμπορίας τσιγάρων και της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Συνολικά το Ελληνικό Δημόσιο φέρεται να ζημιώθηκε από τη δράση του κυκλώματος με 1.943.393 ευρώ. Οι υπόλοιποι 4 -μεταξύ τους και μια γυναίκα-, που δεν εμπλέκονται στο κύκλωμα, αντιμετωπίζουν ελαφρύτερες κατηγορίες για παράνομη οπλοκατοχή και κατηγορούνται ότι αγόρασαν τα όπλα από τον αστυνομικό.

Μεταξύ των 6 κατηγορούμενων με τις βαριές κατηγορίες της λαθρεμπορίας τσιγάρων και της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης είναι ένας επιχειρηματίας από την Καλαμάτα, ο αδελφός του, 2 αδέλφια από το Πεταλίδι, ένας Μεσσήνιος αστυνομικός, καθώς και ένας κάτοικος της ευρύτερης περιοχής της Φοινικούντας, ιδιοκτήτης έκτασης κοντά στην "καβάτζα" του κυκλώματος έξω από τη Μεθώνη.

Μέχρι και σήμερα οι κατηγορούμενοι για τη λαθρεμπορία τσιγάρων αρνούνται ότι εμπλέκονται στο κύκλωμα, αν και ο κατηγορούμενος αστυνομικός παραδέχεται ότι τους ενημέρωνε για τις κινήσεις των συναδέλφων του. Οι ίδιοι ωστόσο ισχυρίζονται ότι κανόνιζαν μεταξύ τους ραντεβού για κυνήγι αγριογούρουνου.

Η δίκη συνεχίζεται σήμερα.

 

ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΝΩΝΥΜΟ MAIL

Το κουβάρι της υπόθεσης άρχισε να ξετυλίγεται όταν ένα ανώνυμο ηλεκτρονικό μήνυμα πήγε στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη τον Αύγουστο του 2011. Σε αυτό αναφερόταν ότι τα δύο αδέλφια από την Καλαμάτα διακινούν ναρκωτικά. Ετσι με εισαγγελική εντολή ξεκίνησε η παρακολούθηση των τηλεφώνων τους πέρυσι στις 7 Φεβρουαρίου, όμως από τις απομαγνητοφωνήσεις οι αστυνομικοί κατάλαβαν ότι δεν γινόταν διακίνηση ναρκωτικών, αλλά όπως φάνηκε στη συνέχεια γινόταν λαθρεμπορία τσιγάρων. Οι αστυνομικοί κατέθεσαν ότι τα δύο αδέλφια συνομιλούσαν με συνθηματικά και χρησιμοποιούσαν μαύρα τηλέφωνα (καρτοτηλέφωνα δηλωμένα σε ονόματα αλλοδαπών). Οταν λοιπόν είχαν να κανονίσουν κάποια δουλειά έλεγαν μεταξύ τους "πάρε στο άλλο" ή "πάρε στο τηλέφωνο της δουλειάς". Στη συνέχεια η Αστυνομία άρχισε να παρακολουθεί και άλλα τηλέφωνα στα οποία καλούσαν τα δύο αδέλφια, που όπως προέκυψε στην πορεία ανήκαν στα δύο αδέλφια από το Πεταλίδι και στον κατηγορούμενο αστυνομικό. Οι αστυνομικοί είπαν ακόμη ότι κάθε φορά που ήταν να έρθει φορτίο με τσιγάρα, έλεγαν στα τηλέφωνα "το βράδυ θα πάμε για δουλειά" ή "θα πάμε για φαγητό", ενώ για τα φορτηγά είχαν το συνθηματικό "κορίτσια" - "κατεβαίνουν τα κορίτσια", έλεγαν χαρακτηριστικά. 

Με τη διακίνηση λαθραίων τσιγάρων οι αστυνομικοί της Δίωξης Ναρκωτικών Καλαμάτας το συνδύασαν βασιζόμενοι στις συνομιλίες, αλλά και στις πληροφορίες από το Λιμεναρχείο Καλαμάτας ότι σε περιοχή κοντά στο Πεταλίδι και στην ευρύτερη περιοχή της Μεθώνης, Κορώνης και Πύλου γίνεται διακίνηση λαθραίων τσιγάρων. 

ΟΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΗΛΕΦΩΝΩΝ

Τα τηλέφωνα είχαν αρχίσει να παρακολουθούνται από το Φεβρουάριο και στις 12 Ιουνίου αστυνομικοί του Τμήματος Πύλου εντόπισαν γύρω στις 9 το πρωί τα δύο φορτηγά με τα τσιγάρα στην εθνική της Πύλου, στο ύψος του Μεσοπόταμου. Στις 15 Ιουνίου, σε μια συνομιλία που κατέγραψαν οι αστυνομικοί, ο Καλαματιανός επιχειρηματίας συνομιλεί με το γιο του και του λέει: "Πάθαμε μια ζημίτσα -σηκώσανε δύο φορτηγά"- ενώ σε μια άλλη συνομιλία του αδελφού του επιχειρηματία με τον έναν αδελφό από το Πεταλίδι, του είπε: "Δεν έπρεπε να φύγουν τα φορτηγά. Αφού δεν έφυγαν το πρωί, δεν έπρεπε να φύγουν καθόλου". Τότε ήταν που πείστηκαν οι αστυνομικοί οι οποίοι παρακολουθούσαν τις συνομιλίες ότι τα δύο φορτηγά με τα λαθραία τσιγάρα που εγκατέλειψαν οι οδηγοί τους σε ένα ρέμα κοντά στο Μεσοπόταμο, συνδέονται με τους συγκεκριμένους. Από τότε, όπως τόνισε ο ένας αστυνομικός στην κατάθεσή του, "ανέστειλαν τη δραστηριότητά τους" -ενώ τα μαύρα τηλέφωνα δεν κατάφεραν οι αστυνομικοί να τα παρακολουθήσουν ποτέ, καθώς ο μάρτυρας εκτίμησε ότι οι κατηγορούμενοι θα πρέπει να τα εξαφάνισαν. Εκτίμησε πάντως ότι από τις 7 Φεβρουαρίου, που άρχισαν να καταγράφουν τις συνομιλίες στα δηλωμένα στο όνομα των κατηγορουμένων τηλέφωνα, μέχρι τις 29 Ιουλίου που συνελήφθησαν, θα πρέπει να είχαν χρησιμοποιήσει παράλληλα 18 μαύρα τηλέφωνα τα οποία δεν βρέθηκαν ποτέ.

ΜΕ ΠΛΟΙΟ ΕΦΕΡΝΑΝ ΤΑ ΤΣΙΓΑΡΑ

Οι φερόμενοι ως μέλη της εγκληματικής οργάνωσης κατηγορούνται ότι διακινούσαν μεγάλες ποσότητες λαθραίων τσιγάρων με ορμητήριο τη δασική περιοχή "Λάμπες" της Μεθώνης. Εκεί -σύμφωνα με τις καταθέσεις των αστυνομικών- γινόταν η μεταφόρτωσή τους με ταινιόδρομο από τη θάλασσα στη στεριά, και από εκεί τα παραλάμβαναν φορτηγά και τα μετέφεραν προς άγνωστες κατευθύνσεις. 

Οι κατηγορούμενοι ως μέλη του κυκλώματος είχαν μάλιστα ανοίξει δρόμο -τον οποίο παραδέχτηκε ότι άνοιξε με δικά του μηχανήματα ο ιδιοκτήτης της έκτασης, κάτοικος της ευρύτερης περιοχής της Φοινικούντας-, για να κατεβαίνουν τα φορτηγά στη θάλασσα και να παραλαμβάνουν το φορτίο από πλοία που προσέγγιζαν την ακτή στην περιοχή "Λάμπες". Ο ταινιόδρομος που χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά των τσιγάρων από τη θάλασσα στη στεριά λειτουργούσε με γεννήτρια ρεύματος, ενώ στη συνέχεια τα τσιγάρα φορτώνονταν στα φορτηγά με κλαρκ. 

Η μεταφόρτωση των τσιγάρων γινόταν -όπως κατέθεσαν οι αστυνομικοί- κυρίως νυχτερινές ώρες και ξημερώνοντας τα φορτηγά ξεκινούσαν για να φύγουν από τη Μεσσηνία. Σε όλη τη διαδρομή τα δύο αδέλφια από το Πεταλίδι έλεγχαν το δρόμο για τυχόν μπλόκα, ενώ και τα κινητά των υπολοίπων που κατηγορούνται ως μέλη της εγκληματικής ομάδας εξέπεμπαν από την ευρύτερη περιοχή της Πύλου.

Την παράνομη διακίνηση των λαθραίων τσιγάρων κατηγορούνται ότι την έκαναν τουλάχιστον από τις αρχές του 2012 μέχρι και πέρυσι στις 12 Ιουνίου, οπότε οι αστυνομικοί βρήκαν και κατάσχεσαν μέσα σε δύο φορτηγά στο Μεσοπόταμο Πυλίας 140.000 πακέτα (11.756.800 τσιγάρα).

Πάντως, ο ιδιοκτήτης της έκτασης δεν παραδέχεται ότι είχε εμπλοκή με το κύκλωμα, αλλά άνοιξε το δρόμο για να εξυπηρετήσει ιδιοκτήτη ιχθυοτροφείου, ο οποίος -όπως ισχυρίζεται ο κατηγορούμενος- του έδωσε 1.500 ευρώ για τη διάνοιξη του δρόμου και κάθε φορά που μεταφόρτωνε ψάρια στην παραλία, του έδινε 700 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ένας αστυνομικός στην κατάθεσή του εκτίμησε ότι πιθανότατα ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος δεν γνώριζε για το κύκλωμα, ενώ δεν υπάρχουν ούτε συνομιλίες δικές του στην δικογραφία, ούτε κατηγορείται ως μέλος της εγκληματικής ομάδας.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ

Σχετικά με το ρόλο του αστυνομικού οι συνάδελφοί του κατέθεσαν ότι έδινε πληροφορίες στους υπόλοιπους για τις κινήσεις των αστυνομικών δυνάμεων στην περιοχή όπου θα περνούσαν τα φορτηγά. Συγκεκριμένα, ο ένας αστυνομικός είπε ότι ο Καλαματιανός επιχειρηματίας έπαιρνε τον κατηγορούμενο αστυνομικό τηλέφωνο και τον ενημέρωνε ότι "το βράδυ θα έχουν τραπέζι" και "αν παίζει κάτι περίεργο γύρω - γύρω". Μάλιστα ο αστυνομικός είπε στην κατάθεσή του ότι ο κατηγορούμενος συνάδελφός του έπαιρνε τηλέφωνο στην Αστυνομική Διεύθυνση και ρωτούσε για τις δυνάμεις που θα έβγαζε η Αστυνομία για περιπολία τη νύχτα. Επίσης -είπε ο αστυνομικός- προσπαθούσε να διαπιστώσει αν παρακολουθείται το τηλέφωνό του. Ο άλλος συνάδελφός του που κατέθεσε χθες, είπε ότι σε μια συνομιλία του κατηγορούμενου αστυνομικού με τον Καλαματιανό επιχειρηματία, ο δεύτερος ζητά να μάθει αν είναι έξω περιπολικά και ο αστυνομικός κλείνει το τηλέφωνο και παίρνει αμέσως μετά το ΑΤ Πύλου για να ρωτήσει αν θα βγει για περιπολία η ΟΠΚΕ. Επιπλέον σε έρευνα που έγινε στο φοριαμό του στο Τμήμα όπου υπηρετούσε, καθώς και στο υπόγειο του σπιτιού του, βρέθηκαν 110 κουτιά λαθραία τσιγάρα, που όμως ο συνήγορός του επεσήμανε ότι δεν ήταν τα ίδια με αυτά που κατασχέθηκαν στις δύο νταλίκες. Συνάδελφος του κατηγορούμενου αστυνομικού κατέθεσε ότι τα τσιγάρα αυτά ήταν από ένα φορτηγό με λαθραίες κούτες τσιγάρων που κατάσχεσαν το 2011 και ο κατηγορούμενος κράτησε για να δίνει στους κρατούμενους.

ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΟΠΛΑ

Ο αστυνομικός ωστόσο, όπως τόνισε ο συνήγορός του, δεν αρνείται ότι έδινε πληροφορίες στους συγκατηγορούμενους του, όχι όμως ότι ο ίδιος συμμετείχε ως ενεργό μέλος της εγκληματικής οργάνωσης. Επίσης, όπως προκύπτει από τις συνομιλίες, πωλούσε όπλα, τα οποία έβρισκε από έναν Αλβανό τον οποίο προφανώς γνώρισε -είπαν οι μάρτυρες- όταν υπηρετούσε στο ελληνικό προξενείο στην Αλβανία. Στις συνομιλίες ακούγεται να παζαρεύει την πώληση δύο όπλων για 3.000 ευρώ, ενώ τελικά ο αγοραστής κατέθεσε στον τραπεζικό λογαριασμό που του είχε δώσει ο ίδιος ο αστυνομικός 2.500 ευρώ. Ο άνθρωπος αυτός, που αγόρασε τα δύο όπλα, είναι ο ένας από τους τρεις κατηγορούμενους οι οποίοι δικάζονται για πλημμεληματικές πράξεις. Ο άλλος είναι ένας καταστηματάρχης στον οποίο ο προαναφερόμενος (αυτός που αγόρασε τα δύο όπλα), του έδωσε να κρατήσει το ένα. Στη γυναίκα από τη Μεσσήνη η οποία είναι επίσης κατηγορούμενη, ο κατηγορούμενος αστυνομικός είχε χαρίσει ένα όπλο και στη συνομιλία της εξηγεί τη λειτουργία του. 

ΤΑ ΔΥΟ ΦΟΡΤΗΓΑ

Στη δίκη χθες κατέθεσε και ο αξιωματικός του ΑΤ Πύλου, ο οποίος κατεδίωξε μαζί με τους συναδέλφους του τα δύο φορτηγά πέρυσι στις 12 Ιουνίου. Είπε ότι είχαν βγει για ελέγχους και γύρω στις 9 το πρωί και ενώ βρίσκονταν στο ύψος της Καζάρμας, τον ενημέρωσαν από την Αστυνομική Διεύθυνση ότι κατευθύνονται προς το μέρος τους δύο νταλίκες, που έρχονται από την περιοχή της Μεθώνης. Τότε ξεκίνησε το περιπολικό με κατεύθυνση προς Μεθώνη και στα μισά του δρόμου διασταυρώθηκε με τις δύο νταλίκες. Εκαναν αναστροφή και κατεδίωξαν τα φορτηγά, που έστριψαν σε ένα δρόμο στην διασταύρωση του Μεσοπόταμου. Οι οδηγοί τα εγκατέλειψαν σε ένα ρέμα, άνοιξαν τις πόρτες και χάθηκαν μέσα στην πυκνή βλάστηση. Στο πίσω μέρος του ενός φορτηγού βρέθηκαν τα αποτυπώματα του Ρωσοπόντιου κατηγορούμενου, καθώς και σε μια νάιλον σακούλα, η οποία βρέθηκε πίσω από τα καθίσματα. Οπως ακούστηκε στην ακροαματική διαδικασία, ο οδηγός είχε ξανά κατηγορηθεί και απαλλαγεί με την κατηγορία ότι μετέφερε μια οικοσκευή στην Ελλάδα με φορτηγό, χωρίς να το δηλώσει στο Τελωνείο. 

Σημειώνεται ότι στην δίκη παρίσταται ως πολιτική αγωγή δικηγόρος του Δημοσίου, το οποίο διεκδικεί 5.000 ευρώ από κάθε κατηγορούμενο για τη λαθρεμπορία ως ηθική βλάβη.