Πρόκειται για έναν 53χρονο δανειολήπτη, παντρεμένο με δύο παιδιά, που το ένα σπουδάζει σε άλλη πόλη. Και αυτός και η σύζυγός του είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Και οι δύο μαζί παίρνουν στο χέρι 1.739,63 ευρώ το μήνα, καθώς τόσο από τον δικό του μισθό όσο και από το μισθό της συζύγου του γίνονται παρακρατήσεις για δάνεια που έχουν πάρει. Ειδικότερα, ο αιτών πριν από τις μειώσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων έπαιρνε 2.000 ευρώ το μήνα, ενώ τώρα ο μηνιαίος μισθός του είναι 1.039,82 ευρώ. Από αυτά παρακρατείται ποσό 150,12 ευρώ για τη δόση δανείου στο Παρακαταθηκών και άλλα 133,87 ευρώ για τη δόση δανείου στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο.
Ο οφειλέτης ξεκίνησε το δανεισμό από τράπεζες το 1999, για να αγοράσει την πρώτη κατοικία του, που του ανήκει σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου με τη σύζυγό του. Το σπίτι τους αποπερατώθηκε το 2006 και εν τω μεταξύ ο αιτών, εκτός από το αρχικό ποσό των 60.000 ευρώ πήρε άλλα 132.000 ευρώ: εκ των οποίων τα 32.000 ευρώ για να εξοφλήσει το πρώτο δάνειο. Ομως εκείνη την περίοδο αρρώστησε ο πατέρας του και στη συνέχεια το παιδί του πέρασε στο πανεπιστήμιο. Η επιδείνωση της υγείας του πατέρα του, τα χειρουργεία που έπρεπε να κάνει και οι θεραπείες αποκατάστασης οδήγησαν τον αιτούντα σε επιπλέον δανεισμό. Ακόμα και τώρα τα ιατρικά έξοδα του πατέρα του, τα πληρώνει ο ίδιος, και χρειάζονται με την οικογένειά του, μαζί με τα έξοδα σπουδών του ενός παιδιού, 1.600 ευρώ το μήνα για να περάσουν.
Ετσι περιέγραψε ο 53χρονος ότι κατέληξε με χρέη ύψους 467.020 ευρώ προς τις τράπεζες, από στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες. Από τα χρήματα αυτά, τα 243.844 ευρώ είναι με εμπράγματη ασφάλεια, δηλαδή έχει μπει υποθήκη στην κύρια κατοικία της οικογένειας, ένα διαμέρισμα 100 τ.μ.
Επιπλέον, ο οφειλέτης έχει την ψιλή κυριότητα (ο πατέρας του έχει την επικαρπία) σε ένα διαμέρισμα 71,90 τ.μ. στην Αττική, το οποίο κρίθηκε από το δικαστήριο ότι μπορεί να πουληθεί και έτσι να ικανοποιήσει μέρος των χρεών του προς τις τράπεζες. Μάλιστα εκτιμάται ότι μόλις πουληθεί στο μερτικό του θα αναλογεί ποσό 80.000 ευρώ.
Το δικαστήριο έκρινε ότι ένα αυτοκίνητο 2.000 κυβικά, μοντέλο του 2006 και σημερινής αξίας 7.000 ευρώ, δεν αξίζει να πουληθεί γιατί το ποσό είναι μικρό και επιπλέον χρησιμεύει για τις ανάγκες μετακίνησης της οικογένειας. Επίσης, ένας τραπεζικός λογαριασμός με 20.000 ευρώ, τα οποία δώρισε η γιαγιά της οικογένειας στα δύο παιδιά του αιτούντα, δεν θα πειραχτούν με απόφαση του δικαστηρίου, παρόλο που ως συνδικαιούχοι φαίνονται τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγός του.
Το δικαστήριο εξετάζοντας όλα τα παραπάνω αποφάσισε να κάνει ρύθμιση του χρέους και έτσι ο οφειλέτης θα πληρώνει προς τις τράπεζες για μια 5ετία το ποσό των 500 ευρώ το μήνα - ενώ για να σώσει από τον πλειστηριασμό την κύρια κατοικία του θα πληρώσει σε βάθος 20ετίας ποσό 42.989 ευρώ, ξεκινώντας να πληρώνει 179,12 ευρώ το μήνα μετά από 5 χρόνια από την έκδοση της απόφασης. Ετσι μετά από 5 χρόνια θα έχει πληρώσει προς τις τράπεζες 30.000 ευρώ (14.335,80 ευρώ για τα δάνεια με εμπράγματη ασφάλεια και 15.663,60 ευρώ για τα δάνεια χωρίς εξασφάλιση). Οσον αφορά το διαμέρισμα των 100 τ.μ., που είναι η κύρια κατοικία της οικογένειας, ο οφειλέτης θα πρέπει σύμφωνα με το νόμο να πληρώσει το 80% της αντικειμενικής της αξίας, που στη συγκεκριμένη περίπτωση ανέρχεται σε 85.978 ευρώ. Ομως επειδή του ανήκει το 50%, ο οφειλέτης θα ξεπληρώσει προς τις τράπεζες ποσό 42.989 ευρώ.
Ν.Κ.