Χθες, μια 4μελής επιτροπή των κατοίκων, μετά από 3 χρόνια ταλαιπωρία και αφού η Αστυνομία δεν έχει καταφέρει να δώσει λύση, κατέθεσαν μηνυτήρια αναφορά στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Καλαμάτας, Δημήτρη Σταύρου.
Μιλώντας στην "Ε" οι κάτοικοι είπαν πως δεν πρόκειται να κάνουν πίσω μέχρι να βρουν ξανά την ησυχία τους - και η επόμενη κίνησή τους θα είναι να ζητήσουν από το συμβούλιο της Δημοτικής Κοινότητας Καλαμάτας και το δήμαρχο Παναγιώτη Νίκα, να συζητηθεί το θέμα τους στο Δημοτικό Συμβούλιο.
Η Γ.Κ., κάτοικος της περιοχής, μας είπε ότι κάθε βράδυ τα 3 τελευταία χρόνια, από τις 11 τη νύχτα μέχρι τις 5 το πρωί, «συγκεντρώνονται νεαρά άτομα και όχι μόνο, φωνάζουν, βρίζουν, βάζουν μουσική δυνατά, κάνουν κόντρες με μηχανάκια και αυτοκίνητα, κάνοντας εκκωφαντικότατο θόρυβο». Αυτή η κατάσταση που βιώνουν οι περίοικοι τους έχει προκαλέσει «εμφανή προβλήματα ψυχικής υγείας σε όλους μας, από τις διαταραχές ύπνου: Εχουμε χάσει την ησυχία μας και έχει ακυρωθεί η χρήση των σπιτιών μας», είπε περιγράφοντας το τι ζουν κάθε νύχτα.
Οι προσπάθειες να δώσουν λύση σε αυτή την κατάσταση ξεκίνησαν πέρυσι, όπως μας είπε στη συνέχεια: «Πέρυσι κάναμε κάποιες προσπάθειες και ο σεβασμιότατος μητροπολίτης που κατοικεί και εκείνος εκεί συνέδραμε σε αυτή». Ετσι «αστυνομεύτηκε η περιοχή κάπως καλύτερα, αλλά το πρόβλημα δεν έχει λυθεί - και σήμερα είμαστε εδώ να υποβάλουμε μια μηνυτήρια αναφορά, έτσι ώστε τα αστυνομικά όργανα να μπορέσουν να λειτουργήσουν καλύτερα», πρόσθεσε.
Η Κ.Β. ζει στην περιοχή πάνω από 8 χρόνια και, όπως μας είπε, «το φαινόμενο δυστυχώς έχει παραγίνει τα 3-4 τελευταία χρόνια, και απ' ό,τι φαίνεται, λόγω της ατιμωρησίας των νεαρών». Διότι, εξήγησε, «αποδεικνύεται πως η Αστυνομία είναι πρόθυμη, έρχεται, αλλά φεύγει άπρακτη γιατί μπλέκονται οι ταραξίες με όλο το πλήθος και η Αστυνομία ζητά μετά από εμάς να τους υποδείξουμε ποιοι είναι».
Πράγμα που όμως «είναι αδύνατον να το κάνουμε, γιατί ήδη κάποιοι από εμάς έχουμε στοχοποιηθεί».
Επιπλέον μας είπε ότι «πρόσφατα, στις 5 Σεπτεμβρίου, καλέσαμε την Αστυνομία αλλά δεν έκανε καμία παρέμβαση, τους άφησε να αναμιχθούν με το πλήθος. Ο ίδιος ο αστυνομικός είπε "εγώ δεν μπορώ να παρέμβω μέσα σε όλους αυτούς", και αμέσως μετά, φεύγοντας η Αστυνομία, εκείνοι πέταξαν αναμμένα στουπιά στις αυλές μας. Τι άλλο περιμένουμε να γίνει;». Πρόσθεσε δε ότι «εκεί που κάθονται και κάνουν τις ανομίες είναι το Γηροκομείο, είναι το Επισκοπείο... Οι αρμόδιοι πρέπει να πάρουν τα μέτρα τους. Γι' αυτό και η μηνυτήρια αναφορά σήμερα, για να λύσει τα χέρια κάποιων ανθρώπων ώστε να μπορέσουν να δώσουν λύση και να καθαρίσει η περιοχή μας». Η γυναίκα ξεκαθάρισε καταλήγοντας πως «δεν είμαστε εναντίον των νέων ανθρώπων, εναντίον του να διασκεδάσουν και να περάσουν καλά - αλλά τα όρια της δικής τους ελευθερίας να μην ξεπερνούν τα όρια της δικιάς μας ελευθερίας».
Ο Χ.Κ., κάτοικος και αυτός της περιοχής, περιέγραψε τι κάνουν αυτοί οι νεαροί - μεταξύ των οποίων και ανήλικοι: «Πετάνε νεράντζια, σπάνε τα μηχανάκια για να πάρουν βενζίνη, δεν μας αφήνουν να κοιμηθούμε... η κατάσταση αυτή έχει φτάσει στο απροχώρητο. Δεν θέλουμε να πάρουμε το νόμο στα χέρια μας, αλλά ζητάμε τη βοήθεια της Αστυνομίας για να απομακρυνθούν». Και πρόσθεσε ότι η κόλαση ξεκινά κάθε βράδυ γύρω στις 11.30 και οι κάτοικοι ησυχάζουν ξανά γύρω στις 4 με 5 το πρωί, που πλέον οι νεαροί φεύγουν: «Συγκεντρώνονται από τις 11.30 το βράδυ, τρώνε και πίνουν μπίρες, κι αφού καταναλώσουν κάποιες ποσότητες αλκοόλ, αρχίζουν με τα πειραγμένα παπάκια να κάνουν σούζες και να ανοίγουν τις εξατμίσεις και το γκάζι στη διαπασών. Μετά εμφανίζονται κάποιοι άλλοι μεγαλύτεροι σε ηλικία με αυτοκίνητα, οι οποίοι αρχίζουν παντιλίκια και στροφιλίκια στο πλακόστρωτο της πλατείας, στήνοντας αυτοσχέδιους αγώνες», ανέφερε ο ίδιος. Σχεδόν πάντα η... παρέα καταλήγει να καβγαδίζει ή να περιγελά περαστικούς, και αν κάποιος από τους κατοίκους βγει και πει κάτι, «μέχρι ντουντούκες έχουν φέρει και φωνάζουν ονόματα, προκαλώντας τον να βγει από το σπίτι του».
Το μεγαλύτερο μαρτύριο των περίοικων ξεκινά «κατά τις 2 το πρωί, που ανοίγουν στη διαπασών τη μουσική από το αυτοκίνητο: Σαν να είναι στο κομοδίνο σου ακούγεται το κασετόφωνο που παίζει τη μουσική», μας είπε. Κι αν κάποιος «καλέσει το περιπολικό, θα κάνει πασαρέλα και θα φύγει, δεν θα σταματήσει. Κι αυτό είναι το πιο άσχημο. Και ξαναπαίρνουμε τηλέφωνο να περάσει ο αστυνομικός για το αυτονόητο: να τους πει "πιο σιγά", πως είναι ανεπίτρεπτη η φασαρία που κάνετε γιατί οι άνθρωποι κοιμούνται», πρόσθεσε. Αλλά και όταν έρχεται η ώρα να φύγουν, μετά τις 4 το πρωί, «φεύγουν με προκλητικό τρόπο, ανοίγοντας το γκάζι τέρμα στις μηχανές τους και σπινιάροντας στις γειτονιές γύρω γύρω. Και αφού βεβαιωθούν ότι έχουν ξυπνήσει όλοι οι γείτονες, τότε εγκαταλείπουν το χώρο κατά τις 4.30 με 5 το πρωί».
Ο ίδιος μας είπε ότι είναι «καμιά 30αριά πιτσιρικάδες, αλλά Παρασκευή και Σαββατοκύριακα μπορεί να φτάσουν και τους 100 και 120». Οσο για το τι κάνει η Αστυνομία: «Η Αστυνομία μάς λέει να πάρουμε πινακίδες. Εμείς δεν θα κάνουμε τη δουλειά της Αστυνομίας, η δουλειά της Αστυνομίας είναι να αστυνομεύει, να πάρει την πινακίδα, να κάνει τον έλεγχο, να μετρήσει τα ντεσιμπέλ και πόσο θόρυβο κάνει το δίκυκλο, να ελέγξει τον πιτσιρικά αν έχει δίπλωμα, κράνος, τα αυτονόητα. Καταλαβαίνουμε πως η Αστυνομία δεν έχει προσωπικό και περιπολικά και ότι η ΔΙΑΣ σταματάει κάποια ώρα τις περιπολίες και η ΟΠΚΕ είναι στα χωριά έξω. Αλλά η πόλη θα μείνει αφύλαχτη;».
Ν.Κ.