Κυριακή, 30 Ιανουαρίου 2011 23:31

Φρίξος Παπαδόπουλος, ένας Κύπριος, γέφυρα για τα μεσσηνιακά προϊόντα στη Σκανδιναβία

Γράφτηκε από την
Ο Φρίξος Παπαδόπουλος παραλαμβάνει το 2007 από το βασιλιά της Σουηδίας Κάρολο XVI Γουσταύο το χρυσό μετάλλιο ως ο καλύτερος επιχειρηματίας της χώρας

Ο Φρίξος Παπαδόπουλος παραλαμβάνει το 2007 από το βασιλιά της Σουηδίας Κάρολο XVI Γουσταύο το χρυσό μετάλλιο ως ο καλύτερος επιχειρηματίας της χώρας


Κύπρος, Ιούλιος 1974, εισβολή... Ο Φρίξος Παπαδόπουλος από τη Μόρφου πολεμά στην πρώτη γραμμή, υπέρ βωμών και εστιών. Σε έναν αγώνα άνισο, βλέπει την πατρίδα του να καταλαμβάνεται, το σπίτι και την επιχείρησή του -όλα όσα είχε δημιουργήσει- να χάνονται. Μαύρες ημέρες...
Το Γενάρη του 1975, μαζί με τη γυναίκα και τα δύο μικρά παιδιά του, αποφασίζει να φύγει στην Ελλάδα. Αλλά ούτε κι εκεί ησυχάζει. Ενα μήνα μετά, με 1.500 κορώνες όλες κι όλες, η οικογένεια Παπαδόπουλου φθάνει σε συγγενείς στη Σουηδία. Η προοπτική ήταν να μείνει για μία εβδομάδα...
Μετά από 36 χρόνια, οι Παπαδοπουλαίοι βρίσκονται ακόμα εκεί, προσπαθώντας ακούραστα να διαδώσουν τις γεύσεις και τα αρώματα της Κύπρου και της Ελλάδας στην παγωμένη Σκανδιναβία, όπου πλέον η εισαγωγική φίρμα "Fontana" -“παιδί” του Φρίξου Παπαδόπουλου κι αυτή- είναι συνώνυμο της ποιότητας, σε ό,τι έχει σχέση με τα μεσογειακά προϊόντα.
Η επιχείρηση του ακάματου Κύπριου έχει αναδειχθεί σε εισαγωγικό γίγαντα των προϊόντων της Μεσογείου, εφοδιάζοντας καθημερινά περί τα 3.000 καταστήματα, 800 σούπερ μάρκετ και 1.500 ντελικατέσεν με ελιές, ελαιόλαδο, ποικιλίες ελληνικών και κυπριακών τυριών, κρασιών, αλλά και κάθε τι που μπορεί να μεταφέρει στο μακρινό βορρά τις γεύσεις και τη διατροφική κουλτούρα της Μεσογείου.
Ξενοδοχεία, σχολεία, ζαχαροπλαστεία, εφοδιάζονται επίσης από την "Fontana", που πλέον έχει αρχίσει να επεκτείνεται και στη Φινλανδία, αλλά και στις βαλτικές δημοκρατίες, ενώ φέτος ετοιμάζεται να ανοίξει παράρτημά της και στη Βρετανία, στο Λονδίνο...
Ο Φρίξος Παπαδόπουλος και η "Fontana" αποτελούν σήμερα κεφάλαιο για το σουηδικό εμπόριο, γεγονός που αναγνωρίστηκε κι από το μέγιστο θεσμό της χώρας -το βασιλιά Κάρολο Γουσταύο τον 16ο- με την απονομή, το 2007, του χρυσού μεταλλίου για τον καλύτερο επιχειρηματία της Σουηδίας, μια διάκριση που δεν απονέμεται τακτικά.
Η σημερινή πραγματικότητα -που έχει δώσει στον πάντα χαμογελαστό και ευπροσήγορο Φρίξο Παπαδόπουλο το προσωνύμιο “Φρίξος ΙΚΕΑ”- ξεκίνησε με ελάχιστα εφόδια, αλλά με μεγάλη φαντασία και εφευρετικότητα, με πολύ πείσμα και μεράκι, όπως ο ίδιος είπε στην “Ε”, όταν τον συναντήσαμε την περασμένη εβδομάδα στο "Elite City Resort". Μια συνάντηση που έγινε λίγες ημέρες μετά την εκδήλωση του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας και των “Δρόμων της Ελιάς”, στην οποία ο ίδιος ήταν τιμώμενο πρόσωπο για την προσφορά του στον ελληνισμό της Μεσογείου.

 

ΤΟ ΠΡΩΤΟ “ΓΡΑΦΕΙΟ”

“Τα πρώτα χρόνια δεν ήταν εύκολα” θυμάται, μιας και η δουλειά του ήταν ηλεκτροσυγκολλητής -“δύο χρόνια έκανα αυτή τη δουλειά, μετά ξεκίνησα αυτό που κάνω και τώρα” μας λέει, εξηγώντας ότι στο χρονικό αυτό διάστημα μάταια έψαχνε στη Σουηδία κάποια από τις αγαπημένες γεύσεις της πατρίδας.
Στην πρώτη του προσπάθεια, έφερε στη Σουηδία χυμούς από την Κύπρο -ήταν αυτοί που έδωσαν, το 1978, και την επωνυμία στην επιχείρησή του, "Fontana"… Το πρώτο του “γραφείο”, όπως θυμάται με χαμόγελο, ήταν ένα... Saab που το είχε αγοράσει μεταχειρισμένο και με το οποίο έκανε τη μεταφορά, τις διανομές...
“Είχα μεγάλη επιμονή, όμως” δηλώνει, καθώς οι συνθήκες στην αγορά της Σουηδίας κάθε άλλο παρά εύκολες ήταν, για έναν άνθρωπο που προσπαθούσε να πείσει τους νέους συμπατριώτες του να βάλουν στο καθημερινό τους τραπέζι γεύσεις από τη Μεσόγειο.
“Ημουν συνεχώς στο δρόμο. Κάθε τόσο βρισκόμουν στην Ελλάδα για να βρω συνεργάτες που θα με εφοδίαζαν με προϊόντα εκλεκτά, ποιοτικά. Στις αρχές στάθηκα άτυχος, μιας και ορισμένοι από τους ανθρώπους που συνεργάστηκα δεν φάνηκαν αντάξιοι της εμπιστοσύνης που τους είχα δείξει. Στην πορεία όμως βρήκα άξιους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζομαι μέχρι σήμερα. Τιμιότητα, ποιότητα, εξυπηρέτηση, είναι το τρίπτυχο που με ακολουθεί πιστά στη ζωή μου” λέει ο Φρίξος Παπαδόπουλος.
Γιατί έβαλε τον εαυτό του σε αυτή τη μεγάλη περιπέτεια; ρώτησα. “Γιατί πίστευα από την αρχή σε αυτό που έκανα, αν και το σημερινό αποτέλεσμα δεν ήρθε χωρίς μεγάλο αγώνα και σκληρή δουλειά” επαναλαμβάνει απαντώντας, για να εξηγήσει στη συνέχεια: “Οι Σουηδοί γνώριζαν τις κυπριακές και τις ελληνικές γεύσεις, από τις καλοκαιρινές επισκέψεις τους. Παρ’ όλα αυτά, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό να επιχειρείς να κάνεις τις γεύσεις αυτές καθημερινή τους συνήθεια”.

 

Η ΔΙΑΦΟΡΑ

Η αλήθεια είναι, όπως παραδέχεται, ότι δεν ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να φέρει προϊόντα από χώρες της Μεσογείου στη Σουηδία, ήταν όμως ο πρώτος που θέλησε να φέρει τα προϊόντα αυτά στο καθημερινό τραπέζι των κατοίκων της:
“Εκαναν και άλλοι εισαγωγές, αλλά σε μικρές ποσότητες, εστιάζοντας κυρίως στον μικρό κύκλο των ελληνικών, κυπριακών και τουρκικών εστιατορίων. Δεν είχαν σκεφτεί να μπουν στην ευρύτερη αγορά, στην καθημερινή αγορά. Δεν με προβλημάτισε ο ανταγωνισμός, είναι υγιές να υπάρχει ανταγωνισμός -αυτός κάνει το εμπόριο να ανθίζει, σε βάζει στη διαδικασία να σκέφτεσαι συνεχώς για νέες ιδέες, για λύσεις” λέει ο Φρίξος Παπαδόπουλος.
Θυμάται πόσο δύσκολο ήταν να πετύχει να διεισδύσει στις μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων στη Σουηδία -“Επρεπε να γίνονται όλα από εμένα. Η προώθηση του κάθε προϊόντος απαιτούσε, κι ακόμα απαιτεί, πολλή προσπάθεια” εξομολογείται, προσθέτοντας ότι για να μπορέσει να μπει σε ορισμένες από τις εμπορικές αλυσίδες της Σουηδίας χρειάστηκαν ακόμα και 20 χρόνια: “Τώρα τα προϊόντα μας βρίσκονται σε όλα τα καταστήματα της σουηδικής αγοράς, ενώ έχουμε βάλει τις βάσεις και επεκτεινόμαστε στη Φινλανδία, τις βαλτικές χώρες και φέτος πιστεύω ότι θα είμαστε έτοιμοι να ανοίξουμε παράρτημα και στο Λονδίνο, τη Βρετανία”.
Η "Fontana" απασχολεί σήμερα 40 εργαζόμενους, από τουλάχιστον 7 εθνικότητες -Σουηδοί, Κύπριοι, Ελληνες, Ιρακινοί, Νορβηγοί, Σέρβοι- μια κυριολεκτικά “πολυεθνική” εταιρεία, όπως λέει χαμογελώντας ο Φρίξος Παπαδόπουλος.
Ο ίδιος, όταν τον ρωτάμε σχετικά, βεβαιώνει κατηγορηματικά ότι η εθνικότητά του δεν απασχόλησε κανέναν Σουηδό -“Οι Σουηδοί είναι πολύ φιλόξενος λαός και φαίνεται ότι έχουν μια ξεχωριστή συμπάθεια για τους Ελληνες και την Ελλάδα. Αν μιλάς για ρατσισμό, αυτός δυστυχώς υπάρχει παντού, σε όλες τις χώρες, αλλά εγώ προσωπικά δεν υπήρξε στιγμή που να ένιωσα ότι δεν ήμουν ευπρόσδεκτος στη χώρα τους, ούτε στα πρώτα δύσκολα χρόνια, ούτε τώρα” παρατήρησε.
Ο Κύπριος επιχειρηματίας εξηγεί ότι η νοοτροπία του είναι να δίνει ευκαιρίες σε νέους, αλλά ικανούς ανθρώπους, προκειμένου η "Fontana" να συνεχίσει την επιτυχημένη πορεία της: “Ποτέ δεν είσαι αρκετά καλός, ποτέ δεν τα ξέρεις όλα. Γι’ αυτό χρειάζεσαι καλούς συνεργάτες, οι καλοί συνεργάτες είναι πρόοδος. Αυτός που λέει ότι δεν χρειάζεται κανέναν και δηλώνει ότι τα ξέρει όλα, στην πραγματικότητα δεν ξέρει τίποτα».
Από τους βασικούς συνεργάτες του είναι ο γιος του, ο Λούης Παπαδόπουλος που είναι γενικός διευθυντής στην επιχείρηση -“Από 8 χρόνων θυμάμαι ήταν συνεχώς μέσα στην αποθήκη” λέει με ένα νοσταλγικό χαμόγελο ο Φρίξος Παπαδόπουλος:
“Οταν ήταν μικρά, ο Λούης και η Κορίνα -η κόρη μου- ήθελα να ασχοληθούν και οι δύο. Στην κόρη μου όμως άρεσε η δημοσιογραφία, σπούδασε το αντικείμενο αυτό και εργάστηκε στη Σουηδία, αλλά και στην Αγγλία, όπου πλέον κατοικεί, στο Λονδίνο. Ως μαμά δύο παιδιών δεν εργάζεται ως δημοσιογράφος και έτσι σκέφτομαι να της προτείνω να αναλάβει το παράρτημά μας εκεί”.

 

ΣΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑ

Το όνομα “Καλαμάτα” σε προϊόντα σχετικά με ελιές και ελαιόλαδο ήταν από τα πρώτα που προώθησε στη σουηδική αγορά ο Φρίξος Παπαδόπουλος. Οπως θυμάται, ήταν οι ελιές που με αυτό το όνομα που έφερε στη Σουηδία πριν 30 χρόνια, ενώ το ελαιόλαδο άρχισε να το εισάγει από το 1990 και μετά.
“Δεν ήταν μόνο καλαματιανό στην αρχή, αλλά τα τελευταία 25 χρόνια προωθούμε στην αγορά σχεδόν αποκλειστικά καλαματιανό ελαιόλαδο. Στην Καλαμάτα, στη Μεσσηνία, ήρθα και πριν 4 χρόνια αναζητώντας ποιοτικά προϊόντα, κάτι που έκανα και φέτος, μιας και θέλω μέσα στο 2012 να προωθήσω τουλάχιστον 4 με 5 μεσσηνιακά προϊόντα. Ξαναλέω ότι είναι δύσκολη η προώθηση, κάθε χρόνο η εταιρεία δαπανά περί τα 2.000.000 ευρώ σε διαφήμιση των ελληνικών και κυπριακών προϊόντων στην Σκανδιναβία” λέει, εκφράζοντας όμως τη βεβαιότητα ότι θα πετύχει και αυτό το νέο άνοιγμα που επιχειρεί.
Οσο για τον ίδιο και τη γυναίκα του, τη Μάρω -η οποία έχει γράψει βιβλίο με ελληνικές συνταγές για την καθημερινή σουηδική κουζίνα- οι ευκαιρίες για ξεκούραση δεν είναι πολλές, αλλά πάντα θα βρεθεί χρόνος, δύο φορές το χρόνο, να επιστρέψει στην πατρίδα του για να δει τους γονείς του στη Λευκωσία και με το βλέμμα στραμμένο στη δύση, προσπαθώντας να διακρίνει -πέρα από τα χιλιόμετρα, πίσω από τα συρματοπλέγματα- την Κατωκοπιά, το Αργάκι, τη Μόρφου. Εκεί που ξεκίνησαν όλα, εκείνο το μαύρο καλοκαιρινό πρωινό του 1974...

 

 


 

Ρεπορτάζ
Βασίλης Μπακόπουλος