Η ομάδα "Ευ-τόπος" κάλεσε φορείς της πόλης να διοργανώσουν δράσεις και συζητήσεις σχετικά, διευρύνοντας τη θεματική και την συμμετοχή του κόσμου. Το πεδίο στο οποίο ενεπλάκη η ομάδα του Φεστιβάλ Μηδέν ήταν φυσικά αυτό της τέχνης, παρουσιάζοντας αρχικά το “Street Views”, μια επιμέλεια βίντεο-τέχνης της Γιούλας Παπαδοπούλου με συμμετοχές 15 σύγχρονων βιντεοκαλλιτεχνών από την Ελλάδα και τον κόσμο, αλλά και την διοργάνωση- παρουσίαση του τραπεζιού "Δημόσια τέχνη στην πόλη".
Για αυτή την παρουσίαση θα ήθελα να πω λίγα παραπάνω, μιας και ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και αναζωογονητική για τους παρευρισκόμενους. Η ομάδα "Ευ-τόπος" και η ομάδα του Φεστιβάλ Μηδέν κάλεσαν σημαντικούς καλλιτέχνες της νέας γενιάς, το Νίκο Ποδιά, την Μαίρη Ζυγούρη και τον Θόδωρο Ζαφειρόπουλο, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σχετίζονται με την πόλη (καταρχήν όλοι έχουν παρουσιάσει έργα τους στο Φεστιβάλ Μηδέν). Μετά από μια σύντομη παρουσίαση του θέματος μέσω της Κοινωνικής Ιστορίας της Τέχνης, αλλά και αρκετά παραδείγματα από την σύγχρονη δημόσια τέχνη στην Ελλάδα και τον κόσμο από τα μέλη του Φεστιβάλ Μηδέν Μαργαρίτα Σταυράκη και Γιούλα Παπαδοπούλου, πήραν τον λόγο οι προσκεκλημένοι καλλιτέχνες και παρουσίασαν συμμετοχικά έργα, εγκαταστάσεις και περφόρμανς στο δημόσιο χώρο.
Ο Νίκος Ποδιάς που αρχικά μίλησε, με ευγένεια και κομψό χιούμορ, παρουσίασε ένα μέρος της δραστηριότητάς του που τα τελευταία χρόνια επικεντρώνεται στην παραγωγή εικαστικών δράσεων στην ελληνική περιφέρεια. Η πρακτική αυτών των εικαστικών δημιουργιών συνίσταται στην ενεργοποίηση μιας σειράς από υπάρχοντες χώρους με ιστορικό περιεχόμενο (Σανατόριο Πηλίου, Πολεμικό Καταφύγιο στον Αδάμαντα της Μήλου κ.α), μέσω της επιτόπιας (in situ) εκπόνησης καλλιτεχνικών έργων. Στις δράσεις αυτές, οι καλλιτέχνες καλούνται να δημιουργήσουν έργα που εμπνέονται και προορίζονται αποκλειστικά για τον συγκεκριμένο χώρο, όπου και παραμένουν προς έκθεση. Ο Νίκος Ποδιάς εξήγησε ότι η πρακτική αυτή έχει προσλάβει τις τελευταίες δεκαετίες μεγάλες διαστάσεις διεθνώς, προκαλώντας το ενδιαφέρον του κόσμου της τέχνης, όπως και του ευρύτερου κοινού, που βρίσκει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με σύγχρονες εναλλακτικές μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης. Με αυτόν τον τρόπο, αναδεικνύονται σημεία και χώροι ιστορικού ενδιαφέροντος, που παραμένουν ανενεργοί και ως εκ τούτου απρόσιτοι για τον περισσότερο κόσμο. Επιπλέον συμμετέχουν πρόσωπα που εμπλέκονται με τους χώρους και τις ιστορίες τους και έτσι οι δράσεις αποκτούν μια ευρύτερη συμμετοχικότητα.
Ιδιαίτερα για το "Refuge Project I, II" που επιμελήθηκε μαζί με την εικαστικό Μαρία - Ανδρομάχη Χατζηνικολάου στο Πολεμικό Καταφύγιο των Γερμανών στην Μήλο το 2013 και 2014, είπε χαρακτηριστικά και κατ’ αναλογία με σύγχρονους προβληματισμούς του τόπου μας:
«Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν χάσει τις σταθερές τους. Βάλλονται ή απειλούνται. Τη στιγμή που μιλάμε δεν διαθέτουμε ένα μαζικό κίνημα ώστε να λειτουργήσει εν είδει καταφυγίου. Ολα γίνονται σε επίπεδο ατομικό. Οπως έμπαιναν εκείνη την εποχή ατομικά στο καταφύγιο, παρόμοια και σήμερα οι άνθρωποι είτε απομονώνονται είτε εγκαταλείπουν τη χώρα. Αν και η έκθεση δημιουργεί μία συνάρτηση με όσα ζούμε σήμερα, εντούτοις δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η εικαστική γλώσσα διαθέτει αυτάρκεια και είναι σε θέση να λειτουργήσει και χωρίς το επικαιρικό πλαίσιο».
Στη συνέχεια πήρε το λόγο η Μαίρη Ζυγούρη, μια από τις πλέον δυναμικές, επίμονες και εκφραστικές παρουσίες στη σύγχρονη εικαστική δημιουργία. Η Μαίρη Ζυγούρη έχει ως σταθερό εκφραστικό της μέσο την performance. Ξεκίνησε την ομιλία της με ένα πλήθος παραδειγμάτων από την ελληνική και διεθνή εικαστική σκηνή, καλλιτεχνών που ασχολήθηκαν με την performance, αλλά και που με το έργο τους ανέτρεψαν καθιερωμένες αισθητικές και αποτέλεσαν έμπνευση και αφετηρία για την ίδια.
Οι δράσεις που μας παρουσίασε εκτυλίσσονται σε δημόσιους χώρους (στο Λονδίνο, την Ελευσίνα, σε πόλεις της Ιταλίας) προκαλώντας την απρόβλεπτη αντίδραση και την συμμετοχή των θεατών που εμπλουτίζουν και μεταμορφώνουν συνεχώς το εξελισσόμενο έργο. Η σχέση καλλιτέχνη - θεατή που επιδιώκει κατά την εξέλιξη των δράσεων, είναι σχέση ανάλογη με αυτή του αδαή δασκάλου και του χειραφετημένου θεατή. Λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ο μαθητής μαθαίνει κάτι που δεν γνωρίζει ούτε ο ίδιος ο δάσκαλος. Ο μαθητής το μαθαίνει ως αποτέλεσμα της διδασκαλίας που τον υποχρεώνει να ερευνήσει και να επαληθεύσει την έρευνα, αλλά δε μαθαίνει τη γνώση του δασκάλου. Ο καλλιτέχνης δεν είναι εκεί για να διδάξει το θεατή. Να επιβάλει ένα δίδαγμα ή να περάσει κάποιο μήνυμα. Θέλει μόνο να δημιουργήσει μια μορφή συνείδησης, μια ένταση συναισθήματος, μια ενέργεια για δράση».
Τα περιβάλλοντα και οι τόποι στους οποίους λαμβάνουν χώρα οι performance διαφοροποιούνται ως προς τη μορφή, τη χρήση και τη λειτουργία τους (κήποι, παλιά βιομηχανικά τοπία, συνοικιακές γειτονιές, εγκαταλειμμένες φυλακές κ.α.). Συνήθως είναι χώροι συνάντησης, ελεύθερης ή ελεγχόμενης διέλευσης. Η σωματική δράση της Ζυγούρη στο χώρο, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και η επιμελήτρια Συραγώ Τσιάρα, είναι τόσο ισχυρή που κυριολεκτικά απορροφά τους κραδασμούς τους ανθρώπινου και οικιστικού περιβάλλοντος και τους μετουσιώνει σε πολιτική πράξη αυτοπροσδιορισμού μέσω της τέχνης. Οπως εξήγησε η καλλιτέχνης, στόχος της είναι η ανατροπή των κοινωνικών συμβάσεων που διασφαλίζουν την αναπαραγωγή των εξουσιαστικών μηχανισμών. Ο εννοιολογικός πυρήνας των έργων της αφορά διαφορετικές εκδοχές αντίστασης απέναντι σε δυνάμεις υποταγής.
Τέλος, μίλησε ο (Μεσσήνιος) Θεόδωρος Ζαφειρόπουλος, ένας ιδιαίτερα ικανός ομιλητής, που ενθουσίασε το κοινό με την ανατρεπτική του προσέγγιση και το χιούμορ. Μας περιέγραψε πώς είναι να ερευνάς εικαστικά μια απλή υπόθεση, ακολουθώντας παράλληλα βήματα με αυτά του τεχνολογικού και επιστημονικού σχεδιασμού. Μας εξήγησε μέσα από πλήθος παραδειγμάτων πως κάθε εικαστικό πείραμα, όπως και επιστημονικό, είναι κατά βάση μια απέλπιδα προσπάθεια να προσεγγίσεις το ορθό αποτέλεσμα, ένα ορθό αποτέλεσμα που μπορεί να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή με νέες ανακαλύψεις και νέες στοχεύσεις. Ο καλλιτέχνης μας παρουσίασε την πορεία της εργασίας που ξεκίνησε στην πολιτεία του Maine στις Η.Π.Α, σε ένα πρόγραμμα φιλοξενίας αναδυόμενων εικαστικών. Εκεί σχεδίασε μια σειρά από έργα εστιάζοντας στο φυσικό τοπίο και τα υλικά του, αλλά και το κοινοτικό περιβάλλον (την φιλοξενούμενη, διεθνή καλλιτεχνική κοινότητα). Ολα τα έργα που μας παρουσίασε στην συνέχεια μοιάζει να αποτελούν στάδια του σχεδόν εμμονικού εικαστικού του πειραματισμού προς μια υποθετική, σκηνοθετημένη κατάσταση αστοχίας και ευστοχίας. Χωρίς να αναιρείται η ποιητική διάσταση των εικόνων που δημιουργούνται, δεν είναι αυτές ο στόχος. Αντίθετα στόχος του μοιάζει να είναι να θέσει τον θεατή αντιμέτωπο με ένα πλήθος επιφανειακά «σχεδόν ασήμαντων» στοιχείων και ερωτημάτων, που μέσω της έρευνας του και της ευρηματικότητας του αποκτούν νόημα και ουσία, σχεδόν υπερβατικού χαρακτήρα. Ενα κλείσιμο του ματιού σε οτιδήποτε θεωρούμε κανονικό και κατακτημένο.
Μαργαρίτα Σταυράκη, από το Φεστιβάλ Μηδέν