Οπως λοιπόν αναφέρει ο κ. Κούγιας στις 8 του μήνα και ενώ παρίστατο στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Γυθείου ως συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη για το διπλό φονικό στη Μάνη, τον ειδοποίησε η γραμματέας του ότι ο δράστης του εγκλήματος της Χαλκιδικής τηλεφώνησε και ζητά να τον συναντήσει. Κι έτσι, «είπα στη γραμματέα μου να δώσει το κινητό μου τηλέφωνο στο πρόσωπο που ισχυριζόταν ότι είναι ο δράστης του εγκλήματος της Χαλκιδικής, και μετά μου τηλεφώνησε ένα πρόσωπο, το οποίο μου είπε ότι ονομάζεται Κλοντ (δηλαδή είχε το ίδιο όνομα με τον καταζητούμενο δράστη), και με ρώτησε πότε μπορούσα να συναντηθούμε», αναφέρει στην ανακοίνωση.
Το ραντεβού κλείστηκε για το ίδιο βράδυ και ο κ. Κούγιας επιστρέφοντας από το Γύθειο στην Αθήνα, σταμάτησε στην έξοδο των Μεγάρων, περιμένοντας τηλεφώνημά του. Μετά από λίγο του τηλεφώνησε και του είπε να κατευθυνθεί προς την Πάχη Μεγάρων, όπου θα τον περίμενε στην πρώτη διασταύρωση μέσα σε ένα πράσινο αυτοκίνητο. Οταν διασταυρώθηκε με το αυτοκίνητο του Κλοντ, όπως αναφέρει, μέσα στο αυτοκίνητο δεν είδε άλλο πρόσωπο ή το παιδί, ενώ όταν ο οδηγός του άλλου αυτοκινήτου κατέβηκε και μπήκε στο δικό του παρατήρησε ότι είχε τη σωματική διάπλαση του καταζητούμενου δράστη και στο κεφάλι του φορούσε ένα μάλλινο σκούφο που κάλυπτε το μέτωπο και τ' αυτιά του. "Ηταν ξυρισμένος και τα χαρακτηριστικά του έμοιαζαν με τα χαρακτηριστικά του δράστη", αναφέρει συγκεκριμένα, προσθέτοντας "μου είπε ότι είναι ο Κλοντ. Πριν προλάβει να μου πει κάτι άλλο, τον ρώτησα πού είναι το παιδί και αν είναι καλά. Μου είπε ότι το παιδί δεν είναι μαζί του, αλλά είναι πολύ καλά". Ο κ. Κούγιας τονίζει στην ίδια ανακοίνωση πως προσπάθησε να τον πείσει "να παραδώσουμε το παιδί και αμέσως μετά να συζητήσουμε το θέμα της αμοιβής μου, το οποίο, του είπα, είναι δευτερεύον, αφού για μένα το πρώτο, το οποίο ήταν προαπαιτούμενο, ήταν η ασφαλής παράδοση του παιδιού πρώτα στις αρχές και ακολούθως στους συγγενείς του θύματος". Σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση του κ. Κούγια, ο Κλοντ συμφώνησε και του είπε ότι "θα με καλέσει σε δύο ώρες, για να μου πει πού θα συναντηθούμε μαζί με το παιδί, ώστε να κινήσω τη διαδικασία της παραδόσεώς του και της ασφαλούς παραδόσεως του παιδιού. Εφυγε προς την Αθήνα κάτω από υπόγεια διάβαση που διαπερνά την εθνική οδό. Εκτοτε δεν μου τηλεφώνησε".
Κλείνοντας την ανακοίνωση ο Αλέξης Κούγιας σημειώνει ότι "όλα αυτά τα έχω γνωστοποιήσει τόσο στον ανακριτή Χαλκιδικής που χειρίζεται την υπόθεση, όσο και στον ταξίαρχο κ. Μανωλά που είναι επικεφαλής των ερευνών, αλλά και στη συνήγορο της οικογένειας του θύματος και προσωπικά στον πατέρα του θύματος και παππού του παιδιού κ. Μαυρομάτη.
Αυτή είναι η μοναδική αλήθεια για την τραγική αυτή ιστορία και μακάρι ο δράστης του εγκλήματος να επικοινωνούσε μαζί μου, ώστε να έχω βοηθήσει με όποια δύναμη έχω, για την ασφαλή παράδοση του παιδιού στην οικογένειά του και την ασφαλή παράδοση του δράστη στις διωκτικές αρχές, ώστε να κριθεί μέσα από μια δίκαιη δίκη από τη Δικαιοσύνη. Εχω την απόλυτη πεποίθηση ότι έκανα για άλλη μια φορά το καθήκον μου και όσα ο Κώδικας Δεοντολογίας Δικηγόρων επιβάλλει".