Αναλυτικά το σχετικό ρεπορτάζ της Αλεξάνδρας Χαΐνη από την εφημερίδα «Realnews»:
Μια πρωτοποριακή εφαρμογή που θα επιτρέπει για πρώτη φορά την «εκμετάλλευση» της λυματολάσπης από απόβλητα για την παραγωγή βιοπλαστικών καθιερώνει ομάδα Ελλήνων και ξένων επιστημόνων του Πανεπιστημίου της Βερόνας στην Ιταλία.
Δουλεύοντας σε βιολογικούς σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων στην Ιταλία και στην Ελλάδα, η ομάδα της Βερόνας κατάφερε -μέσω μιας πολύπλοκης διαδικασίας να δημιουργήσει ένα οικολογικό πλαστικό που έχει τη δυνατότητα να αναπαραχθεί σε μεγάλη κλίμακα και μπορεί να αντικαταστήσει τα συμβατικά πλαστικά σε πολλές βιομηχανικές εφαρμογές. Επιπλέον, διασπάται στο περιβάλλον έπειτα από σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς να το επιβαρύνει, ενώ ταυτόχρονα έχει χαμηλότερο κόστος παραγωγής από τα βιοπλαστικά που έχουν παραχθεί εργαστηριακά μέχρι σήμερα.
Οπως εξηγεί στη «Realnews» ο δρ Σίμος Μαλαμής, λέκτορας στο Εργαστήριο Υγειονομικής Τεχνολογίας της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και ένας από τους βασικούς συντελεστές του προγράμματος του Πανεπιστημίου της Βερόνα, «η παραγωγή του βιοπλαστικού στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων αποτελεί έναν πολλά υποσχόμενο, εναλλακτικό τρόπο παραγωγής χρησιμοποιώντας τα λύματα και τη ζυμωμένη ιλύ (λυματολάσπη) ως υλικό τροφοδοσίας και τους μικροοργανισμούς που αναπτύσσονται στην ενεργό ιλύ (δευτεροβάθμια λυματολάσπη»).
Ευρύτατη χρήση
Η διεργασία παραγωγής που έχει αναπτύξει η ομάδα της Βερόνας μπορεί να εφαρμοστεί σε βιολογικούς σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων, ενώ το παραγόμενο υλικό έχει πολλαπλές χρήσεις τόσο από τη βιομηχανία όσο και από την ιατρική. «Μέχρι σήμερα στους βιολογικούς σταθμούς παράγονταν επεξεργασμένα λύματα για αρδευτικούς σκοπούς ή ως λίπασμα για τις καλλιέργειες. Η διεργασία που αναπτύσσουμε προσφέρει μια ακόμη προστιθέμενη αξία στα απόβλητα και έχει ευρύτατη χρήση σε πολλούς τομείς», συμπληρώνει ο Σ. Μαλαμής.
Ποιες είναι αυτές οι εφαρμογές; «Το βιοπλαστικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υλικό για σακούλες μιας χρήσης, που μπορούν να αντικαταστήσουν τις πλαστικές που διατίθενται στα σούπερ μάρκετ, για προϊόντα φαγητού, πλαστικά ποτήρια και πιάτα, ή ως υλικό συσκευασίας, ενώ έχει πολλές εφαρμογές και στην ιατρική για την κατασκευή οδοντιατρικών εμφυτευμάτων, αλλά και ως υλικό για τη μεταφορά φαρμάκου στον οργανισμό και για την αποκατάσταση ιστών», προσθέτει ο ίδιος.
Ωστόσο, κυρίως λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής τους, τα βιοπλαστικά καλύπτουν μόλις το 0,1%-0,2% του συνόλου των πλαστικών που χρησιμοποιούνται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Οικολογικό υλικό
Σήμερα η παραγωγή συμβατικών πλαστικών πραγματοποιείται από πετροχημικά υλικά. Υπολογίζεται ότι το 4% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου χρησιμοποιείται για την κατασκευή πλαστικών και ακόμη ένα 3%-4% καταναλώνεται για την ενέργεια που απαιτείται για την παραγωγή τους.
Τα πλαστικά αυξάνουν μέχρι και 20% τον όγκο των απορριμμάτων και συνακόλουθα τον όγκο των χώρων υγειονομικής ταφής απορριμμάτων. Μεγάλες ποσότητες πλαστικών καταλήγουν στη θάλασσα και τους ωκεανούς και καταναλώνονται από θαλάσσιους οργανισμούς, με αποτέλεσμα να εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα.
«Δυστυχώς, πολύ μικρό ποσοστό των πλαστικών ανακυκλώνεται, καθώς υπάρχουν δυσκολίες στη συλλογή, τον διαχωρισμό και την αξιοποίησή τους, ενώ δεν είναι όλα τα είδη πλαστικών ανακυκλώσιμα», επισημαίνει ο Σ. Μαλαμής και προσθέτει: «Η παραγωγή βιοπλαστικών αποτελεί μια λύση για τη σταδιακή μείωση των ποσοτήτων συμβατικών πλαστικών που χρησιμοποιούνται και των συνεπακόλουθων περιβαλλοντικών προβλημάτων. Επιπλέον, η χρησιμοποίηση βιοπλαστικών μειώνει την εξάρτηση από το πετρέλαιο, η τιμή του οποίου παρουσιάζει σημαντική αύξηση τα τελευταία χρόνια».
Διεθνής ομάδα
Η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Βερόνας απαρτίζεται από δύο επιστήμονες ελληνικής καταγωγής, τον δρα Σ. Μαλαμή και τη δρα Εβίνα Κάτσου. Η δρ Κάτσου είναι διπλωματούχος χημικός μηχανικός ΕΜΠ και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βερόνα, με υποτροφία από το Ιδρυμα Μποδοσάκη. Από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, μάλιστα, η δρ Κάτσου θα εργάζεται ως λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Brunel του Λονδίνου.
Στην εν λόγω ομάδα ανήκουν επίσης ο δρ Φραντζέσκο Φατόνε, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βερόνα, o Αντριαν Οεμέν, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας στην Πορτογαλία, και o Νικόλα Φριζόν, υποψήφιος διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο Ca’Foscari της Βενετίας.
ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Από το πλαστικό στο... βιοπλαστικό
Το πρώτο πλαστικό πολυμερές έφερε το όνομα «παρκεζίνη» και παρασκευάστηκε το 1855 από τον Βρετανό μεταλλουργό και εφευρέτη Αλεξάντερ Παρκς. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του ’50, ξεκίνησαν οι πρώτες έρευνες για την κατασκευή βιοπλαστικού από άμυλο καλαμποκιού. Η χρήση του, όμως, επεκτάθηκε μετά το 2000. Παρότι μέχρι το 2008 η παραγωγή βιοπλαστικού από άμυλο, ζάχαρη και κυτταρίνη αυξήθηκε κατά 600%, σήμερα εξακολουθεί να κατέχει μικρό μερίδιο στην αγορά πλαστικού.
* Η Εβίνα Κάτσου από την Αρτεμισία είναι στη φωτογραφία τέταρτη από αριστερά