Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Juntendo στο Τόκιο της Ιαπωνίας ανέπτυξαν ένα εμβόλιο που βελτίωσε σε ποντίκια διάφορες ασθένειες σχετιζόμενες με την ηλικία, συμπεριλαμβανομένης της αθηροσκλήρωσης και του διαβήτη τύπου 2. Με βάση τα ευρήματα των μελετών τους, οι ερευνητές δοκίμασαν αυτό το εμβόλιο και σε ποντίκια για τη θεραπεία της νόσου Αλτσχάιμερ.
Το συγκεκριμένο εμβόλιο, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, μείωσε σημαντικά τις εναποθέσεις αμυλοειδούς στον εγκεφαλικό ιστό που βρίσκεται στην περιοχή του εγκεφαλικού φλοιού, η οποία είναι υπεύθυνη για την επεξεργασία της γλώσσας, την προσοχή και την επίλυση προβλημάτων. Επίσης, μετά το εμβόλιο μειώθηκαν διάφοροι φλεγμονώδεις βιοδείκτες της νόσου Αλτσχάιμερ, γεγονός που σημαίνει ότι η φλεγμονή στον εγκέφαλο βελτιώθηκε. Μια δοκιμασία συμπεριφοράς στα ποντίκια αποκάλυψε επιπλέον ότι εκείνα που έλαβαν το εμβόλιο ανταποκρίνονταν σημαντικά καλύτερα στο περιβάλλον τους και είχαν την τάση να συμπεριφέρονται όπως τα φυσιολογικά υγιή ποντίκια σε σχέση με εκείνα που έλαβαν εμβόλιο placebo.
«Αν αποδειχθεί επιτυχές στους ανθρώπους θα είναι ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός για την καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου ή ακόμα και την πρόληψη»
«Η νόσος Αλτσχάιμερ αντιπροσωπεύει πλέον το 50-70% των ασθενών με άνοια παγκοσμίως. Η δοκιμή του νέου εμβολίου της μελέτης μας σε ποντίκια δείχνει ένα πιθανό τρόπο πρόληψης ή τροποποίησης της νόσου. Η μελλοντική πρόκληση θα είναι η επίτευξη παρόμοιων αποτελεσμάτων στους ανθρώπους», δηλώνει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο Τμήμα Καρδιαγγειακής Βιολογίας και Ιατρικής του Πανεπιστημίου Juntendo, Τσιέν- Λουν Χσιάο.
Ο ίδιος προσθέτει ότι «αν το εμβόλιο αποδειχθεί επιτυχές στους ανθρώπους θα είναι ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός για την καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου ή ακόμα και την πρόληψη αυτής της νόσου».
Σύμφωνα με στοιχεία της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας, περίπου 3,7 εκατομμύρια Αμερικανοί ηλικίας 30 ετών και άνω είχαν νόσο Αλτσχάιμερ το 2017 και ο αριθμός αυτός προβλέπεται να αυξηθεί σε 9,3 εκατομμύρια έως το 2060.