Δευτέρα, 31 Ιουλίου 2023 19:39

Brain gain: Οι Έλληνες γιατροί που επέστρεψαν, με όραμα να προσφέρουν αναβαθμισμένες ιατρικές υπηρεσίες

Γράφτηκε από την

Brain gain: Οι Έλληνες γιατροί που επέστρεψαν, με όραμα να προσφέρουν αναβαθμισμένες ιατρικές υπηρεσίες

 

Η επιστροφή των Ελλήνων που έφυγαν στο εξωτερικό (brain gain) κατά την περίοδο της κρίσης αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για τη χώρα μας που είδε ένα μεγάλο μέρος του πιο καταρτισμένου και παραγωγικού της δυναμικού να μεταναστεύει στο εξωτερικό, αναζητώντας ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης (brain drain).

Η οικονομική σταθερότητα που αρχίζει να διαφαίνεται τα τελευταία χρόνια θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για έναν επιστήμονα, ώστε να επιστρέψει στην Ελλάδα; Τι μέτρα και πολιτικές πρέπει να ληφθούν σε πολιτικό επίπεδο, ώστε να  διευκολύνουμε τον επαναπατρισμό των Ελλήνων επιστημόνων;

Μεταφέροντας αυτούς τους προβληματισμούς στο πεδίο της Ιατρικής, μιλήσαμε με τον ενδροκρινολόγο- διαβητολόγο Δρ. Κωνσταντίνο Μανωλόπουλο, ο οποίος μέσα από την πολυετή θητεία του στο εξωτερικό, μοιράζεται μαζί μας τις ευκαιρίες που υπάρχουν στο εξωτερικό για έναν νέο ιατρό, τα σημαντικά εφόδια που μπορεί να αποκτήσει ένας νέος επιστήμονας τόσο σε επίπεδο εκπαίδευσης, όσο και σε επίπεδο κλινικής εμπειρίας,  ενώ μας εξηγεί τις προϋποθέσεις που θα πρέπει να ισχύσουν στη χώρα μας, ώστε να υποδεχτούμε «πίσω» μερικά από τα καλύτερα μυαλά της χώρας μας. 

Από το 2020, ο Δρ. Κωνσταντίνος Μανωλόπουλος εγκαταστάθηκε μόνιμα με την οικογένειά του στην Ελλάδα, όπου διατηρεί Ενδοκρινολογικά Ιατρεία στην Καλαμάτα και στο κέντρο της Αθήνας και κάνοντας καθημερινά πράξη μέσα από τις ιατρικές του υπηρεσίες το κοινό όραμα που υπηρετούν όλοι οι ιατροί που επιστρέφουν από το εξωτερικό: την αξιοποίηση του επιστημονικού «κεφαλαίου» που έχτισαν στο εξωτερικό προς αναβάθμιση των προσφερόμενων ιατρικών υπηρεσιών στους Έλληνες ασθενείς.

Κε Μανωλόπουλε, πώς εκτιμάτε την εμπειρία και φοίτησή σας σε Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο και τι ήταν αυτό που σας ώθησε να κάνετε αυτή την επιλογή;

Φοίτησα στην Ιατρική Σχολή των Πανεπιστημίων Bochumκαι Düsseldorf της Γερμανίας και η εμπειρία μου χαρακτηρίστηκε από την εξαιρετική οργάνωση των σπουδών, αλλά και από το υψηλό επίπεδο των απαιτήσεων απέναντι στους φοιτητές όσον αφορά στις επιδόσεις τους στα διάφορα μαθήματα. Αυτό το τελευταίο βέβαια, είναι χαρακτηριστικό της ιατρικής σχολής και σε πολλές άλλες χώρες, πιστεύω. Πέρα από το καθαρά γνωσιακό κομμάτι των σπουδών όμως, το γερμανικό πανεπιστήμιο δίνει μεγάλη έμφαση και στο να μάθει κανείς τον τρόπο με τον οποίο αποκτάται η γνώση. Δηλαδή, να μπορεί κανείς να δουλεύει ανεξάρτητα με μια σειρά από εργαλεία που να του εξασφαλίζουν πρόσβαση σε νέες γνώσεις για όλη του τη ζωή. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που διέπει τον γερμανικό τρόπο προσέγγισης στην εκπαίδευση γενικά, είτε μιλάμε για το σχολείο, το πανεπιστήμιο ή τις τεχνικές σχολές τους, και που μεταφράζεται στην περίφημη «γερμανική μεθοδικότητα δουλειάς» που θα έχουν γνωρίσει όσοι έχουν επαγγελματικές επαφές με την Γερμανία.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο βρέθηκα αρχικά ως διδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μετέπειτα για πολλά χρόνια ως πανεπιστημιακός ενδοκρινολόγος και κλινικός ερευνητής. Είχα λοιπόν, την ευκαιρία να γνωρίσω πολύ καλά το πανεπιστημιακό σύστημα της χώρας και από τις δύο όψεις – του φοιτητή και του διδάσκοντα. Εκεί ήρθα σε επαφή με την αγγλοσαξονική προσέγγιση στην εκπαίδευση, και τον τρόπο δουλειάς, γενικότερα. Σε αντίθεση με την Γερμανία, που είναι έντονα συντηρητική σε θέματα ιεραρχίας και καινοτομίας, στο Ηνωμένο Βασίλειο δίδεται μεγάλη έμφαση στην εξέλιξη και αξιοποίηση των προσωπικών δυνατοτήτων του καθενός με στόχο την πρόοδο του συνόλου. Δηλαδή, στην Οξφόρδη έμαθα ως διδακτορικός φοιτητής μια σειρά από ερευνητικές μεθόδους αιχμής της εποχής για να τις εφαρμόσω τόσο στο δικό μου ερευνητικό πρόγραμμα αλλά και σε άλλες μελέτες της ερευνητικής ομάδας, ώστε όλοι μαζί να προχωρήσουμε σε νέες επιστημονικές ανακαλύψεις. Μεγάλη εντύπωση μου είχε κάνει και η λεγόμενη «yes, you can» προσέγγιση σε κάθε νέα ιδέα, ανεξάρτητα από το ποιος την είχε. Με άλλα λόγια, σου δινόταν η ευκαιρία να δοκιμάσεις αρχικά μια ερευνητική ιδέα σου χωρίς πολλούς ενδοιασμούς και με σχετικά εύκολη πρόσβαση σε μικρά ποσά χρηματοδότησης. Αν μπορούσες να αποδείξεις ότι αυτή η ιδέα άξιζε, τότε υπήρχε και η δυνατότητα να την επεξεργαστείς ανεξάρτητα σε βάθος, περνώντας όμως μέσα από έναν άκρως ανταγωνιστικό διαγωνισμό χρηματοδότησης έρευνας. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουν να επιλέγουν τους καλύτερους επιστήμονες και να παραμένουν στην κορυφή της επιστημονικής έρευνας τόσο στην ιατρική όσο και σε πολλά άλλα πεδία.

Η επιλογή της Γερμανίας ως χώρα για τις πρώτες σπουδές έγινε καθαρά για προσωπικούς λόγους, καθώς και οι γονείς μου είχαν φοιτήσει στην χώρα με αντίστοιχες εμπειρίες, οπότε και υπήρχε ο προσανατολισμός προς τα εκεί από πολύ νωρίς. Το Ηνωμένο Βασίλειο ως τόπος μεταδιδακτορικού και αργότερα εργασίας προέκυψε, διότι μου έδινε ως χώρα και σύστημα την ευκαιρία να ακολουθήσω την ερευνητική και ακαδημαϊκή καριέρα που ήθελα, συνδυάζοντάς την με την εξάσκηση της ιατρικής και συγκεκριμένα της ενδοκρινολογίας σε πανεπιστημιακό επίπεδο.

Πώς μπορεί να επωφεληθεί ένας ιατρός από την εκπαίδευσή και την εμπειρία στο εξωτερικό;

Θεωρώ ότι για έναν ιατρό η εκπαίδευση και η εμπειρία στο εξωτερικό είναι απολύτως απαραίτητη, για πολλούς λόγους. Καλώς ή κακώς η εμπειρία των σπουδών αλλά και της ιατρικής μετεκπαίδευσης τόσο στην έρευνα όσο και στις διάφορες κλινικές ειδικότητες στην χώρα μας απέχει σε πολλούς τομείς πολύ από τον ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο μέσο όρο. Για παράδειγμα, στις σπουδές τις ιατρικής στο εξωτερικό δίδεται πολύ μεγάλη έμφαση στην εμπειρική μάθηση, με εντατική πρακτική εκπαίδευση των φοιτητών σε νοσοκομεία και ιατρεία από το πρώτο κιόλας έτος των σπουδών. Για αυτούς που θέλουν να ακολουθήσουν μια ακαδημαϊκή καριέρα στην ιατρική, υπάρχουν ειδικά μονοπάτια σπουδών και μετεκπαίδευσης που προσφέρουν πρόσβαση σε ερευνητικές ομάδες και χρηματοδότηση αλλά και προστατευμένο από κλινική εργασία χρόνο έρευνας σε τακτικά διαστήματα. Πέρα από την άμεση πρόσβαση σε θέσεις εργασίας για την απόκτηση ιατρικής ειδικότητας, χωρίς τα χρόνια αναμονής που χαρακτηρίζουν το ελληνικό σύστημα, οι ειδικευόμενοι ιατροί έχουν την ευκαιρία να μαζέψουν μεγάλη κλινική εμπειρία στον τομέα τους. Αυτό έχει να κάνει από την μία με το μέγεθος της χώρας και τον αντίστοιχο αριθμό ασθενών για κάποια συγκεκριμένη πάθηση, αλλά και με την πρόσβαση σε μεγάλο αριθμό περιστατικών, ακόμα και αυτών που θεωρούμε σπάνια, που δίδεται στους ειδικευόμενους από την αρχή.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα από τον δικό μου τομέα της ενδοκρινολογίας: υπάρχουν κάποιες παθήσεις που λόγω σπανιότητας κάποιος ενδοκρινολόγος στην Ελλάδα που δεν έχει πάει ποτέ του εξωτερικό θα γνωρίζει ίσως μόνο σε θεωρητικό επίπεδο από τα βιβλία. Αντιθέτως εγώ, επειδή είχα την ευκαιρία να εργαστώ σε μεγάλα τριτοβάθμια νοσοκομεία αναφοράς στο εξωτερικό, έβλεπα τέτοιους ασθενείς σε εβδομαδιαία βάση για πολλά χρόνια. Αντίστοιχα ισχύουν για την μετεκπαίδευση στις διάφορες χειρουργικές ειδικότητες, στην χρήση νέων φαρμακευτικών θεραπειών αλλά και την γενικότερη οργάνωση και λειτουργία της ιατρικής πράξης σε νοσοκομεία και ιατρεία.

Κύριε Μανωλόπουλε, εσείς εργαστήκατε σε φορείς υγείας της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Πώς πιστεύετε ότι θα συμβάλει στη βελτίωση των ιατρικών υπηρεσιών στην Ελλάδα η εμπειρία σας στο εξωτερικό; Υπάρχουν νέες τεχνολογίες στον κλάδο της ενδοκρινολογίας που μπορούν να βελτιώσουν τις παροχές προς τους Έλληνες ασθενείς;

Κατά τη γνώμη μου, όσο σημαντικό είναι να μαζεύει κανείς εμπειρία στο εξωτερικό, τόσο σημαντικό είναι να ανατροφοδοτεί αυτήν την εμπειρία και στην Ελλάδα. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να εξασφαλίσουμε την πρόσβαση των ασθενών μας στις τελευταίες εξελίξεις της ιατρικής επιστήμης και να βελτιώσουμε το επίπεδο υγείας του πληθυσμού. Αυτό μπορεί να έχει να κάνει με την εφαρμογή νέων θεραπευτικών πρωτοκόλλων ή χειρουργικών προσεγγίσεων για κάποια πάθηση που οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα για τον ασθενή. Ειδικά στον τομέα της ιατρικής τεχνολογίας, οι εξελίξεις τα τελευταία χρόνια είναι ραγδαίες και σε πολλούς τομείς έχουν αλλάξει ριζικά τις θεραπευτικές δυνατότητες που έχουμε να προσφέρουμε στους ασθενείς μας. Ένα παράδειγμα από τον τομέα της ενδοκρινολογίας και την δικιά μου εμπειρία είναι η χρήση θεραπευτικού υπέρηχου για την θεραπεία όζων του θυρεοειδή αδένα που είναι καλοήθεις. Ο θεραπευτικός υπέρηχος, σαν τεχνολογία, υπάρχει εδώ και δεκαετίες με ευρεία χρήση στον τομέα της ογκολογίας, προϋποθέτοντας όμως την χρήση τομογράφου για τη διενέργεια της θεραπείας. Πριν μια δεκαετία περίπου μια τεχνολογική εταιρεία start-upτης Γαλλίας συνδύασε τον θεραπευτικό υπέρηχο με τη δυνατότητα της ζωντανής απεικόνισης και χαρτογράφησης του θεραπευτικού πεδίου χωρίς να χρειάζεται τομογραφία. Έτσι τώρα υπάρχει η δυνατότητα να θεραπεύουμε τους καλοήθεις όζους του θυρεοειδή χωρίς χειρουργείο με μια μη-επεμβατική μέθοδο που δεν αφήνει κάποιο σημάδι στο δέρμα και διατηρεί την φυσιολογική λειτουργία του θυρεοειδή. Αυτή η μέθοδος εφαρμόζεται με επιτυχία εδώ και αρκετά χρόνια στο εξωτερικό, όπου και την γνώρισα κατά της διάρκεια της εργασίας μου στην Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Με την επιστροφή μου το 2021 έφερα αυτό το σύστημα μαζί μου και έτσι, για πρώτη φορά στην Ελλάδα μπορούν οι ασθενείς, ανάλογα με την περίπτωση φυσικά, να αποφύγουν ένα χειρουργείο θυρεοειδή. Ανάλογα παραδείγματα ιατρικής τεχνολογίας αιχμής που έφεραν συνάδελφοι επιστρέφοντας από το εξωτερικό μπορεί να βρει κανείς σε όλους του τομείς της ιατρικής.

Το στοίχημα λοιπόν, είναι πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε το τεράστιο πλεονέκτημα σε επίπεδο εμπειρίας που έχουμε ως Έλληνες επιστήμονες από την παραμονή μας στο εξωτερικό για το καλό της χώρας μας.

Τι είναι αυτό που μπορεί να οδηγήσει σήμερα έναν ιατρό που εργάζεται στο εξωτερικό να επιστρέψει στην Ελλάδα; Υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες και ενημέρωση που θα ενισχύσουν την επιστροφή των braindrainers;

Το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο, με βασικούς παράγοντες να αποτελούν θέματα με την αναγνώριση της αντίστοιχης εμπειρίας που φέρνει κάποιος από το εξωτερικό, το πώς αντικατοπτρίζεται αυτή η εμπειρία στην θέση εργασίας του και τον μισθό του, αλλά και τις δυνατότητες που προσφέρει το σύστημα για να μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται και να εξελίσσεται στο επίπεδο που έχει συνηθίσει από το εξωτερικό. Ειδικότερο στον τομέα της ιατρικής υπάρχουν δυστυχώς πολύ μεγάλες διαφορές ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα υγείας, με τον πρώτο να φημίζεται για την δύσκολη πρόσβαση, την χαμηλή ευελιξία όσον αφορά οτιδήποτε νέο και τις χαμηλές απολαβές σε σύγκριση με αντίστοιχα συστήματα υγείας του εξωτερικού, ενώ ο δεύτερος προσφέρει πολλές περισσότερες ευκαιρίες για εξέλιξη αλλά ουσιαστικά σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον όπου κανείς, ειδικά στην αρχή, λειτουργεί κυριολεκτικά μόνος του.

Από άποψη συνθηκών στον τομέα της ιατρικής πιστεύω ότι οι συνθήκες για την επιστροφή των brain drainers είναι καλές, όσο κανείς μπορεί να φέρει καινοτόμες θεραπευτικές προσεγγίσεις και μεγάλη εξειδικευμένη εμπειρία από το εξωτερικό. Ευτυχώς οι ασθενείς σήμερα είναι πολύ καλύτερα ενημερωμένοι για θέματα υγείας και σε μεγάλο βαθμό έχουν αρχίσει και επιλέγουν τον ιατρό τους, τουλάχιστον στον ιδιωτικό τομέα, με βάση την εμπειρία και το βιογραφικό του. Επίσης, δεν κάνει να ξεχνάμε ότι τόσο σε κλινικό όσο και σε ακαδημαϊκό επίπεδο υπάρχουν νησίδες αριστείας και στον δημόσιο τομέα, οπού μπορεί κανείς να βρει κατάλληλο έδαφος για μια επιστροφή στην Ελλάδα. Εκεί που υστερούμε κατά την γνώμη μου είναι στον συντονισμό και την ενημέρωση όσων ενδιαφέρονται για μια επιστροφή, δηλαδή υπάρχει μια απουσία στρατηγικής που θα μπορούσε να οδηγήσει στην συστηματική επιστροφή Ελλήνων ιατρών και άλλων επιστημόνων στην χώρα. Αυτό ισχύει ειδικά για μια επιστροφή στην περιφέρεια, δηλαδή σε μεσαίου μεγέθους πόλεις της Ελλάδας. Εκεί κατά τη γνώμη μου υπάρχει μεγάλη ανάγκη για βελτιωμένες υπηρεσίες υγείας, με αντίστοιχες ευκαιρίες, αλλά πολλές φορές λείπουν οι υποδομές που θα έκαναν μια τέτοια επιλογή να μπορεί να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Φυσικά, η τελική απόφαση του να επιστρέψει κανείς στην Ελλάδα μετά από κάποια χρόνια ζωής και εργασίας στο εξωτερικό είναι βαθιά προσωπική και εξαρτάται και από πολλούς παράγοντες που δεν μπορούν να επηρεαστούν σε επίπεδο σχεδιασμού.

Τι πρέπει να αλλάξει στην Ελλάδα ώστε ο Έλληνας επιστήμονας να παραμείνει και να εδραιωθεί στη χώρα του;

Πιστεύω ότι οι αλλαγές που χρειάζονται είναι συστημικού επιπέδου και έχουν να κάνουν με τον τρόπο που λειτουργεί τόσο το σύστημα υγείας όσο και το πανεπιστήμιο στην Ελλάδα. Στο εξωτερικό υπάρχει ένας εθνικός στρατηγικός σχεδιασμός αλλά το κάθε ένα νοσοκομείο ή πανεπιστήμιο λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητα και αξιολογείται από τις επιδόσεις του. Μπορεί να επιλέξει τους συνεργάτες ιατρούς ή επιστήμονες ανεξάρτητα και να τους προσφέρει το εργασιακό περιβάλλον που θα τους επιτρέψει να εργαστούν σε υψηλό επίπεδο με αντίστοιχες απολαβές, με στόχο να επιτύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στην αξιολόγηση του. Αυτός ο τρόπος λειτουργίας απέχει πολύ από αυτόν της χώρας μας. Είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει σταδιακά και στην Ελλάδα, αλλά που υστερούμε ακόμα πολύ στην άμεση σύγκριση με άλλες χώρες. Από την άλλη, η μεγάλη ανάγκη που υπάρχει για σύγχρονες υπηρεσίες υγείας στην Ελλάδα και η αντίστοιχη ευγνωμοσύνη που εισπράττει κανείς από τους ασθενείς του, με τους οποίους πολλές φορές μας δένει μια πιο προσωπική σχέση από αυτή που έχουμε συνηθίσει στο εξωτερικό, μπορεί να προσφέρει ένα δυνατό κίνητρο παραμονής στην χώρα. Εξάλλου, οι περισσότεροι από εμάς σπουδάσαμε ιατρική ακριβώς για την εμπειρία αυτής της προσφοράς στον άνθρωπο, κάτι που δεν αλλάζει ακόμα και αν ο τρόπος που εξασκούμε την ιατρική σήμερα, μέσα από όλες τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις, έχει αλλάξει ριζικά.

Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε την ιστοσελίδα https://endokrinologia.gr/ & https://metabolio.gr/ ή επικοινωνήστε με τον κ. Κωνσταντίνο Μανωλόπουλο στο τηλέφωνο 2721600960

Ιατρείο Καλαμάτας : Αναγνωσταρά 59, 24133 Καλαμάτα

Ακολουθήστε τον Δρ. Κωνσταντίνο Μανωλόπουλο, Ενδοκρινολόγο – Διαβητολόγο στο Facebook .

Βιογραφικό:

Ο Δρ. Κωνσταντίνος Μανωλόπουλος σπούδασε Ιατρική στα Πανεπιστήμια Bochum και Düsseldorf Γερμανίας, όπου αποφοίτησε το 2004. Ακολούθησε μετεκπαίδευση στην Ενδοκρινολογία, Διαβητολογία και Γενική Εσωτερική Παθολογία στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Bochum Γερμανίας. Το 2007 εγκαταστάθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου έγινε Επιστημονικός Συνεργάτης στο Κέντρο Διαβήτη, Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού (Oxford Centre for Diabetes, Endocrinology and Metabolism) του Πανεπιστημίου Οξφόρδης. Από το 2007 μέχρι το 2011 εκπόνησε διδακτορική διατριβή με θέμα τον ανθρώπινο μεταβολισμό, και το 2011 έγινε Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Οξφόρδης (D.Phil.).

Δείτε το αναλυτικό βιογραφικό εδώ