Τόσο για τα Χριστούγεννα όσο και για την Πρωτοχρονιά το ενδιαφέρον είναι έντονο, με τις φετινές τάσεις να δείχνουν ψαλίδισμα στις διανυκτερεύσεις και κατ’ επέκταση ανανέωση των επισκεπτών, με τα διήμερα να είναι αυτά που μπορούν να υποστηριχθούν εκ των πραγμάτων λόγω της γενικότερης ακρίβειας στην αγορά.
Μιλώντας στην “Ε” o Πρόεδρος Τουριστικού Οργανισμού Πελοποννήσου και Αντιπρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Κωνσταντίνος Μαρινάκος, ανέφερε πως σε όλους τους παραδοσιακούς χειμερινούς προορισμούς της Πελοποννήσου τις μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς παρουσιάζονται υψηλές πληρότητες.
«Στην Αρκαδία υπερβαίνουν το 80% και εκτιμάται πως έστω και την τελευταία στιγμή θα αγγίξουν το 100%. Στα Καλάβρυτα ήδη έχουν διαμορφωθεί πληρότητες άνω του 90%, ενώ στην ορεινή Κορινθία τα δεδομένα κυμαίνονται περίπου στα επίπεδα της Αρκαδίας» ενώ σημειώνει ότι έχουν αρχίσει να συρρικνώνονται ως προς τις διανυκτερεύσεις τα τετραήμερα ή τα τριήμερα του 2022 και του 2023, μετά την ανάκαμψη του τουρισμού. «Ο κόσμος περιορίζεται σε δύο διανυκτερεύσεις κατά κύριο λόγο, προκύπτοντας μεγαλύτερη εναλλαγή κόσμου» σχολίασε ο κ. Μαρινάκος. Ο ίδιος, εστίασε στο ενδιαφέρον πλέον του κόσμου και σε πιο δευτεροκλασάτους ορεινούς προορισμούς, βάζοντας στην ατζέντα του για παράδειγμα στην Αρκαδία την Καρύταινα, την Ζάτουνα, το Ελληνικό ή το Χρυσοβίτσι. «Αρκετός κόσμος επιζητά λιγότερο δημοφιλή χωριά, σε μια προσπάθεια να βρει πιο οικονομικές τιμές αλλά και να απολαύσει τις διακοπές του με λιγότερο συνωστισμό» πρόσθεσε, τονίζοντας πως παρά το ενθαρρυντικό κλίμα που υπάρχει για τις γιορτές, το στοίχημα για τους επαγγελματίες της φιλοξενίας είναι πώς θα κυλήσει η χειμερινή σεζόν.
«Οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να βασιστούν σε δεκαπέντε μέρες, αλλά πρέπει να έχουν μια σταθερή πληρότητα σε όλο το διάστημα των 120 αυτών ημερών, έτσι ώστε να υπάρχουν κάποιες προσδοκίες κερδοφορίας και να αντιμετωπιστεί το υψηλό λειτουργικό κόστος» συμπλήρωσε, εκφράζοντας την αισιοδοξία του σε κάθε περίπτωση για τις μέρες των γιορτών.
Ο ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΟ BUDGET
Σε ερώτηση της “Ε” για το αν βασικό παράγοντα στην έλευση επισκεπτών καθ’ όλη τη διάρκεια της χειμερινής σεζόν παίζει και το χιόνι ο Κωνσταντίνος Μαρινάκος συμφώνησε, λέγοντας πως η κλιματική αλλαγή, οι υψηλές για τα δεδομένα της εποχής θερμοκρασίες και η απουσία χιονοπτώσεων τα δύο τελευταία χρόνια έχει διαμορφώσει ένα κλίμα που αποθαρρύνει ίσως κάποιες φορές τον κόσμο να τείνει προς τους χειμερινούς προορισμούς.
«Κατά τη γνώμη μου βέβαια, το οικονομικό σκέλος είναι αυτό που επηρεάζει περισσότερο τη συνεχόμενη επισκεψιμότητα, μέσα από τη δυσκολία των νοικοκυριών να εξορμήσουν. Μια οικογένεια για να μπορέσει να κάνει ένα τριήμερο, απαιτείται ένας προϋπολογισμός αρκετά υψηλός που πλέον το μέσο ελληνικό νοικοκυριό δεν μπορεί να τον υποστηρίξει, ακόμα και αν βρει οικονομικές τιμές. Είναι κάτι άλλωστε που παρατηρήσαμε και κατά τη θερινή περίοδο όχι μόνο στην προαναφερόμενη κατηγορία, αλλά και στον μέσο Ευρωπαίο πολίτη όπου πλέον έχει πιο περιορισμένο budget απ’ ότι στο παρελθόν» σχολίασε, λέγοντας στη συνέχεια τα εξής: «Είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει έντονα, διότι το κόστος των επιχειρήσεων έχει ανέβει, άρα κατ’ επέκταση έχουμε και κάποιες αυξήσεις στις τιμές των δωματίων, όχι ανάλογες βέβαια του λειτουργικού κόστους, πολύ χαμηλότερες. Ο προβληματισμός αφορά ειδικά την ηπειρωτική Ελλάδα, όπου είναι δεύτερης και τρίτης ταχύτητας τουριστικής ανάπτυξης. Τα ίδια κόστη λειτουργίας υπάρχουν και στους προορισμούς έντονης δραστηριότητας, η ίδια επενδυτική δαπάνη έχει γίνει, όμως οι επιχειρηματίες έχουν μεγαλύτερες αγωνίες σε αυτές τις περιοχές και γι’ αυτό πρέπει να στηριχθούν» πρόσθεσε.
Για το αν οι πιο ακριβές παροχές έχουν περισσότερο την τιμητική τους, κάτι που επισημάνθηκε μέσα από το πρόσφατο ρεπορτάζ της “Ε” για τον οργανωμένο τουρισμό, ο κ. Μαρινάκος ανέφερε πως τα πιο ακριβά καταλύματα απευθύνονται σε ένα μικρό ποσοστό που φαίνεται να μην επηρεάζεται ούτε σε περιόδους κρίσης. «Μιλάμε για ένα κοινό που αναζητά υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, έχοντας το ανάλογο budget για να το υποστηρίξει. Σε αυτή την κατηγορία πράγματι διαπιστώνεται μια σταθερότητα στη ζήτηση, σε αντίθεση με υπηρεσίες χαμηλότερων κατηγοριών, οπού απευθύνεται στον κύριο όγκο επισκεπτών. Αλλωστε, από τα 35.000.000 επισκεπτών ο τουρισμός πολυτελείας δεν υπερβαίνει τις 700.000 με 800.000» πρόσθεσε. Σε ό,τι έχει να κάνει με την προέλευση των επισκεπτών για τις μέρες των γιορτών, ο ίδιος διευκρίνισε πως η κύρια δεξαμενή είναι η Αθήνα λόγω μεταξύ άλλων της εύκολης πρόσβασης, ακολουθώντας στη συνέχεια περιοχές όπως η Στερεά Ελλάδα και η Θεσσαλία. Οσο για τους ξένους επισκέπτες, παρατήρησε πως έρχονται στην Πελοπόννησο κυρίως μέσω ημερήσιων εκδρομών από την Αθήνα, εστιάζοντας σε αρχαιολογικούς χώρους ή σε αμπελώνες, τείνοντας στον οινικό τουρισμό.
ΔΡΑΣΕΙΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ
Σχετικά με τον προϋπολογισμό του προγράμματος τουριστικής προβολής της Περιφέρειας Πελοποννήσου για το 2025 ύψους 1.860.000 ευρώ με τίτλο “PELOPONNESE: Greece Beyond The Obvious” και πού πρέπει να εστιάσει κατά τη γνώμη του, ο πρόεδρος του Τουριστικού Οργανισμού Πελοποννήσου είπε αρχικά πως το πρότυπο της ανάπτυξης της Πελοποννήσου είναι ήδη διαμορφωμένο. «Εμείς θεωρούμε πως πρέπει να στηριχθούμε σε ένα πρότυπο τουριστικής ανάπτυξης που να βασίζεται σε δύο πυλώνες. Ο ένας είναι η ήπια ανάπτυξη και ο άλλος ο αγροδιατροφικός τομέας, με τον συνδυασμό αυτό να κρίνεται απαραίτητος» σημείωσε, εκτιμώντας πως η Περιφέρεια πρέπει να εστιάσει σε δράσεις απόλυτα στοχευμένες, οι οποίες να απορρέουν από ένα στρατηγικό σχεδιασμό, στοχεύοντας στην ενίσχυση προορισμών με έμφαση σε ειδικές και θεματικές μορφές τουρισμού, οι οποίες συνάδουν περισσότερο με το γεωμορφολογικό χαρακτήρα και το τουριστικό προϊόν της Πελοποννήσου. «Εχουν γίνει σημαντικές δράσεις άλλα δεν είναι κάτω από ένα πλαίσιο γενικότερου στρατηγικού σχεδιασμού» κατέληξε.