Το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες, στην προσπάθειά τους να διαχειριστούν το προσφυγικό-μεταναστευτικό, επιχειρούν υπερβολικά ανοίγματα στην κατεύθυνση της Τουρκίας. Οι κινήσεις που γίνονται, χαρακτηρίζονται από σκοπιμότητα και ως ένα βαθμό υποκρισία και γι’ αυτό δεν αναμένεται να φέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Σωστή η χρηματοδότηση
Η απόφαση των Ευρωπαίων εταίρων για πρόσθετη χρηματοδότηση, προκειμένου να καλυφθούν βασικές ανάγκες των προσφύγων που έχουν καταφύγει από τη Συρία στην Τουρκία, είναι απόλυτα σωστή. Εχουν συγκεντρωθεί 2,7 εκατ. πρόσφυγες στην Τουρκία και το κόστος κάλυψης των αναγκών τους και της μερικής ενσωμάτωσής τους στην τουρκική οικονομία και κοινωνία έχει φτάσει ήδη τα 10 δισ. ευρώ.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση ανέλαβε την υποχρέωση να δώσει σταδιακά 6 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια, τα οποία δεν θα περάσουν από τον κρατικό προϋπολογισμό της Τουρκίας, αλλά θα πάνε απευθείας σε διεθνείς οργανισμούς και ΜΚΟ, οι οποίες θα παρέμβουν υπέρ των προσφύγων.
Επομένως δεν υπάρχει τίποτα επιλήψιμο στην αύξηση της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης των προσφύγων από τη Συρία που έχουν συγκεντρωθεί στην Τουρκία, ούτε μπορεί να θεωρηθεί αυτή η πρωτοβουλία αποτέλεσμα τουρκικής πίεσης ή και εκβιασμού.
Αβάσιμες υποσχέσεις
Το πρόβλημα βρίσκεται στη σύνδεση της πολιτικής που θα εφαρμόσουν οι δύο πλευρές για το προσφυγικό-μεταναστευτικό, με την προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. Ο Πρόεδρος Ερντογάν ζητεί να ανοίξουν περισσότερα κεφάλαια διαπραγμάτευσης παρά τις αντιρρήσεις της Κύπρου και να αναπτυχθεί δυναμική ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. σε διάστημα μερικών χρόνων. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Τουσκ και η καγκελάριος της Γερμανίας κ. Μέρκελ φαίνεται να είναι έτοιμοι να ικανοποιήσουν τις τουρκικές απαιτήσεις, παρά το γεγονός ότι αυτή την περίοδο η ευρωπαϊκή ηγεσία υιοθετεί συμπεριφορές εντελώς έξω από τα ευρωπαϊκά πλαίσια. Το τουρκικό καθεστώς οργανώνει εκκαθαριστικές επιχειρήσεις σε βάρος των Κούρδων, οι οποίες περιλαμβάνουν τον βομβαρδισμό ολόκληρων συνοικιών κουρδικών πόλεων, στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, ενώ επιβάλλεται έλεγχος, που μπορεί να φτάσει και στην αλλαγή της ιδιοκτησίας στα ΜΜΕ που αντιπολιτεύονται τον κ. Ερντογάν.
Οι κινήσεις του Βερολίνου και των Βρυξελλών είναι αντιπαραγωγικές για τρεις βασικούς λόγους.
Πρώτον, ενισχύουν την εντύπωση ότι επικρατεί ο κυνισμός στην ευρωπαϊκή πολιτική, με τα κριτήρια που εφαρμόζονται να αλλάζουν ανάλογα με τη σκοπιμότητα της στιγμής. Δεύτερον, η επίθεση φιλίας προς την Τουρκία αναμένεται να προκαλέσει την αντίδραση πολλών ευρωπαϊκών λαών και να ενισχύσει κι άλλο τις υπερσυντηρητικές και ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις. Τρίτον και σημαντικότερο, η προοπτική μίας Ε.Ε. η οποία θα έχει πλήρες μέλος την Τουρκία σε διάστημα 5-10 ετών αναμένεται να ενισχύσει τις κεντρόφυγες δυνάμεις. Δεν αποκλείεται να είναι ένας από τους παράγοντες που θα ενισχύσουν τους υποστηρικτές του Brexit εν όψει του δημοψηφίσματος που θα πραγματοποιηθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Πέμπτη 23 Ιουνίου.
Τέλος, η αναπόφευκτη διαπίστωση ότι η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. είναι πολιτικά αδύνατη, μπορεί να απαλλάξει την τουρκική πλευρά από τις υποχρεώσεις που αναμένεται να αναλάβει στη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού. Η Αγκυρα θα υποστηρίξει ότι εφόσον ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και πολιτικές δυνάμεις αντιτίθενται στην προοπτική της ένταξής της στην Ε.Ε., μπορεί και αυτή να συνεχίσει να ενθαρρύνει τις ροές των προσφύγων και των μεταναστών προς την Ε.Ε., μέσω Ελλάδας.
Του ευρωβουλευτή της Ν.Δ. Γιώργου Κύρτσου