Πύλη εισόδου λοιπόν, πού; Στο αχανές του κυβερνοχώρου. Το πέρασµα από τη µια στην άλλη όψη. Από το εδώ στο εκεί. Ανέµελα, αθόρυβα, φασµατικά, εις το διηνεκές. Αλόγιστα προς τα ρηχά, τα λασπερά, τα άπατα της µέρας που έφυγε. Από το εδώ στο εκεί. Συρτά, αµίλητα, προς τη µοναδική βεβαιότητα.
Ολο το βιβλίο είναι μονόλογος, παιχνίδι, στασίδι, αποκούµπι µιας γυναίκας στον προθάλαµο του γήρατος. Ξυπνάει και είναι νέα. Ξυπνάει και είναι γριά. Ανάλογα με τη διάθεσή της. Με τον ύπνο που έχει κάνει. Στην Αθήνα του σήμερα, όπως τη ζει, όπως την έζησε, όσο την έζησε. Με τα δικά της πρόσωπα. Τη δική της φωνή. Τη δική της ορθοστασία.
Σελίδες: 344