Οι παραστάσεις ολοκληρώθηκαν το Σάββατο.
Το κόνσεπτ ήταν αρκετά αφαιρετικό, όπως και οι προηγούμενες δουλειές της ομάδας. Μόνο τα απαραίτητα σκηνικά, ώστε να δίνει ο θεατής βάση στο κείμενο, το οποίο είναι ένα έργο καθόλου εύκολο ή εύπεπτο. Η ροή του ήταν σαφής, βατή, όμως τα ψυχολογικά ups and downs του ενός ήρωα, του Τζέρι, απαιτούν "εγρήγορση" και κεραίες συνεχώς ανοιχτές. Δεν είναι εύκολο να παρακολουθήσει κανείς τη σκέψη του ανθρώπου αυτού, αλλά ούτε και να προβλέψει τις επόμενες κινήσεις του, όσο κι αν προσπαθήσει.
Από τη μία έχουμε έναν στερεοτυπικό, συνηθισμένο, καθημερινό Πίτερ, της διπλανής πόρτας και από την άλλη τον σαρωτικό Τζέρι. Εχει περάσει δύσκολη ζωή και δε μπορείς παρά να τον συμπονέσεις, όπως συμπονείς όμως και τον Πίτερ, γιατί φαίνεται πως εγκλωβίστηκε, πως δεν ακολούθησε τα θέλω του, πως δεν ξέφυγε ποτέ για να δοκιμάσει τα όρια του.
Δε χωράνε συναισθηματισμοί ή αβρότητες σε αυτή την ιδιότυπη ολιγόωρη σχέση που θα προκύψει. Η΄ ίσως αυτό να το δει ο θεατής αργότερα και όχι με τη μορφή που θα περιμένει. Οι διάλογοι των ηρώων περνάνε από πολλά στάδια εκρήξεων. Οσο το κοινό "διαβάζει" στοιχεία των εντάσεων αυτών, αδιαμφισβήτητα με κάποια θα ταυτιστεί.
Η κατάληξη της παράστασης είναι μία κάθαρση, ολοκληρωτική και συγκινητική, αλλά και θαρραλέα, απρόσμενη. Οι δύο ηθοποιοί, Απόστολος Μεσσανάκης και Κωνσταντίνος Πασσάς τα πήγαν εξαιρετικά σε δύο πολύ δύσκολους ρόλους, σε αυτό το έργο του Αλμπυ που … ήρθε για να αναδείξει πόσα κοινά ένστικτα έχουμε με τα ζώα, κάτω από τα καλοσιδερωμένα κοστούμια μας.
Η σκηνοθεσία ήταν της Καλλιρρόης Βελέντζα, τα σκηνικά και τα κοστούμια της "Re-Act" και ο ήχος και τα φώτα του Νικήτα Σαραντάκου.
Γ.Σαρ.