Ενα κάστρο που χτίστηκε από το 1285 μέχρι το 1287 από το δούκα της Αθήνας Guillaume de la Roche, όταν δηλαδή αυτός ήταν βάιλος του Charles II d’Anjou (il zoppo), είναι αυτό της Δημάτρας (La Dimatre):
«(...) δούκας γαρ των Αθηνών, εκείνος ο Γυλιάμος,
μπάιλος και βικάριος ντζενεράλ όλου του πριγκιπάτου…
(…)
Κ’ ετότε εις την ημέραν του έχτισε την Δημάτραν,
το κάστρον που ήτον στα Σκορτά, το χάλασαν οι Ρωμαίοι
ατός του εστάθηκεν εκεί ετότε ο Μέγας Κύρης
έως ού και επληρώθηκεν το κάστρον της Δημάτρας(...)»
«Το Χρονικόν του Μορέως», κατά τον κώδικα της Κοπεγχάγης,
στίχοι 7991-92 & 7997-8000
Αφού λοιπόν τότε, οι βυζαντινοί είχαν αρχίσει να ανακαταλαμβάνουν τα ελληνικά εδάφη στο Πριγκιπάτο, αυτή η περιοχή της βόρειας Μεσσηνίας ήταν στρατηγικά ευαίσθητη, μια και οι Φράγκοι έπρεπε να οχυρωθούν καλύτερα για να προστατέψουν τις κτήσεις τους. Η σημασία λοιπόν αυτού του κάστρου είναι προφανής, αφού ο κάτοχός του μπορούσε να ελέγχει το πέρασμα για την Αρκαδία και την "ανήσυχη" περιοχή των Σκορτών, που βρισκόταν τότε στο στόχαστρο των Ελλήνων.
Ακόμα και όταν λίγο αργότερα το 1292-93 ο Florent de Hainaut έκτισε το κάστρο του Αγίου Γεωργίου στη Λυκόσουρα, η Δημάτρα ήταν μια βάση για τη στρατιωτική υποστήριξη των Φράγκων. Ενα περιστατικό που δείχνει τη σημαντική υποστήριξη που πρόσφερε το κάστρο της Δημάτρας στην περιοχή των Σκορτών έγινε το 1294. Τότε, όπως είχε καθιερωθεί τον Ιούνιο κάθε χρονιάς, γινόταν στα Βέρβενα ένα μεγάλο πανηγύρι με τη συμμετοχή Φράγκων αλλά και Ελλήνων. Εκεί, ο Φράγκος άρχοντας της Στεμνίτσας Girard de Rémy, παρεξηγήθηκε με τον Ελληνα άρχοντα της Μεγάλης Αράχωβας, Κροκόνδυλο. Τότε οι Ελληνες εξαγριώθηκαν από την προσβλητική συμπεριφορά του Rémy και κινήθηκαν εναντίον του. Ετσι κι αυτός για να σωθεί, κατέφυγε κυνηγημένος στο κοντινό κάστρο του Αγίου Γεωργίου όπου και παρέμενε κλεισμένος για να αποφύγει τις συνέπειες από το εξαγριωμένο πλήθος. Ομως, με αυτή την αφορμή οι Ελληνες κατέλαβαν το κάστρο. Ετσι ο πρίγκιπας της Αχαΐας Florent de Hainaut, το 1296 οργάνωσε και πήρε μέρος στην πολιορκία για την ανακατάληψη του κάστρου του Αγίου Γεωργίου που ο ίδιος είχε χτίσει πριν από λίγα χρόνια.
Η πολιορκία ήταν στενή αλλά το κάστρο, που υποστήριζαν πια οι Ελληνες, δεν έπεφτε. Αφού ήρθε ο χειμώνας, ο Florent de Hainaut αποχώρησε άπρακτος με τη διαταγή για την ενίσχυση της φρουράς του κάστρου της Δημάτρας με είκοσι ιππείς από την καστελλανία της Καλαμάτας. Αυτή η ενίσχυση ήταν αναγκαία γιατί υπήρχε ο φόβος της κατάληψης και του περάσματος στη Δημάτρα από τους Ελληνες των Σκορτών. Μετά από λίγο, τον Ιανουάριο του 1297, ο Florent de Hainaut πέθανε και ο Αγιος Γεώργιος παρέμεινε στα χέρια των Ελλήνων. Ομως το κάστρο της Δημάτρας συνέχιζε να ελέγχει για τους Φράγκους το νότιο πέρασμα για τα Σκορτά.
Λίγο αργότερα, το 1304, το κάστρο της Δημάτρας ήταν στα χέρια του Φράγκου καστελλάνου της Καλαμάτας Nicola le Maure. Και τότε ήταν η έδρα για τις εξορμήσεις των Φράγκων κατά των ξεσηκωμένων Ελλήνων της Λινίσταινας και της Ανδρίτσαινας. Αυτοί τότε πολιορκούσαν το κάστρο της Ωριάς ή Beaufort (Μποβέρκου) της Γορτυνίας, που έλεγχε το βόρειο πέρασμα για τα Σκορτά και που όπως και τον Αγιο Γεώργιο, είχε χτίσει το 1294 ο Florent de Hainaut. Μετά από αυτά τα γεγονότα και την επικράτηση των Ελλήνων, αναγράφεται στο "Χρονικόν του Μορέως" ότι καταστράφηκε το κάστρο της Δημάτρας. Ομως αυτό δεν είναι αλήθεια.
Φαίνεται ότι τότε, όπως πριν λίγα χρόνια και ο Αγιος Γεώργιος, το κάστρο πέρασε στα χέρια των Ελλήνων. Τότε φαίνεται ότι το κάστρο επισκευάστηκε και οι κάτοικοι της Μέλπειας και της γύρω περιοχής, κατέβηκαν και ίδρυσαν μικρό οικισμό στα Γκριτζιανά, στη νότια πλευρά του κάστρου, λίγο ψηλότερα από την Κάτω Μέλπεια, κοντά στο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου. Στην ανατολική πλαγιά του λόφου του Παλιόκαστρου υπάρχουν ακόμα ίχνη υδραγωγείου που μετέφερε νερό στον μικρό οικισμό από το Περιβολάκι της ανω Γαράντζας. Το όνομα του οχυρού οικισμού έγινε αργότερα Γκρεμπενή. Αυτό το όνομα όπως άλλωστε και το Γαράντζα, είναι αποτέλεσμα του σλαβικού μεταναστευτικού κύματος στο Μοριά, που τότε άλλωστε ήταν έντονο στην περιοχή. Ετσι αναφέρεται πλέον και στις πηγές. Σαν Γρεμπενή άλλωστε το αναφέρει και ο Γεώργιος Σφραντζής στο "Χρονικόν" του αφού τον Οκτώβριο του 1429 βρισκόταν στη βυζαντινή κυριαρχία:
«…πάντα τα εαυτού άστεα κώμαι και χώραι και φρούρια έσωνται τω δεσπότη κυρ Θεοδώρω, τα εκτός και εντός της Πελοποννήσου, ήσαν γαρ τα εντός, Ανδρούσα λέγω και Καλαμάτα, Μαντίνεια, Ιάννιτζα, Πίδημα και Μάνη και Νησίν και Σπιτάλιν και Γρεμπενή και Αετός και Νεόκαστρον και Ιθώμη η νυν λεγομένη Μεσσήνη και Αρχάγγελος και Σαυλάουρος και Ιωάννινα και Λιγούδιστα…»
Γκρεμπενή (ή Γρεμπενή) άλλωστε είναι και το τοπωνύμιο της περιοχής του κάστρου που σώζεται από τους ντόπιους ακόμα και σήμερα. Την ίδια επισήμανση είχε κάνει και ο Antoine Bon στο "La Morée franque", μετά και από τις παρατηρήσεις των W.A. Mc Donald και R. Hope Simpson.
Eτσι, όταν το 1377 συντάσσεται ο κατάλογος των προς ενοικίαση κτήσεων στο Μοριά της Jeanne I di Napoli και του άντρα της Otto der Brunswick για τους ιππότες του τάγματος του Αγίου Ιωάννη, γίνεται ταυτόχρονα και απογραφή των φράγκικων κτήσεων στο Μοριά. Εκεί βρίσκουμε και το κάστρο της Δημάτρας με το νέο όμως όνομά του, Grebini, να ανήκει μαζί με το κάστρο Turchata (;) στοn messer Janni Misido.
Το ίδιο κάστρο και η οχυρωμένη κωμόπολη πια της Γκρεμπενής, εμφανίζεται το 1391, σαν Gravenil και πάλι στην ιδιοκτησία του messer Janni Misido στο "Archivo di stato di Turin" και το γενεαλογικό δένδρο του οίκου της Savoie. Τότε ο οικισμός πρέπει να βρίσκεται στη μεγαλύτερη ακμή του αφού αναφέρεται ότι είχε 200 οικογένειες. Στη συνέχεια, το 1463, η Gribani vel Grebani εντοπίζεται στις βενετικές κτήσεις στο Μοριά.
Στη συνέχεια, συναντάμε ξανά αλλά και για τελευταία φορά, την παρηκμασμένη πια Γκρεμπενή στη βενετική απογραφή Grimani του 1700. Τότε είχε μόλις δυο οικογένειες και μόνο οκτώ κατοίκους.