Δύο χιλιόμετρα νοτιότερα του Μάραθου και έξι περίπου χιλιόμετρα δυτικά των Γαργαλιάνων, στο λιμανάκι του Διαλισκαριού, αναφέρεται ότι τη δεκαετία του 1920-30, βρέθηκε σημαντική ποσότητα και ποιότητα αρχαίων ευρημάτων των ιστορικών και κυρίως των ρωμαϊκών χρόνων. Ψηφιδωτά δάπεδα και πλακόστρωτα, τάφοι, δεξαμενές, μαρμάρινοι ραβδωτοί και αράβδωτοι κίονες ιωνικοί και κορινθιακοί, κιονόκρανα ιωνικού ρυθμού, υπολείμματα μεγάλων κτισμάτων και οχυρώσεων και επιγραφές υπήρχαν σε μεγάλη έκταση γύρω από τον μικρό όρμο. Τα ευρήματα αυτά ήταν αρκετά για να ταυτίσουν το λιμανάκι του Διαλισκαριού με την αρχαία Εράνα.
Αυτή η ταύτιση του μικρού και ξέβαθου πια από τις προσχώσεις των ομβρίων λιμανιού με την αρχαία Εράνα έγινε αρχικά από τον Ισπανό Saturnino Himenez, αλλά η αιτιολόγηση και τεκμηρίωση αποδίδεται στο Σουηδό αρχαιολόγο Nattan Valmin. Στο σημαντικό για την περιοχή έργο του "Etudes topographiques sur la Messenie ancience", Lund 1930, ο Σουηδός αρχαιολόγος αναφέρει ότι μετά την επίσκεψή του στο Διαλισκάρι και την επιτόπια μελέτη των αρχαίων λειψάνων:
«Εχω φθάσει πολύ στο να βλέπω στα ερείπια του Διαλισκαριού την αρχαία Εράνα».
«Δυο χιλιόμετρα νότια της Μαραθούπολης βλέπουμε πολυάριθμα ίχνη μιας πόλης, που φαίνεται να χρονολογείται τουλάχιστον από την Ελληνιστική εποχή. Τα περισσότερα από τα ερείπια είναι των ρωμαϊκών χρόνων».
«Σε μια άλλη κοντινή οικία βλέπουμε στο υπόστεγο πολλά μαρμάρινα κομμάτια που προέρχονται από το γειτονικό αγρό και υποδεικνύουν την ύπαρξη εκεί αναλόγου μεγάλου οικοδομήματος. Είναι "εκτεθειμένα" εκεί δυο ιωνικά κιονόκρανα, τέσσερις βάσεις ιωνικών κιόνων και δύο κορινθιακών… Στον τοίχο της οικίας είναι σφηνωμένοι ογκόλιθοι από πωρόλιθο και στο δάπεδο υπάρχει μωσαϊκό. Ολα αυτά τα ευρήματα φαίνονται να προέρχονται από το ίδιο οικοδόμημα, ίσως θέρμες με σημαντικές διαστάσεις».
«Εκατόν πενήντα μέτρα βορειοδυτικά από αυτή την οικία υπάρχει κυκλικό κτίσμα σαν θόλος, από πώρινους ογκόλιθους, που η διάμετρός του είναι 4 μέτρα. Ανάμεσα σ’ αυτό το κτίσμα και τη θάλασσα μπορεί κανείς να ακολουθήσει για 40 μέτρα περίπου ένα χονδρό τοίχο από πλίνθους, αναμφίβολα έναν τοίχο οχυρώματος της πόλης, που το λοξό διάγραμμά του σχηματίζει γωνίες και ασυνήθιστες καμπύλες. Μετά από αυτόν τον τοίχο η θάλασσα σχηματίζει μικρό όρμο με βραχώδη ακτή. Στο βράχο έχουν λαξεύσει μισό μέτρο πάνω από τη θάλασσα μία δεξαμενή 6μ. x 3μ. Από δυο πλευρές ένα αυλάκι επιτρέπει την επικοινωνία της δεξαμενής με τη θάλασσα. Πρόκειται πιθανώς περί αλυκής».
Εκτός από αυτή την περιγραφή του N. Valmin που αφορά την κυρίως πόλη και άλλα περιφερικά ευρήματα συνηγορούν για την ύπαρξη εκεί μιας οχυρής πόλης που όπως φαίνεται και από τη μελέτη των Γεωγραφικών του Στράβωνα δεν μπορεί να είναι άλλη από την αρχαία Εράνα (βιβλ. Η, κεφ. Γ’, 23, C.348):
«Εφεξής δ’ ουν τω Κυπαρισσήεντι επί την Μεσσηνιακήν Πύλον παραπλέοντι [και] το Κορυφάσιον ή τε Έρανά εστίν, ήν τινές ουκ ευ Αρήνην νομίζουσιν κεκλήσθαι πρότερον ομωνύμως τη Πυλιακή [έστι δε πλαταμώδης], αφ’ ης επί το Κορυφάσιον και την νυν καλουμένην Πύλον, εκατόν εισί στάδιοι».
[Η συμπλήρωση του χάσματος που υπάρχει στο κείμενο σε μερικούς κώδικες (μεταγενέστερα αντίγραφα) ανήκει στον αείμνηστο Γαργαλιανιώτη φιλόλογο και γυμνασιάρχη Σωτήριο Λυριντζή].
Εκατό μέτρα νότια του μικρού λιμανιού σε σχετικά υπερυψωμένη θέση, βρίσκονταν τα ερείπια ενός κτίσματος που σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις ήταν η βάση μιας βίγλας. Από εκεί ο βιγλάτορας επέβλεπε τη θαλάσσια περιοχή μέχρι το Ναβαρίνο. Ακόμα μια βίγλα (ημεροβίγλι) που κατόπτευε το ανοικτό πέλαγος δυτικά και βόρεια υπήρχε σε απόσταση ενάμισι χιλιομέτρου, βόρεια του Διαλισκαριού, πάνω σε μικρό λόφο που και σήμερα ονομάζεται Μεροβίγλι.
Η πόλη καταστράφηκε, σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις, μετά από νυχτερινή πειρατική επιδρομή σε κάποιο εορταστικό πανηγύρι των κατοίκων της. Οσοι διασώθηκαν, εγκατέλειψαν την αρχαία πόλη και κατέφυγαν στη συνοικία των Γαργαλιάνων, Ανεμόμυλοι.
Η ακριβής χρονολογία της καταστροφής της αρχαίας Εράνας δεν είναι γνωστή αλλά αυτή πρέπει να τοποθετηθεί στον 6ο ή το πολύ στον 7ο μ.Χ. αιώνα. Ο υπολογισμός αυτός βασίζεται σε επιγραφικά ευρήματα αλλά και σε νομίσματα που βρέθηκαν κατάσπαρτα στην περιοχή και φθάνουν μέχρι "Ιουστίνου και Σοφίας" (576-577 μ.Χ.). Επίσης από την ανακάλυψη τάφων των υστερο-ρωμαϊκών χρόνων στους Ανεμόμυλους των Γαργαλιάνων συμπεραίνουμε ότι πράγματι υπήρξε κατοίκηση εκεί, πιθανώς από τους διασωθέντες από την πειρατική επιδρομή κατοίκους της αρχαίας Εράνας. Βέβαια στο Διαλισκάρι βρέθηκαν και πολλά βενετικά νομίσματα που πρέπει όμως να σκορπίστηκαν εκεί στην πρώτη Βενετοκρατία, όταν το Λιμανάκι χρησίμευε σαν επίνειο των Γαργαλιάνων.