Στο άρθρο μεταξύ των άλλων καταγγέλλεται ότι ο αξιωματικός της Χωροφυλακής που είχε την ευθύνη για τη δολοφονία των εργατών στην Καλαμάτα το Μάη του 1934 ήταν εκείνος που έδωσε την εντολή να πυροβολήσουν οι χωροφύλακες και τους σταφιδεργάτες στο Ηράκλειο τον Αύγουστο του 1935:
«Κλέβουν το λαό με τον πιο επαίσχυντο τρόπο. Με τους φόρους και τους δασμούς που πουλάν το ψωμί σε τριπλή τιμή από όσα κοστίζει. Με τους ΑΣΟ και τα παρακρατήματα και τις άλλες μηχανές του πληρώνουνε του αγρότη για τα προϊόντα του, το ένα τρίτο της τιμής που πουλιώνται.
Το ψωμί έπρεπε να πουλιέται τρεις δραχμές, γιατί τόσο κοστίζει χωρίς φόρους και δασμούς. Η σταφίδα έπρεπε να αγοράζεται τουλάχιστον εφτάμισυ χιλιάδες δραχμές το χιλιόλιτρο από τον σταφιδοπαραγωγό, αφού πουλιέται 9.000 στο εξωτερικό.
Η σταφίδα και το ψωμί είνε δύο μονάχα τυπικά παραδείγματα, για το πώς οι κυρίαρχες τάξεις των πλουτοκρατών με την κυβέρνησή τους, κλέβουν το λαό και τον κάνουν να ζει κολασμένη ζωή, βουτηγμένος στην πείνα και την εξαθλίωση.
Στην Ελλάδα όμως, όπως την κατάντησαν οι εκμεταλλευτές στην Ελλάδα των Κονδύληδων και των Κομποχόληδων, η κλεψιά είναι ιερό πράγμα. Ο καθένας οφείλει να υποτάσσεται αδιαμαρτύρητα στο καθεστώς τους. Και αλλοίμονο σε κείνον που θα σηκώσει το κεφάλι και θα τολμήσει να αμφισβητήσει στους ληστές το δικαίωμα να τον ληστεύουν.
Στο Ηράκλειο, μερικοί μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού σταφιδέμποροι, συγκρότησαν τραστ. Και απόκλεβαν έτσι από τον κόπο του φτωχού σταφιδοπαραγωγού και από τον ίδιο τον πεινασμένο σταφιδεργάτη, ό,τι άφινε ο φορατζής, η αγροτράπεζα, ο τοκογλύφος. Οι πεντέξη του τραστ μάζευαν εκατομμύρια. Εχτιζαν μέγαρα. Δεν αρκούνταν όμως να κλέβουν από τον σταφιδοπαραγωγό και τον σταφιδεργάτη τον κόπο τους. Δεν τους έφτανε πως για να πλουταίνουν και να παχαίνουν αυτοί, καταδικάζουν στην αθλιότητα και την πείνα έναν ολόκληρο κόσμο δουλευτάδες. Η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμής και το κλέψιμο του ιδρώτα, τους ήταν λίγο. Οι αχόρταγες εκμεταλλευτές, οι εκατομμυριούχοι και παραπαχυμένοι “άνθρωποι” του τραστ, ορέχτηκαν και τα κορμιά των εργατριών. Τα κορίτσια των σταφιδεργατών και των σταφιδοπαραγωγών έπρεπε να υποκύψουν στις άτιμες αξιώσεις και τις βρωμερές ορέξεις τους, για να μη διωχτούν από τη δουλειά.
Κι’ όταν πια όλα αυτά τα αίσχη, ξεχείλησε η αγανάχτηση που έβραζε. Οταν οι σταφιδεργάτες κατέβαιναν σ’ απεργία και και αγωνίζονταν για το δίκιο τους, για το ψωμί και για την τιμή τους, τότε αναταράχθηκε το καθεστώς της κλεψιάς. Ο αντιπρόεδρος – αίσχος κινητοποιούσε κατά των απεργών τον στρατό, το στόλο, την αεροπορία. Ο νομάρχης του Ηρακλείου έβγαζε το πιστόλι ενάντια στους απεργούς. Και ο ίδιος ο δήμιος που δολοφόνησε πέρσυ τους εργάτες της Καλαμάτας, ο Παπαευσταθίου, έστρωσε το λιθόστρωτο με εργατικά κορμιά και έβαψε πάλι το χώμα με τιμημένο εργατικό αίμα. Ετσι προόδευε και προοδεύει το έργο των εκμεταλλευτών να μετατρέψουν την Ελλάδα σ’ ένα απέραντο νεκροταφείο.
Ο,τι είχαμε πριν ένα μήνα στην Κρήτη, τώχαμε προχθές στη Μεσσηνία. Ξεσηκώθηκαν ενάντια στη ληστεία που τους γίνεται οι δουλευτάδες του κάμπου, οι σταφιδοπαραγωγοί. Ζήτησαν να επιστραφεί ένα μέρος μονάχα από τον κλεμμένο ιδρώτα τους. Και το κράτος του ΑΣΟ, των σταφιδεμπόρων και των οινοβιομηχάνων, σκότωσε και τους σταφιδοπαραγωγούς, όπως σκότωσε τους σταφιδεργάτες.
Οι αγρότες, οι δουλευτάδες του κάμπου, οι δημιουργοί του πλούτου, οι ήρωες της δουλειάς, δεν φτάνει ότι ποτίζουνε με τον ιδρώτα τους τη γη. Πρέπει να την ποτίζουν και με το αίμα τους. Ετσι πρόσταζαν τα συμφέροντα των ληστών του ΑΣΟ.
Η ανανδρία όμως και η θρασύτητα των εκμεταλλευτών-πλουτοκρατών δεν έχει όρια. Δεν τους φτάνει που έκαναν την Ελλάδα κόλαση και νεκροταφείο του λαού της. Δεν τους είνε αρκετό ότι ληστεύουνε το ψωμί και τον κόπο των εργαζομένων και τους εκτελούν όταν ξεσηκώνονται και παλεύουν για το δίκιο τους, μα ζητάνε και τα ρέστα. Ξαπολάνε τα αφηνιασμένα τους όργανα στις εξεγερμένες περιφέρειες με την εντολή να τρομοκρατήσουν το λαό. Εφαρμόζουν το στρατιωτικό νόμο. Συλλαμβάνουν, φυλακίζουν, κακοποιούν, στήνουν έκτακτα στρατοδικεία, εκτοπίζουν.
Οι επαίσχυντοι δολοφόνοι του Ηρακλείου και της Πυλίας, έβαλαν όλα τους τα δυνατά για να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια απέραντη φυλακή του Ελληνικού λαού.
Για σταθείτε όμως κύριοι. Πού τραβάτε; Ποιος σας είπε ότι μπορείτε να υποτάζετε με τη βία των όπλων ένα ολόκληρο λαό, που ξεσηκώνεται γιατί τον ληστεύετε και τον τυραννείτε;
Γελασθήκατε αν νομίζετε, ότι στην Ελλάδα να επιβάλλετε, χωρίς τη θέληση του λαού, τα αντιλαϊκά-φασιστικά σχέδιά σας. Παίζουνε πολύ τραγικό παιχνίδι, παίζουνε με το κεφάλι τους, όλοι όσοι νομίζουν πως μπορούν να θάψουν τα ζωτικά ζητήματα, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ελληνικού λαού, κάτω από φασιστικές δικτατορίες, στρατιωτικά πραξικοπήματα και μοναρχικές παλινορθώσεις.
Δείτε την πραγματικότητα πώς είνε. Από τη μια μεριά στέκεσθε εσείς, οι Κονδύληδες και οι Μεταξάδες και οι Τσαλδάρηδες, με το βούρδουλα και με το πιστόλι στο χέρι, με τα βρώμικα συμφέροντα των εκμεταλλευτών που εκπροσωπείτε, με τις κλίκες σας και τις αντιθέσεις σας, με τους Βενιζέλους και τους Πλαστήρες που καραδοκούνε για τη ρεβάνς. Απ’ την άλλη μεριά στέκεται ο λαός. Ο λαός που σε όλες τις πόλεις της χώρας συγκροτεί το παλλαϊκό δημοκρατικό αντιφασιστικό του μέτωπο, που οργανώνεται και παλεύει λιονταρίσια για το ψωμί που του κλέβετε, για τη ζωή του που βρίσκεται στα χέρια του κάθε Παπαευσταθίου δημίου σας, για τις ελευθερίες που του αφαιρείτε.
Προχθές ξεσηκώθηκε η Κρήτη. Είπατε πως είναι δάχτυλος των βενιζελικών. Χθες ο Μεσσηνιακός κάμπος ήταν ανάστατος. Βγήκατε στα κεραμίδια για να φωνάξετε πως η εξέγερση του Μεσσηνιακού λαού είναι έργο των κομμουνιστών. Με τα γιατροσόφια αυτά δεν μπορείτε να σωθείτε.
Λύστε τα ζητήματα του λαού, ικανοποιείστε τις απαιτήσεις του για να μην εξεγείρεται. Αυτό όμως ούτε μπορείτε ούτε και θέλετε να το κάμετε. Ποιος ληστής ως τώρα γύρισε πίσω στα θύματά του το προϊόν της ληστείας του;"
(1232) “Ριζοσπάστης” 31/8/1935