Στις 2 Απριλίου 1827,
(Αριθ. ς΄). Εκλογή του κόμη Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδος για επτά χρόνια. Διορίστηκε τριμελής Αντικυβερνητική Επιτροπή για να κυβερνήσει την Ελλάδα μέχρι την άφιξη του Κυβερνήτη.
Στις 5 Απριλίου 1827,
(Αριθ. Θ΄). Ορισμός της διάρκειας και των μελών της «Αντικυβερνητικής Επιτροπής»: Γεώργιος Μαυρομιχάλης, Ιωάννης Νάκος και Ιωάννης Μακρής-Μιλαήτης.
Μετά τη θέσπιση της Αντικυβερνητικής Επιτροπής και τον ορισμό των μελών της, παραιτήθηκε αμέσως η προηγούμενη Κυβέρνηση του Ανδρέα Ζαΐμη, η «Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδος». Η Αντικυβερνητική Επιτροπή ορκίσθηκε την επόμενη ημέρα.
Ο Καποδίστριας πριν αποδεχθεί την πρόταση-εκλογή που του έγινε από την Γ´ Εθνοσυνέλευση, πήγε στη Πετρούπολη για να αποδεσμευτεί από την υπηρεσία του στον τσάρο Νικόλαο Α΄. Στη συνέχεια, τον Αύγουστο του 1827, κατευθύνθηκε στο Λονδίνο για να διερευνήσει τις εκεί συνθήκες και να δει το κλίμα που επικρατούσε στην Αγγλία για τις τύχες του υπό ίδρυση Ελληνικού Κράτους. Έφτασε στην αγγλική πρωτεύουσα στις 9 Αυγούστου 1827. Η υποδοχή που του έγινε εκεί ήταν ψυχρή. Ενδεχομένως σε αυτή την ψυχρότητα συνέτεινε και ο θάνατος του πρωθυπουργού George Canning την προηγούμενη ημέρα. Αναμφισβήτητα όμως μεταξύ Καποδίστρια και αγγλικής κυβέρνησης υπήρχε αμοιβαία δυσπιστία. Παρά την επιφυλακτικότητα των Άγγλων, ο Καποδίστριας κατάφερε να συναντήσει τον Άγγλο βασιλιά, που όμως κι αυτός τον υποδέχθηκε ψυχρά, στο Windsor. Η αγγλική κυβέρνηση όμως του υποσχέθηκε τη διάθεση πολεμικού πλοίου που θα τον μετέφερε μαζί με τη συνοδεία του από την Ανκόνα στην Ελλάδα.
Ελάιογραφία σε καμβά (1818-19) - Thomas Lawrence
Μετά το Λονδίνο, όπου παρέμεινε για έξι εβδομάδες, ο Καποδίστριας πήγε στις Βρυξέλλες και από εκεί στο Παρίσι, όπου και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Προφανώς οι Γάλλοι δεν είχαν ξεχάσει τις συνθήκες του Παρισιού στις 23 Μαΐου 1814 και κυρίως αυτή της Βιέννης στις 26 Ιουνίου 1815, όταν ο Καποδίστριας μετά από συνεννόηση με τον Ρισελιέ και εισήγησή του στον τσάρο Αλέξανδρο ουσιαστικά απέτρεψε τη χρεωκοπία και τη διάλυση της ηττημένης Γαλλίας. Όμως οι προσπάθειές του για την εξεύρεση δανείου δεν απέδωσαν. Από τη Γαλλία ο Καποδίστριας αναχώρησε σύντομα και πήγε στη Γενεύη. Στη συνάντησή του με τον Ελβετό νομικό Ch. Vernet, στις 24 Οκτωβρίου 1827, του ανέθεσε να συντάξει ποινικό, αστικό και εμπορικό κώδικα. Μετά τη Γενεύη, ο Καποδίστριας πήγε στο Τορίνο. Εκεί πληροφορήθηκε τα διαδραματισθέντα στον όρμο του Ναβαρίνου και αναχώρησε για την Ανκόνα.
Στις 8 Νοεμβρίου 1827 ο Καποδίστριας έφτασε στην Ανκόνα όπου και παρέμεινε, περιμένοντας για σαράντα εννέα ημέρες, το αγγλικό πλοίο που θα τον μετέφερε μαζί με τη συνοδεία του στην Ελλάδα. Η κακοκαιρία δεν επέτρεπε στο αγγλικό πλοίο να κάνει το ταξίδι για την παραλάβει και να τον πάει στην Ελλάδα. Γνωρίζοντας άριστα τις εξελίξεις στην Ελλάδα και τις δυσκολίες που τον ανέμεναν εκεί, έγραψε την 1η Δεκεμβρίου 1827 από την Ανκόνα στον φίλο του Κ. Κρουδ στην Μάσσα Λομβάρδα, στην Αιμίλια Ρομάνα τις σκέψεις του:
«… Τέσσαρας ήδη μακράς εβδομάδας επεριμένω ενταύθα αγγλικόν πλοίον δια να εκλπεύσω∙ και καθ’ ημέραν και ώραν εκάστην αγγελλόμενον, πότε να έλθη, να έμβω να φθάσω εκεί! Δεν με λανθάνουσιν όσα με προσμένουσιν άχαρα∙ ουδέ διστάζων διψώ να ευρεθώ τάχιον εν μέσω των παντοίων στερήσεων, της τύρβης, της ακαταστασίας, των παντοειδών κακομηχανιών και άλλων, εξ ων σύγκεινται σήμερον τα της Ελλάδος πράγματα…»
Από την Ανκόνα, με την κορβέτα του αγγλικού ναυτικού Wolf αναχώρησε στις 17 Δεκεμβρίου 1827, με προορισμό την Ελλάδα και πρώτο σταθμό την Κέρκυρα, όπου σχεδίαζε να προσκυνήσει τους τάφους της οικογένειάς του. Εν πλω όμως, τα σχέδια των Άγγλων άλλαξαν. Σε μια επίδειξη δύναμης και κυριαρχίας στην ανατολική Μεσόγειο, τον μετεπιβίβασαν σε άλλο πολεμικό πλοίο, το Warspite, και τον οδήγησαν στη Μάλτα όπου τον ανέμενε ο ναύαρχος Edward Codrington για να του «εξηγήσει» την πολιτική που θα ακολουθούσαν οι Άγγλοι στο ελληνικό ζήτημα. Εκεί τον πληροφόρησε ότι οι διαθέσεις της αγγλικής κυβέρνησης, μετά και τον θάνατο του George Canning, ήταν λιγότερο φιλελληνικές. Ο Codrington του δήλωσε απερίφραστα ότι τους ενδιέφερε μόνο το συμφέρον της χώρας τους. Τότε ο Καποδίστριας ξεδιπλώνοντας ακόμα μια φορά το διπλωματικό ταλέντο του, κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ναυάρχου Codrington, διαβεβαιώνοντάς τον ότι και το συμφέρον των Ελλήνων υπαγόρευε στην Ελληνική Κυβέρνηση να πολιτευθεί στο πλαίσιο της συνθήκης του Λονδίνου της 6ης Ιουλίου 1827.
Μετά τις διαβουλεύσεις, τις διαβεβαιώσεις καλής θέλησης και την επίδειξη της αγγλικής αποφασιστικότητας στη Μάλτα για την απόλυτη τήρηση των σχεδιαζόμενων συνόρων του νεοπαγούς Ελληνικού Κράτους, ο κόμης Ιωάννης Καποδίστριας αναχώρησε τελικά με το ίδιο πολεμικό πλοίο, για την Ελλάδα στις 2 Ιανουαρίου με κατεύθυνση την Αίγινα, όπου ήταν και η έδρα της «Αντικυβερνητικής Επιτροπής». Λόγω καιρού όμως το πλοίο του κατευθύνθηκε στο Ναύπλιο, όπου και έφθασε ανήμερα των Θεοφανείων, στις 6 Ιανουαρίου 1828. Το Warspite που έφερνε τον Έλληνα Κυβερνήτη στην Ελλάδα, συνόδευαν συμβολικά, ένα γαλλικό κι ένα ρωσικό πλοίο. Στις 8 Ιανουαρίου 1828, ο Κυβερνήτης αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο. Εκεί η υποδοχή του ήταν πάνδημη και αποθεωτική. Στο πρόσωπό του όλοι έβλεπαν τον λυτρωτή και σωτήρα του Έθνους. Η παρουσία του έδρασε καταλυτικά και έλυσε και τα τοπικά μακροχρόνια προβλήματα αφού οι φιλονικούντες φρούραρχοι του Παλαμηδίου και της Ακροναυπλίας Γρίβας και Φωτομάρας αντίστοιχα του παρέδωσαν τα κλειδιά των φρουρίων που μέχρι τότε κρατούσαν ο καθένας για λογαριασμό του. Ο Κυβερνήτης διόρισε φρούραρχο του Ναυπλίου τον Βαυαρό συνταγματάρχη Καρλ Βίλχελμ φον Χάιντεκ, τον κατοπινό ιδρυτή του στρατιωτικού σώματος των Ευελπίδων. Πολιτάρχης, με αστυνομικά καθήκοντα, ορίστηκε ο Βικέντιος Πίζαν.
Ο Κυβερνήτης, στις 11 Ιανουαρίου, αναχώρησε από το Ναύπλιο και πάλι με το Warspite και τη συνοδεία των δύο συμμαχικών πλοίων και έφτασε στην Αίγινα. Εκεί τον ανέμενε η «Αντικυβερνητική Επιτροπή», οι αρχές, η Βουλή και μεγάλο πλήθος λαού. Τα τρία πλοία τιμητικά χαιρέτισαν τον Κυβερνήτη και την ελληνική σημαία με κανονιοβολισμούς. Η υποδοχή του και στην Αίγινα ήταν και πάλι αποθεωτική. Μετά την επίσημη δοξολογία που έγινε την επόμενη ημέρα, εκφωνήθηκε λόγος υποδοχής του Κυβερνήτη από τον Θεόφιλο Καΐρη. Αυτός του υπενθύμισε την υποχρέωσή του να κυβερνήσει σύμφωνα με τις διατάξεις του πολιτεύματος που είχε ορίσει η Γ´ Εθνοσυνέλευση, που είχε εκλέξει και τον ίδιο. Ο Καΐρης ξεκίνησε τον λόγο του με στίχους από τους «Κριτές» της Παλαιάς Διαθήκης (κεφ. Η´, 23):
«Οὐκ ἄρξω ἐγώ·οὐκ ἄρξει ὁ υἱός μου έν ὑμῖν Κύριος ἄρξει ὑμῶν. Κύριος κυβερνήσει ὑμᾶς.»
και συνέχισε τονίζοντας μεταξύ άλλων τις δυσκολίες και κυρίως τις υποχρεώσεις που ο Κυβερνήτης αναλαμβάνει:
«… Χαῖρε, καὶ Σὺ Κυβερνῆτα τῆς Ἑλλάδος, διότι μετὰ τοσοῦτον πολυχρόνιον ἀποδημίαν, ἐπιστρέφεις εἰς τὴν κοινὴν πατρίδα, τὴν βλέπεις, τὴν χαιρετᾷς ὄχι πλέον δούλην καὶ στενάζουσαν ὑπὸ τὸν ζυγὸν, ἀλλ’ ἐλευθέραν, ἀλλὰ δεχομένην Σέ Κυβερνήτην, καὶ περιμένουσαν νὰ Σὲ ἰδῇ νὰ ὁδηγήσῃς τὰ τέκνα της εἰς τὴν ἀληθινὴν εὐδαιμονίαν καὶ εἰς τὴν ἀληθινὴν δόξαν. Ζῆθι! ἀλλ' ἔχων ἱερὸν ἔμβλημα «Ὁ Θεὸς καὶ ἡ δικαιοσύνη κυβερνήσουσι τὴν Ἑλλάδα.» Ζῆθι! ἀλλὰ κυβερνῶν οὕτως, ὥστε νὰ ἐπαναλάβῃ ἡ πατρὶς, νὰ καταλάβωμεν καὶ ἡμεὶς, νὰ ἐπαναλάβῃ ἡ ἀδέκαστος ἱστορία, νὰ ἀντηχήσωσιν ὅλοι οἱ αἰῶνες, ὅτι οὐ Σὺ, οὐδὲ ὁ υἱός Σου, οὐδὲ ὁ οἰκείοςΣου, οὐδὲ ὁ φίλος Σου, οὐδὲ πνεῦμα φατρίας, ἀλλ' ἀληθῶς αὐτὸς ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ τὸ δίκαιον, αὐτοὶ τῆς Ἑλλάδος οἱ θεσμοὶ κυβερνῶσι τὴν Ἑλλάδα διὰ Σοῦ…
….Ὅσοι εὑρέθητε εἰς τὴν Ἐθνικὴν ἐκείνην Συνέλευσιν,ἐνθυμεῖσθε ἀκόμη ποῖα ἄγρια πάθη ἠγέρθησαν διὰ νὰ καταστρέψωσιν ὅτι ἡ μανία τῶν τυράννων ἤ παρέβλεψεν, ἤ δὲν ἐδυνήθη νὰ ἀφανίσῃ. Ποία φλὸξ διχονοιῶν ἐξήφθη διὰ νὰ κατακαύσῃ, ὅσα τὸ ἐχθρικὸν πῦρ δὲν ἠμπόρεσε νὰ καταφλέξῃ πῶς ὁ Ἕλλην κατὰ τοῦ Ἕλληνος, ὁ συγγενὴς κατὰ τοῦ συγγενοῦς, ὁ ἀδελφὸς κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ καθωπλίζετο, καὶ ὁ ἄσπλαγχνος καὶ ἀδυσώπητος ἐμφύλιος πόλεμος ἑτοιμάζετο νὰ καταφέρῃ τὴν τελευταίαν εἰς τὴν πνέουσαν τὰ λοίσθια πατρίδα πληγήν. Τότε, μόλις τὸὄνομα προφέρεται τοῦ Καποδίστρια, καὶ ὅλα καταπραΰνονται ἡ ὁρμὴ τῶν ἀγρίων παθῶν κατέπαυσε, καὶ τὰ ὀλέθρια τῶν διχονοιῶν ἀπστελέσματα ἐμποδίσθησαν. Φέρετε ἀκόμη κατὰ νοῦν πόσην χαρὰν ἐπροξένησεν ἡ ἐκλογή του· μὲ ποίαν ἀγαλλίασαν τὴν ἐδέχθησαν οἱ ἐκεῖ εὐρεθέντες· μὲ πόσην ταχύτητα διεδόθη εἰς ὅλον τὸ ἔθνος καὶ ποίας ἐλπίδας τοῦ ἐνέπνευσεν.
Ἀλλ' ἄν, ὦ Κυβερνῆτα τῆς Ἑλλάδος, αἱ λαμπρότεραι στιγμαὶ τῆς εἰς αὐτὴν πολιτικῆς ζωῆς σου ἐφάνησαν ἀπὸ τὴν ἐν Τροιζῆνι Συνέλευσιν, τὸ μεγαλήτερον ὅμως τοῦ βίου σου κατόρθωμα ἀρχίζει ἀπὸ τὴν σήμερον, καὶ μέλλει ἀκόμη νὰ κατορθωθῇ….
…. Ἐὰν ἄνθρωπος δὲν ἀνεδέχθη ἀκόμη κυβέρνησιν ἔθνους μὲὁποίας καὶ εἰς ὁποίας περιστάσεις ἀναδέχεσαι Σὺ τὴν κυβέρνησιν τοῦ ἔθνους Σου, ἤξευρε ὅτι καὶ ἄνθρωπος δὲν ἐδοξάσθη ἀκόμη, ὡς Σὺ μέλλεις νὰ δοξασθῇς, ἐὰν κατορθώσῃς τὸ μέγα τοῦτο κατόρθωμα...
Ἀλλ' ὦ Κυβερνῆτα τοῦ παντός! Σὲ ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδίας ἐπικαλούμεθα! διαφύλαξε τὸν Κυβερνήτην ἡμῶν καθαρὸν ἀπὸ τὸ ὀλέθριον τῶν φατριῶν μίασμα! φώτισέ τον νὰ μάθῃ ὅλας τὰς ἀληθινὰς τῶν μεγάλων δυστυχιῶν καὶ συμφορῶν μας αἰτίας, καὶ νὰ τὰς ἐξαλείψῃ νὰ γνωρίσῃ ὅλας τὰς πληγάς μας, καὶ νὰ τὰς θεραπεύσῃ· νὰ μὴν ἀπατᾶται ἀπὸ τοὺς λόγους, μηδὲ ἀπὸ τὸ φαινόμενον, ἀλλὰ νὰ ἐρευνᾷ καὶ τοὺς σκοποὺς, καὶ τὰ ἔργα, καὶ τὴν ἱκανότητα ὅλων ἐκείνων, εἰς τοὺς ὁποίους μέλλει νὰ ἐμπιστευθῇ τὰ ἱερὰ τῆς Πατρίδος ὑπουργήματα· ἐνίσχυέ τον νὰ βάλῃ εἰς πρᾶξιν ὅλα, ὅσα εἰς τὴν εὐνομίαν καὶ ἀληθινὴν αὐτῆς εὐδαιμονίαν συντείνουσιν. Ἀξίωσε δὲ καὶ ἡμᾶς νὰ ἰδῶμεν τελευταῖον τὰς τόσον ἐπιθυμητὰς καὶ εὐκταίας ἡμέρας τῆς δικαίας καὶ ἀληθινῆς κυβερνήσεως, τὴν πατρίδα ἀληθῶς ἐλευθέραν, αὐτόνομον, καὶ ἀνεξάρτητον, καὶ νὰ καυχώμεθα ὅτι, οὐχὶ πάθος χαμερπὲς, οὐδὲ ἰδιοτέλεια, οὐδὲ πνεῦμα φατρίας, ἀλλ’ αὐτὸ τὸ δίκαιον, αὐτὸ τῆς Ἑλλάδος τὸ Πολιτικὸν Σύνταγμα, αὐτὸς Σὺ κυβερνᾷς τὴν Ἑλλάδα διὰ τοῦ αὐτῆς Κυβερνήτου.
Γένοιτο!»
(Γενική Ἐφημερίς τῆς Ἑλλάδος (Ἀριθμ. 7 Ἔτος Γ’) Σάββατο 28 Ἰανουαρίου 1828.
Γενική Ἐφημερίς τῆς Ἑλλάδος (Ἀριθμ. 8 Ἔτος Γ’) Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 1828.
Από Kapodistrias.info)
Και πραγματικά, έτσι είχε η κατάσταση. Φθάνοντας στην Ελλάδα ο Κυβερνήτης είχε να διαχειριστεί άδεια ταμεία και ανοικτά μέτωπα. Η κακοδιοίκηση και οι φατριασμοί που είχαν διχάσει τον λαό έπρεπε να ξεπεραστούν. Οι Τουρκο-αιγύπτιοι του Ιμπραήμ που εξακολουθούσαν να κατέχουν μεγάλο μέρος της δυτικής και κεντρικής Πελοποννήσου συνέχιζαν τις επιδρομές τους σ’ αυτήν ενώ κι ο Κιουταχής κατείχε σταθερά σχεδόν ολόκληρη τη Στερεά Ελλάδα. Ο κίνδυνος της εξαίρεσης της Στερεάς από τα όρια του σχεδιαζόμενου Ελληνικού Κράτους ήταν μεγάλος.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας αρχικά ηγήθηκε ενός Κράτους που η επικράτεια του περιοριζόταν στο Ναύπλιο, μερικές περιοχές της Ανατολικής Πελοποννήσου, του Ισθμού και των Μεγάρων, τα νησιά του Αργοσαρωνικού, την Μάνη και μια μικρή έκταση της Δυτικής Ελλάδας. Φυσικά, λόγω της τεράστιας διπλωματικής εμπειρίας του χειριζόταν ο ίδιος την εξωτερική πολιτική καταφέρνοντας να επαναφέρει το Ελληνικό ζήτημα και πάλι στην επικαιρότητα. Ο Κυβερνήτης κράτησε πολιτική ίσων αποστάσεων από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις, εφαρμόζοντας απαρέγκλιτα πολιτική εθνικής ανεξαρτησίας ώστε να επιτύχει την αυτονομία του Ελληνικού Κράτους.
Έχοντας να διαχειριστεί αυτήν την κατάσταση, ο Καποδίστριας έδειξε αμέσως ότι δεν σκόπευε να κυβερνήσει με βάση το πολίτευμα της Γ´ Εθνοσυνέλευσης. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις του, για να αντιμετωπίσει τα φλέγοντα προβλήματα και μέχρι να λήξει η εμπόλεμη κατάσταση, έπρεπε να υπάρξει μεταβολή στο κυβερνητικό σχήμα, κάτι που θα του έδινε όλες τις αρμοδιότητες για να μπορεί χωρίς δεσμεύσεις, να ασκήσει την κυβερνητική εξουσία απρόσκοπτα. Ένας μεγάλος του αντίπαλος ήταν και τα οικονομικά συμφέροντα και οι αντιδράσεις των κοινωνικών ομάδων των πλούσιων γαιοκτημόνων της Πελοποννήσου καθώς και των πλοιοκτητών της Ύδρας.
Η μεταβολή του κυβερνητικού συστήματος ψηφίστηκε στις 18 Ιανουαρίου 1828 από την προσωρινή Διοίκηση της Επικρατείας και προέβλεπε τη δημιουργία του Πανελληνίου, ενός γνωμοδοτικού σώματος που αντικατέστησε το «Βουλευτικόν». Το «Πανελλήνιον» αποτελούσαν είκοσι επτά μέλη, χωρισμένα σε τρία τμήματα με επικεφαλής τους Προβούλους. Με Διάταγμα η Βουλή και η «Αντικυβερνητική Επιτροπή» παρέδωσαν τα αρχεία και τα χρέη τους στους πρώτους Γραμματείς και τους τρεις Προβούλους του «Πανελληνίου».