Παρασκευή, 18 Ιουνίου 2021 09:50

Μιχάλης Μανιάτης: Η ζωή του από την μακρινή Κίνα στην Κυπαρισσία

Γράφτηκε από την

O Μιχάλης Μανιάτης δεν είναι απλά ένας ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις πιο θρυλικές και εμπορικές ταινίες της δεκαετίας του ’80 όπως «Άγγελος», «Ρεμπέτικο», «Λούφα και παραλλαγή», αλλά παράλληλα ένας άνθρωπος που τόλμησε και έκανε πολλά στη ζωή του.

Μια ζωή που είναι ένας συνεχής αγώνας δρόμου, με πολλές στάσεις και πολλά ενδιαφέροντα γεγονότα. Ο ίδιος τα τελευταία χρόνια μοίραζε τη ζωή του μεταξύ Κίνας και Κυπαρισσίας, εκεί όπου τελικά βρήκε τον παράδεισό του, μακριά από κάθε είδους δημοσιότητα.

Σε μια σπάνια συνέντευξή του σήμερα στην «Espresso», ο ίδιος γυρίζει πίσω στα παιδικά του χρόνια, κάνει στάση στους σημαντικότερους σταθμούς της καριέρας του και καταλήγει στην πέτρινη σπηλιά όπου μένει στην Κυπαρισσία, εκεί όπου πλέον είναι το καταφύγιό του!

Προσπάθησα αρκετά να βρω στοιχεία για τα παιδικά σας χρόνια, αλλά δεν βρήκα πουθενά, κύριε Μανιάτη…

Γεννήθηκα στην Αθήνα. Σε μια υπέροχη Αθήνα, μιας άλλης εποχής…

Και πώς προέκυψε το γεγονός ότι πλέον «μεταναστεύσατε» στην Κυπαρισσία, αφού οι ρίζες σας δεν είναι από εκεί;

Εδώ και χρόνια με τα μέλη της οικογένειάς μου είχαμε την επιθυμία να πάρουμε ένα μεγάλο κομμάτι γης και να ζούμε όλοι μαζί και καθένας να έχει το σπίτι του μέσα σε αυτό. Βρήκαμε λοιπόν το ιδανικό μέρος εδώ στην Κυπαρισσία, που συνδύαζε όλα τα κριτήρια που είχαμε θέσει: βουνό και θάλασσα, Πελοπόννησο (να είναι δηλαδή κοντά στην Αθήνα) και να έχει αρχαιότητες. Και όταν βρήκαμε αυτόν τον ελαιώνα λίγο έξω από την Κυπαρισσία, κοντά στο χωριό Βρύσες, το αγοράσαμε.

Πόσα αδέλφια έχετε;

Ήμασταν έξι αδέλφια. Τα τρία ζούμε και τα άλλα τρία έχουν πεθάνει.

Τα παιδικά σας χρόνια πώς ήταν;

Μαγικά. Εγώ μεγάλωσα σε μια Αθήνα που ακόμα ήταν μια πανέμορφη πόλη, ενώ τώρα δεν έχει εξελιχθεί όπως άλλες πρωτεύουσες του κόσμου. Ευτυχώς που έχει έναν καλό δήμαρχο που κάνει τεράστιες προσπάθειες.

Όμως δεν είναι η Αθήνα όπου μεγάλωσα εγώ τότε που ήταν μια πόλη με ταυτότητα. Τότε υπήρχαν σπίτια με αυλές, νεοκλασικά. Όμορφες εικόνες. Μεγάλωσα στα πέριξ του Λυκαβηττού και ο μπαμπάς μου είχε θερινούς κινηματογράφους και κινηματοθέατρα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Γεννήθηκα μετά τον Εμφύλιο και οι γονείς μου για ασφάλεια έμεναν μέσα στον κινηματογράφο μας, τον Βερντέν, ο οποίος είχε 2.000 θέσεις μέσα σε τέσσερα στρέμματα οικόπεδο, όπου παντού υπήρχαν κληματαριές και αγιοκλήματα τα οποία μοσχοβολούσαν.

Κατάγεστε από εύπορη οικογένεια, όπως αντιλαμβάνομαι…

Η λέξη «εύπορη» είναι σχετική, γιατί οι γονείς μου ήταν επιχειρηματίες και ζούσαν με τις διακυμάνσεις των επιχειρήσεών τους. Εγώ γεννήθηκα το ’52 που ήταν μια εποχή ανασύνταξης της Ελλάδας. Ο πατέρας μου λοιπόν μόνο κάθε Σαββατοκύριακο έκοβε 8.000 εισιτήρια. Επίσης, επειδή μεγάλωσα με δύο γονείς που ήταν πολύ ανοιχτά μυαλά, «αναρχικά» μυαλά, δεν είχαμε την αίσθηση αν ήμασταν φτωχοί ή πλούσιοι. Είτε είχαμε χρήματα είτε δεν είχαμε. Ποτέ δεν είχαμε τη νοοτροπία των νεόπλουτων.

Το ότι μεγαλώσατε σε ένα τέτοιο οικογενειακό περιβάλλον μήπως έπαιξε ρόλο και στο επάγγελμα του ηθοποιού που ακολουθήσατε;

Καμία σχέση. Οι σπουδές μου ήταν στον τομέα της οικονομίας, της μουσικής, της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι θα ασχοληθώ με τις τέχνες. Μετά τον θάνατο του πατέρα μου έπρεπε να δουλέψω γιατί οι γονείς μου δεν ήταν βιομήχανοι για να υπάρχει πίσω μας οικονομική ευμάρεια. Αλλά και τότε που ζούσε ο πατέρας μου εγώ πάντα δούλευα. Είχα δουλέψει και ως μοντέλο, ως ο πρώτος Ελληνας που μπήκε στη «Vogue», και έβγαζα πολλά χρήματα. Αλλά όταν πέθανε ο πατέρας μου το ’74, ξεκίνησα στον τομέα των media, γιατί ήταν το πιο κοντινό με τις σπουδές μου. Και τότε ο Χατζιδάκις βρήκε νέα ταλέντα με εικοσάρηδες για το Τρίτο Πρόγραμμα. Και ένας από αυτούς τους εικοσάρηδες ήμουν και εγώ! Ετσι άρχισα να δουλεύω ως παραγωγός σε παραγωγές που έφτιαχνα. Και αμέσως μετά ως παραγωγός στην τηλεόραση, και στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.

Και κάπου εκεί έρχεται και ο Κατακουζηνός με την ταινία «Άγγελος»;

Ναι. Είχε σκεφτεί να κάνει μια ταινία (που ήταν ο «Άγγελος») και ήθελε κάποιον να τον βοηθήσει με την παραγωγή. Δέχτηκα να τον βοηθήσω και στήσαμε την παραγωγή με μια low budget ταινία. Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων όλοι. Δεν βρίσκαμε όμως ηθοποιό να παίξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Και αναγκάστηκα να τον παίξω εγώ. Δεν είχα δηλαδή κάποια επιθυμία να γίνω ηθοποιός. Μετά την εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία του «Αγγελου» εγκλωβίστηκα στο να κάνω πράγματα τα οποία ήταν φυσικό επακόλουθο. Ομως για μένα δεν ήταν αυτό που λέμε «ουάου».

Εμένα αυτό που με ενόχλησε με τη μικρή μου καριέρα ως ηθοποιός είναι ότι δεν αποζητούσα ποτέ τη δημοσιότητα! Το μόνο που ήθελα μόλις τέλειωνε ένα project ήταν να μένω απομονωμένος με την οικογένειά μου και τους φίλους μου. Και γι’ αυτό δεν ανήκα ποτέ στο «κύκλωμα των ηθοποιών» κ.λπ. Και όσοι καλλιτέχνες υπήρξαν φίλοι μου αυτό έγινε διότι με όλους ήμασταν μαζί από παιδιά. Όπως ήταν η Αρλέτα, η Δήμητρα Γαλάνη και τόσοι άλλοι. Δεν κυνήγησα ποτέ καμιά δουλειά και δεν πήγα ποτέ στα μπαράκια όπου σύχναζαν σκηνοθέτες και άνθρωποι του θεάματος. Γιατί όλα αυτά εγώ τα έζησα ως παιδί. Εγώ μεγάλωσα βλέποντας στο σπίτι μας να τρώνε λαχανοντολμάδες κάθε Κυριακή ως φίλοι του πατέρα μου ο Χατζηχρήστος, ο Αυλωνίτης, ο Φωτόπουλος, η Σοφία Βέμπο και όλοι αυτοί οι κολοσσοί.

Όταν ανακοινώσατε στη μητέρα σας ότι θα παίξετε στην ταινία, πώς το εξέλαβε;

Σαν κάτι το φυσιολογικό, γιατί ήταν μέρος της δουλειάς μου. Και επειδή είχα ξοδέψει αρκετά χρήματα για την παραγωγή, έπρεπε να γίνει η ταινία.

Τελικά, γιατί πιστεύετε πως ο κόσμος σάς έχει ταυτίσει τόσο πολύ με τον ρόλο του «Άγγελου» ενώ έχετε κάνει κι άλλες ταινίες…

Όταν μία άριστη ταινία, κατασκευαστικά. Επίσης ο «Άγγελος» ήταν μια πολύ ανθρώπινη ταινία και δεν μπόρεσε να επαναληφθεί κάτι αντίστοιχο. Για την ταινία αυτή δούλεψε μια ομάδα ανθρώπων ανιδιοτελώς, πιστεύοντας ότι θα κάνουν μια καλή ταινία. Κανένας δεν καβάλησε κανέναν σε αυτή την ταινία. Εκεί είναι το μυστικό της επιτυχίας.

Δεδομένης της τεράστιας εμπορικής και καλλιτεχνικής επιτυχίας της ταινίας, εσείς βγάλατε χρήματα;

Όχι, καθόλου. Ούτε καν τα ένσημά μου δεν κόλλησαν! Γι’ αυτό και λέω ότι τελικά η ζωή έχει πλάκα…

Τον Αντονι Χόπκινς πώς τον γνωρίσατε;

Είναι πολύ απλό: Όταν αποφάσισα ότι, για να σώσω την ήδη επένδυση που είχε γίνει σε χρόνο και χρήμα για τον «Άγγελο», θα έπαιζα εγώ, συνεννοηθήκαμε ότι πρέπει να κάνουμε ένα διάλειμμα για να προετοιμαστώ. Μαζί λοιπόν με τον Αντονι Χόπκινς υπήρξαν και κάποιοι σημαντικοί Έλληνες φίλοι για αυτή την προετοιμασία, όπως η χορογράφος Μαρία Τσούτη, ο Γρηγόρης Βαλλιανάτος, ο Πάτροκλος Σίμος. Με άλλα λόγια, έκανα μια ολόκληρη προεργασία, όπως γίνονταν οι ταινίες στο εξωτερικό. Παράλληλα, επειδή γνωριζόμουν με τον Χόπκινς από το Λος Αντζελες, με προσέλαβε ώστε να γνωρίσω την πειθαρχία μπροστά από την κάμερα. Σηκωνόμασταν λοιπόν πολύ νωρίς το πρωί και μου μάθαινε πώς θα μπω στον ρόλο. Και αυτό που μου έμαθε ήταν η λεγόμενη «αφαίρεση». Ελεγε: Αν θέλεις να ενσαρκώσεις πολύ καλά τον ρόλο, μην μπεις στο πετσί του ρόλου, αλλά μπες στο πετσί του ηθοποιού που πρέπει να παίξει τον ρόλο.

Ο ρόλος του «Άγγελου» σας στιγμάτισε;

Δεν στιγμάτισε εμένα. Τον κόσμο στιγμάτισε! Στιγμάτισε επίσης μια γενιά σκηνοθετών στην Ελλάδα, οι οποίοι ποτέ δεν κατάλαβαν ότι τους ηθοποιούς τούς χρησιμοποιούσαν απλά σαν… τοπίο. «Πες τα λόγια σου και είσαι… εντάξει!»

Για εσάς ο ρόλος αυτός ήταν ευχή ή κατάρα;

Ο ρόλος αυτός δεν ήταν πρόβλημα για μένα, αλλά για αυτούς που τους έμεινα ως «Άγγελος» στο μυαλό.

Όταν παίξατε στον «Άγγελο», στηριχτήκατε στις αφηγήσεις του πραγματικού ήρωα της ταινίας, του Χρήστου Ρούσσου;

Στηριχτήκαμε στο γενικότερο στόρι της υπόθεσης αυτής. Δεν ήταν αναπαράσταση ενός γεγονότος που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο. Για εμάς δεν είχε σημασία αν η ιστορία διαδραματιζόταν μεταξύ δύο ανδρών ή δύο γυναικών.

Εμάς μας είχε ενοχλήσει ότι σε ένα παιδί 18 ετών, που είχε κάνει ένα έγκλημα πάθους, η κοινωνία εκείνης της εποχής συμπεριφερόταν σαν να ήταν ο πιο ακραίος serial killer και δεν του είχαν αναγνωρίσει ούτε ένα ελαφρυντικό. Κάναμε λοιπόν μια ταινία ψυχολογική για το πώς ένας καθημερινός άνθρωπος μπορεί να φτάσει σε ένα στιγμιαίο έγκλημα λόγω του έρωτα. Όταν η ταινία παίχτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, κανένας συντελεστής δεν ήρθε.
Ολοι πίστευαν πως το κοινό θα μας πετάξει ντομάτες. Ήμουν μόνος μου στο θεωρείο και ήμουν ο μόνος που πίστεψε από την αρχή ότι είναι πολύ καλή η ταινία. Και στο τέλος με αποθέωσε όρθιο όλο το κοινό! Ο κόσμος εκτίμησε τη δουλειά που κάναμε. Δεν πήγε στα σινεμά να δει δύο γκέι που πηδιούνται, αλλά να δει το κοινωνικό μήνυμα που βγάζει αυτή η ταινία. Την εποχή εκείνη λάμβανα 6.000 γράμματα την εβδομάδα από γονείς που μου έγραφαν πόσο τους άνοιξε τα μάτια αυτή η ταινία. Ούτε η Βουγιουκλάκη να ήμουν!

Προτάσεις σάς γίνονται πλέον για θέατρο ή κινηματογράφο;

Όχι, ποτέ.

Γιατί αυτό;

Νομίζω με… φοβούνται. Ίσως δεν μπορούν να με βάλουν σε ένα καλούπι. Σκέψου ότι δεν με έχουν φωνάξει ποτέ σε κάστινγκ. Ίσως δεν ξέρουν πώς να με «χρησιμοποιήσουν».

Τα χρόνια περνάνε. Έχετε συμβιβαστεί με την εικόνα σας και αυτό που βλέπετε στον καθρέφτη σας;

Ποιον καθρέφτη; Αν έρθεις εδώ όπου μένω, στη σπηλιά με ένα υπαίθριο μπάνιο και μια υπαίθρια κουζίνα, θα δεις ότι δεν έχω κανέναν καθρέφτη. Δεν με αφορά η εικόνα μου. Μου αρέσει η εσωτερική μου εικόνα. Με αγαπάω!

Τα σκάνδαλα στον χώρο του θεάματος με τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις και τις κακοποιήσεις από συναδέλφους σας πώς τα είδατε;

Δεν είναι μόνο στον χώρο του θεάματος. Για όνομα του Θεού. Η σεξουαλική κακοποίηση είναι παγκόσμιο θέμα και θέλει πολλή δουλειά. Δεν είναι το επάγγελμα που σε κάνει να έχεις παραβατική συμπεριφορά. Οποιοσδήποτε έχει εξουσία μπορεί να συμπεριφερθεί ανάλογα. Χαίρομαι που βγήκαν κάποιοι άνθρωποι και μίλησαν.

Εσάς σας έχει τύχει σεξουαλική παρενόχληση;

Πλάκα μού κάνεις. Και από άντρες και από γυναίκες. Όμως, από την άλλη, την εποχή του «Αγγέλου» ξέρεις πόσα νεαρά άτομα μου την έπεφταν; Δεν την έπεφτα εγώ, μου την έπεφταν…

Και πώς το αντιμετωπίσατε;

Πάντα με χιούμορ. Δηλαδή αν μου την έπεφτε εμένα κάποιος από όλους αυτούς που σήμερα τους κατηγορούν, απλά θα του έλεγα με χιούμορ: «Έλα, ρε, σταμάτα τώρα. Κοιτάξου στον καθρέφτη». (γέλια)

Η Κίνα και η επιχειρηματική σας ενασχόληση εκεί πώς προέκυψαν;

Όπως προέκυψε και ο «Άγγελος», αλλά και τόσες άλλες ενασχολήσεις μου με διάφορα πράγματα. Από τύχη. Μην ξεχνάς ότι λατρεύω να μαγειρεύω, μου αρέσει ο τουρισμός και γενικά είμαι ένας πολύ εργατικός άνθρωπος. Άμα δουλεύεις, δημιουργείς. Η Κίνα λοιπόν προέκυψε στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης. Επειδή δεν είχα τίποτα να κάνω στην Ελλάδα, φίλοι με προσκάλεσαν να πάω εκεί, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο project. Όταν πήγα και είδα ότι στην Κίνα η ελληνική κουζίνα είναι άγνωστη και τα ελληνικά προϊόντα δύσκολα τα αγοράζουν, το πήρα πατριωτικά και αποφάσισα να μιλάω παντού για την Ελλάδα και τα προϊόντα της. Και έτσι βρήκα κάτι πολύ ενδιαφέρον να κάνω!

Μένετε πλέον στην Κυπαρισσία. Σας αρέσει η αγροτική ζωή;

Τη λατρεύω. Επειδή δεν είχα χωριό όταν ήμουν παιδί, ακόμα και στο σπίτι μας στη Δεινοκράτους που είχε ένα μικρό κηπάκι εγώ φύτευα φασολιές και παρατηρούσα πώς μεγάλωναν τα φασόλια και τα έκοβαν οι γειτόνισσες.

Αν βάζατε τίτλο στη ζωή σας, ποιος θα ήταν;

Έκανα πάντα αυτό που έπρεπε να γίνει!