"Αγαπώ το θέατρο γενικώς κι αυτό σημαίνει ότι είμαι υπέρ όλων των μορφών του θεάτρου" λέει ο γνωστός ηθοποιός Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης που αντιμετωπίζει το θέατρο ως θεατής… «Κι είμαι θεατής πλατιάς γκάμας» όπως λέει χαρακτηριστικά. Χθες το βράδυ συμπρωταγωνιστώντας με τον Αιμίλιο Χειλάκη, παρουσίασαν τον "Οιδίποδα τύραννο" του Σοφοκλή στην Αρχαία Μεσσήνη. «Μια παράσταση που είναι καινοτόμα γιατί κοιτάζει πίσω, στην καταγωγή του αρχαίου δράματος» όπως λέει ο γνωστός ηθοποιός, τονίζοντας ότι η Επίδαυρος δεν σημαίνει απαραίτητα και καταξίωση!
- Αρχαία Μεσσήνη, ένα αρχαίο θέατρο "καινούργιο" για ηθοποιούς και κοινό. Ποια είναι η εντύπωσή σας;
«Τα αρχαία θέατρα είναι τα μόνα μνημεία παγκοσμίως ίσως, που κρατάνε μια άμεση επαφή με την λειτουργία για την οποία φτιάχτηκαν. Ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Μεσσήνης είναι ένας εξαιρετικός χώρος και το γεγονός ότι παίξαμε με πανσέληνο έκανε και τη δική μας εμπειρία και των θεατών πολύ ξεχωριστή. Η παράσταση στην Αρχαία Μεσσήνη πραγματοποιήθηκε με την ιδιαίτερη συνεργασία και την αρωγή του "Διαζώματος" και νομίζω ότι αξίζει να καθιερωθεί ένας θεσμός παραστάσεων στην Αρχαία Μεσσήνη».
- Είστε σύμφωνος προφανώς με το σκοπό του "Διαζώματος" για απόδοση των αρχαίων θεάτρων στο κοινό;
«Πρέπει να μην ξεχνάμε από τη μια την ανησυχία των αρχαιολόγων για την προστασία των αρχαιολογικών χώρων γιατί άλλωστε οφείλουν και οι ίδιοι αλλά και όλοι μας να τους προστατεύουμε. Από την άλλη δεν πρέπει να ξεχνάμε το πολύ βασικό χαρακτηριστικό που έχουν τα αρχαία ελληνικά μνημεία και θέατρα, που είναι τα μοναδικά που μπορούν σήμερα να χρησιμοποιηθούν για την ίδια ακριβώς λειτουργία για την οποία φτιάχτηκαν.
Σκεφτείτε τι σημαίνει για τους ηθοποιούς και τους συντελεστές μιας παράστασης αλλά και για τους θεατές να βρίσκονται στο αρχαίο θέατρο και να ακούγεται ο λόγος του Σοφοκλή ή του Ευριπίδη ή του Αισχύλου ή του Αριστοφάνους όπως ακουγόταν χιλιάδες χρόνια πριν, που αυτό το θέατρο ήταν σύγχρονο της εποχής που κατασκευάστηκε. Αυτό νομίζω είναι μοναδικό προνόμιο της Ελλάδας. Αρχαιολογικά μνημεία υπάρχουν παντού στον κόσμο αλλά συνήθως είναι λατρευτικά και χρησιμοποιούνται πια ως μουσεία. Το να χρησιμοποιείς ένα αρχαίο θέατρο για να παίζεις σήμερα παραστάσεις αρχαίου δράματος, το καθιστά ζωντανό και υπαρκτό και όχι μουσειακό χώρο, κι αυτή ακριβώς είναι η σπάνια δυνατότητα που έχουμε στην Ελλάδα. Επιπλέον αυτή η σπάνια δυνατότητα συνδέεται με τον πολιτισμό της χώρας μας, με τον τουρισμό της και με το μερίδιο αν θέλετε της ανάπτυξης που μπορούμε να έχουμε απ' αυτή την πλευρά.
Αρα νομίζω και οι αρχαιολογικές υπηρεσίες πρέπει να συνεργαστούν αγαστά με θεσμούς σαν το "Διάζωμα" γιατί δεν είναι σε διαφορετικές πλευρές, αλλά ακριβώς στην ίδια πλευρά και είναι σύμμαχοι στην επιθυμία και των θεατών και των δημιουργών να χρησιμοποιούνται τα αρχαία θέατρα ως χώροι παραστασιακοί. Ξέρετε, το έχω δει την Επίδαυρο, στους Δελφούς, τώρα και στην Αρχαία Μεσσήνη, ότι οι θεατές γοητεύονται τόσο πολύ από ένα αρχαίο θέατρο που η παράσταση λειτουργεί σε δεύτερο επίπεδο. Αυτή την μοναδική εμπειρία μόνο στην Ελλάδα μπορείς να τη βρεις».
- Είναι ένας από τους λόγους που οι ηθοποιοί θεωρείτε καταξίωση το να παίξετε στην Επίδαυρο;
«Από την Επίδαυρο πια έχουν περάσει θεάματα διαφόρων ειδών και όχι μόνο οι παραστάσεις που είναι πολύ φροντισμένες, όπως επίσης έχουν περάσει και διάφοροι ηθοποιοί. Ετσι λοιπόν δεν νομίζω ότι ένας ηθοποιός πρέπει να έχει ως στόχο για την καταξίωσή του να παίξει στην Επίδαυρο, γιατί αυτό πια έχει συμβεί σε πάρα πολλούς. Δεν νομίζω λοιπόν ότι η Επίδαυρος είναι μια επιβεβαίωση ικανοτήτων ιδίως εάν κανείς έχει παίξει ήδη στην Επίδαυρο. Για μένα η φετινή ήταν η πέμπτη φορά και πια έχει πολύ μεγάλη σημασία το τι καταθέτεις εκεί και όχι απλά ότι έτυχε να παίξεις εκεί. Σημασία έχει σε τι παράσταση έπαιξες, πώς έπαιξες, αν κατάφερες να επικοινωνήσεις με το κοινό, με το ίδιο το έργο. Ο ίδιος ο χώρος της Επιδαύρου βέβαια πρέπει να ξέρετε ότι "αγκαλιάζει" πολύ το θέαμα, βοηθάει τον ηθοποιό στο να στείλει την ενέργειά του στο κοινό, αλλά η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται προσοχή και σεβασμό. Γιατί μπορεί να σου εξυψώσει την ερμηνεία αρκεί να ξέρεις τους κώδικές του, γιατί υπάρχουν συγκεκριμένοι τρόποι να χειριστεί ένας δημιουργός τον εαυτό του μέσα στην Επίδαυρο. Αν τον σεβαστείς τον χώρο στο αποδίδει στο πολλαπλάσιο».
- Η εμπειρία σας από την παράσταση ποια είναι τώρα που φτάνει προς το τέλος της;
«Η παράσταση για εμάς ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα διεργασία από το ξεκίνημά της έναν χρόνο πριν που ο Αιμίλιος Χειλάκης μου πρότεινε να συμμετέχω ερμηνεύοντας έναν τριπλό ρόλο. Σκοπός του ήταν να δημιουργήσουμε μια παράσταση που θα κρατήσει τουλάχιστον δύο από τις συμβάσεις των παραστάσεων στην εποχή του Σοφοκλή. Πρώτον ο θίασος να είναι αμιγώς αντρικός και δεύτερον όλους τους ρόλους να τους ερμηνεύουν τρεις υποκριτές, ο Σοφοκλής μάλιστα εισήγαγε τον τρίτο υποκριτή γιατί μέχρι τότε υπήρχαν μόνο δύο. Αυτά τα δύο στοιχεία λοιπόν τα επεξεργάστηκε ο σκηνοθέτης μας Τσέζαρις Γκραουζίνις, που έχει κάνει μια αξιοπρόσεκτη πορεία στη Λιθουανία και σε χώρες της Ευρώπης, αλλά και μια ενδιαφέρουσα πορεία στην Ελλάδα. Η παράσταση λοιπόν στηρίζεται σε πολύ κεντρικούς πυλώνες του παραδοσιακού θεάτρου. Στον πυλώνα της τελετουργίας, στον πυλώνα της αφήγησης και στον πυλώνα του παιχνιδιού. Αυτό που φτιάξαμε λοιπόν είχε μια πιο φρέσκια ματιά πάνω στο αρχαίο δράμα και στην αντιμετώπισή του, στην ουσία όμως αυτή η φρέσκια ματιά, η καινοτομία αν θέλετε, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα κοίταγμα προς τα πίσω στο θέατρο, στο αρχαίο δράμα και στην καταγωγή του. Είναι μεν μια σύγχρονη παράσταση αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι μια αποδημητική παράσταση ή με αλαζονικά στοιχεία που σκοπό τους θα είχαν να προβάλει κανείς τις σκηνοθετικές του ιδέες αφαιρώντας κάτι από την αξία του έργου».
- Η αποδοχή του κοινού σας επηρέασε;
«Το πώς υποδέχτηκε το κοινό την παράσταση μας έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση. Τολμώ να το πω -επειδή ήδη το έχουν πει άλλοι και έχει γραφτεί- ότι την υποδέχτηκαν ως την παράσταση του καλοκαιριού στο αρχαίο δράμα. Οι κριτικές ήταν πράγματι εξαιρετικές και αυτό σήμαινε για εμάς μια επιβράβευση της προσπάθειάς μας, όμως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο που βρήκα εγώ είναι άλλο: Ο τρόπος που υποδέχτηκε το κοινό την παράσταση ήταν ενθουσιώδης όχι μόνο για τους λάτρεις τους αρχαίου δράματος ή τους κριτικούς, αλλά και από το ευρύτερο κοινό στην περιφέρεια, που πολλές φορές προσέρχεται στο θέατρο όχι για την αγάπη του στο ίδιο το θέατρο, αλλά με την αγάπη που έχει για κάποιον ή για κάποιους ηθοποιούς που πρωταγωνιστούν. Αυτό δεν το λέω ως αρνητικό ή ως θετικό αλλά ως ένα πραγματικό γεγονός. Αυτό το κοινό λοιπόν που δεν είναι "ειδικό" στο αρχαίο δράμα, ενθουσιάστηκε με την παράσταση που δεν έχει μεν μια κλασική φόρμα αλλά είναι στην ουσία της κλασική. Εννοώ δηλαδή ότι σέβεται τον Σοφοκλή, ξέρει ότι από μόνο του το έργο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον Και το μόνο που χρειάζεται κανείς είναι να βρει τους τρόπους να μεταφέρει το περιεχόμενο στο κοινό».
- Ως καλλιτέχνης έχετε συμμετάσχει και σε "νεωτεριστικές" παραστάσεις. Τις προτιμάτε, ή αγαπάτε περισσότερο τις "κλασικές";
«Αγαπώ το θέατρο γενικώς κι αυτό σημαίνει ότι είμαι υπέρ του θεάτρου του νεωτεριστικού, του κλασικού, του πειραματικού, του διασκεδαστικού, είμαι υπέρ όλων των μορφών του θεάτρου. Κάθε μορφή του θεάτρου έχει απλώς επιτυχημένες ή λιγότερο επιτυχημένες εκδοχές. Επίσης αντιμετωπίζω το θέατρο ως θεατής και είμαι ένας θεατής πλατιάς γκάμας! Παίρνω χαρά και ευχαρίστηση από ποιητικές συλλογές, από ένα δοκίμιο, από μια καλή περιπέτεια στον κινηματογράφο, ή παρακολουθώντας διαφορετικά είδη θεάτρου. Προτιμώ βέβαια κάποια πράγματα από κάποια άλλα, αλλά αναγνωρίζω την αξία του θεάτρου συνολικά, οπότε δεν αποκλείω ένα είδος θεάτρου για να επιλέξω ένα άλλο».
- Θεατρικά ο χειμώνας τι έχει;
«Υπάρχουν δύο παραστάσεις που για μένα είναι πολύ ενδιαφέρουσες και είναι και "κόντρα" στο κλίμα των ημερών. Στην αρχή της σεζόν και μέχρι το Φεβρουάριο θα είμαι στο θέατρο "Παλλάς" κι αυτό από μόνο του είναι μια εμπειρία γιατί είναι το μεγαλύτερο χειμερινό θέατρο που έχουμε, όπου σε σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή θα κάνουμε το μιούζικαλ "Σικάγο" του Μπομπ Φος. Με έναν θίασο εξαιρετικά καλό με τις Νάντια Καρύδη και Τάνια Τρύπη, τον Αντώνη Λουδάρο και τη Μαρινέλα!
Στο δεύτερο μέρος της σεζόν θα είμαι στο θέατρο "Ακροπόλ" σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου τον "Επιθεωρητή" του Γκόγκολ, που είναι μια ρώσικη κωμωδία του προπερασμένου αιώνα αλλά είναι ιδιαίτερα επίκαιρη, γιατί μέσα στα δεινά των ανθρώπων της ρώσικης επαρχίας βρίσκει όλα τα χούγια των ανθρώπων της σημερινής ελληνικής πραγματικότητας».