Κυριακή, 30 Απριλίου 2023 08:48

Δύο έγκυρες φωνές μιλούν στην «Ε» για το φαινόμενο του βιασμού: Χρέος μας η στήριξη των θυμάτων και ενθάρρυνση της καταγγελίας

 

“Το φαινόμενο του βιασμού υπάρχει και συνεχώς εντείνεται, και ας αυστηροποιείται συνεχώς το νομικό πλαίσιο και ευρύνεται το περιεχόμενο της έννοιας του βιασμού…”.

Ο νομικός Αντώνης Κατσάς μιλά στην “Ε” για την κουλτούρα του βιασμού, την ανεκτικότητα της κοινωνίας απέναντι σε φαινόμενα σεξουαλικού καταναγκασμού και το έλλειμμα υποστηρικτικών μηχανισμών εκ μέρους της Πολιτείας.

Σε σχέση με τα άλλα εγκλήματα, ο βιασμός μπορεί να είναι και το μοναδικό έγκλημα που το θύμα φέρει ακόμα μεγαλύτερο στίγμα και από το δράστη. Χρέος όλων μας, λέει μέσα από τη ματιά του μάχιμου δικηγόρου και ευαισθητοποιημένου πολίτη ο Αντώνης Κατσάς, “είναι η στήριξη των θυμάτων και η εξασφάλιση όλων των συνθηκών ενθάρρυνσης της καταγγελίας του φρικτού αυτού εγκλήματος”.

 

Συνέντευξη στη Νικολέττα Κολυβάρη

 

- Το νομικό πλαίσιο για τους βιασμούς αρκεί μόνο να είναι αυστηρό για να προστατεύσει τα θύματα, παιδιά ή ενηλίκους;

Ο βιασμός ως κοινωνικό φαινόμενο αποτελεί μια από τις χειρότερες μορφές βίας και σίγουρα την πιο απεχθή κορύφωση της έμφυλης βίας, και έρχεται από τα βάθη των αιώνων.Ως νομικό αδίκημα καταγράφεται από τον “Κώδικα του Χαμουραμπί” τον βασιλιά της Βαβυλώνας 18 αιώνες πριν.

Παρά το γεγονός όμως, ότι    σήμερα η γυναίκα έχει σε αρκετό βαθμό τυπικά κατακτήσει την ισοτιμία της με τον άνδρα, και επίσης οι σχέσεις ανδρών και γυναικών είναι πιο ελεύθερες, οι προγαμιαίες σχέσεις επιτρέπονται και το σεξ έχει βγει στον πλειστηριασμό με τον αγοραίο έρωτα να είναι απόλυτα προσβάσιμος και φτηνός, το φαινόμενο του βιασμού υπάρχει και συνεχώς εντείνεται, και ας αυστηροποιείται συνεχώς το νομικό πλαίσιο και ευρύνεται το περιεχόμενο της έννοιας του βιασμού.

Αυτή η διαπίστωση επιβεβαιώνει την άποψη, ότι τα κοινωνικά φαινόμενα δεν αντιμετωπίζονται με κατασταλτικό τρόπο και μόνο με την αυστηροποίηση των ποινών. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα μια τέτοια μονομερής αντιμετώπιση οδηγεί και σε αντίθετα αποτελέσματα.

Αναδεικνύεται η αναγκαιότητα επιστημονικής εμβάθυνσης στο φαινόμενο του βιασμού, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, η συναγωγή τεκμηριωμένων συμπερασμάτων ως προς τα αίτια του φαινομένου και η    στοχευμένη παρέμβαση, όχι μόνο της πολιτείας και του νομοθέτη, αλλά και όλου του κοινωνικού συνόλου και του καθενός από εμάς προσωπικά.

 

- Ο νομικός ορισμός του βιασμού στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα εξυπηρετεί την απονομή Δικαιοσύνης, προστατεύει τα θύματα; Και, επίσης, ενθαρρύνει την καταγγελία σεξουαλικών επιθέσεων; 

Θεωρώ ότι είναι διαφορετικό ζήτημα ο νομικός ορισμός που αφορά την νομοθετική εξουσία από την απονομή της δικαιοσύνης, που σχετίζεται με την δικαστική εξουσία.

Η διεύρυνση του περιεχομένου του νομικού ορισμού, σίγουρα επηρεάζει την ποινική μεταχείριση των δραστών και προστατεύει εν μέρει τα θύματα.

Η δε ενθάρρυνση της καταγγελίας από τα θύματα οποιασδήποτε προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας τους, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες που σχετίζονται με την αντίληψη της κοινωνίας για τα θύματα του βιασμού, την ευκολία στιγματισμού των, τον τρόπο αντιμετώπισης του θύματος από τα όργανα της πολιτείας, των δικαστηρίων, των ΜΜΕ και φυσικά του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος και τέλος την επώδυνη ψυχικά και σωματικά διαδικασία συλλογής αποδεικτικών μέσων για το έγκλημα.

Δυστυχώς εκτίμησή μου είναι ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες, άλλος σε μικρότερο και άλλος σε μεγαλύτερο βαθμό, λειτουργούν με τέτοιο τρόπο, που όχι μόνο δεν ενθαρρύνουν, αλλά δρουν με τρόπο αποτρεπτικό για την καταγγελία σεξουαλικών εγκλημάτων και στατιστικά είναι μικρό το ποσοστό που καταγγέλλεται, ακόμη λιγότερο αυτό που οδηγείται στα δικαστήρια και ελάχιστο αυτό που τελικά καταγράφεται αμετάκλητα σε καταδικαστικές αποφάσεις.

 

- Στην Ελλάδα και όχι μόνο, παρατηρείται πέρα από την κακοποίηση που έχει υποστεί το θύμα από τους δράστες, να κακοποιείται και από την κοινωνία…

Το έγκλημα του βιασμού συνυπάρχει και θα συνεχίσει να συνυπάρχει μέσα στην κοινωνία ως αποτέλεσμα του ναρκισσισμού της εποχής μας και της ανοχής απέναντι στον σεξουαλικό καταναγκασμό, που αποδεικνύει την πλασματική κοινωνική εξέλιξη που υποτίθεται ότι βιώνουμε.

Σε σχέση με τα άλλα εγκλήματα ο βιασμός μπορεί να είναι και το μοναδικό έγκλημα, που το θύμα φέρει μεγαλύτερα ποσοστά στίγματος σε αντίθεση με τον δράστη.

Αυτό οφείλεται στην πατριαρχική δόμηση της κοινωνίας μας που διατηρείται ακόμα, με ρόλο εξουσιαστή του άνδρα, και την γυναίκα υποχείριο στην αναπαραγωγή της ιδιοκτησιακής αντίληψης του άνδρα πάνω στη γυναίκα, στην αίσθηση παντοδυναμίας του οικονομικά ισχυρού πάνω στον οικονομικά αδύνατο που πρέπει να τα ανέχεται όλα, άρα και την σεξουαλική επιβολή, στην ταξική διάρθρωση της κοινωνίας, που καθιστά ευάλωτους τους οικονομικά ανίσχυρους, οι ρατσιστικές αντιλήψεις απέναντι σε αλλοδαπούς και οικονομικούς μετανάστες, αλλά και σε όσους αψηφούν τις νόρμες του κοινωνικού φύλου, ΛΟΑΤΚΙ άτομα, ομοφυλόφιλοι, αμφιφυλόφιλοι, τρανς, κλπ.     

Η παραγωγή και ανάπτυξη της βιομηχανίας πορνό με την συνεχή απεικόνιση της γυναίκας ως παθητικού αντικειμένου συμβάλλει δυστυχώς τα μέγιστα στην τροφοδότηση, κυρίως της έμφυλης βίας.

Με βάση τα ανωτέρω ο βιασμός δεν αποτελεί μεταφυσικό φαινόμενο αλλά υπάρχει σχέση αιτίας και αιτιατού κυρίως με το υπάρχον πολιτικό –οικονομικό –κοινωνικό σύστημα, την τεράστια υποστελέχωση των κοινωνικών υπηρεσιών, την απουσία του παράγοντα πρόληψη από την οργανωμένη πολιτεία, την ελλιπή εκπαίδευση και παιδεία από το εκπαιδευτικό σύστημα, τη μη επάνδρωση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με ειδικούς ψυχολόγους και κοινωνιολόγους και άλλες συναφείς ειδικότητες, την απουσία επιμορφωτικών προγραμμάτων για τους γονείς, κλπ.

Επίσης ο παντελής έλεγχος των μηχανισμών αναπαραγωγής αντιλήψεων των ΜΜΕ, που τροφοδοτούν το φαινόμενο του βιασμού, επιτείνει το φαινόμενο του βιασμού και της έμφυλης βίας.

Επιτρέψτε μου να δώσω και μια άλλη διάσταση στο ζήτημα: Κάθε ερωτική - σεξουαλική συνεύρεση, δε μπορεί παρά να έχει συστατικά της στοιχεία τη συναπόφαση, τη συναίνεση και    τη συναπόλαυση. Η απουσία αυτών των στοιχείων αποτελεί βιασμό με διαφορετικές ίσως εκφάνσεις, και διαφορετική ένταση.

Πρέπει να γίνει κατανοητό από τον καθένα, ότι οποιαδήποτε ερωτική προσέγγιση δεν μπορεί παρά να οφείλεται στην επιλογή αμφοτέρων των μερών.

Το ΟΧΙ είναι ΟΧΙ, σε οποιοδήποτε στάδιο της όλης διαδικασίας και οφείλεται σ’ αυτό, απόλυτος σεβασμός.

Βιασμός με την κλασική έννοια, κοινωνική και νομική, είναι η άσκηση ψυχολογικής άμεσης βίας (π.χ. απειλής) εκ μέρους του θύτη, ή των θυτών, προκειμένου να υποχρεωθεί το θύμα σε ανοχή προσβολής της γενετήσιας ελευθερίας του με οιονδήποτε τρόπο, συμπεριφορά που προβλέπεται και τιμωρείται από τον ποινικό νόμο.

Θεωρώ όμως, ότι ο βιασμός είναι και η με φαινομενικά εκούσια ανοχή, ακόμα και συναίνεση, προσβολή αυτή -δυστυχώς ευρέως διαδεδομένη και υπαρκτή-, που δεν τιμωρείται από τον ποινικό νόμο, π.χ. της συζύγου που την αντιλαμβάνεται ως συζυγικό καθήκον από το σύζυγο, της υπαλλήλου που φοβάται την απόλυση από τον εργοδότη της, της φοιτήτριας που υποκύπτει στις ορέξεις του καθηγητή της, με την υπόσχεση    να περάσει το μάθημα, της νεαρής που νυμφεύεται έναν υπερήλικο πλούσιο, με αντάλλαγμα να κληρονομήσει την περιουσία του, της εκδιδόμενης επί χρήμασι γυναίκας, και πολλές άλλες τέτοιες συμπεριφορές που δεν περιέχουν το στοιχείο της συναπόλαυσης και αποτελούν μορφή μη κολάσιμου ποινικά βιασμού, αφού φαινομενικά περιέχουν τα στοιχεία της συναπόφασης και της συναίνεσης. Στην ουσία όμως τροφοδοτούν, αναπαράγουν και νομιμοποιούν την ανοχή στο φαινόμενο προσβολής της γενετήσιας ελευθερίας.

 

- Θα ήθελα να επιμείνω σε ό,τι αφορά τη δευτερογενή θυματοποίηση των επιζησάντων βιασμού. Είναι μόνο το φαινόμενο του “victim blaming” ή και οι προδικαστικές (και δικαστικές) διαδικασίες και ελλείψεις του συστήματος (π.χ. στο Νοσοκομείο Καλαμάτας δεν υπάρχει ιατροδικαστής και το θύμα θα πρέπει να πάει στην Κόρινθο…), που αναπαράγουν ένα μοτίβο δευτερογενούς τραυματισμού;

Οι προαναφερθείσες κοινωνικές αντιλήψεις, σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες αντικειμενικά κοινωνικό –οικονομικές συνθήκες και την κατάσταση που επικρατεί στην δομή του δικαιικού μας συστήματος οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στα εξής αναπόφευκτα αποτελέσματα: α) το θύμα βιασμού ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, να αυτοενοχοποιείται, να στιγματίζεται και να αποθαρρύνεται στην καταγγελία του εις βάρος του διαπραχθέντος εγκλήματος.

β) Η ανάθεση της προδικασίας και της συλλογής αποδεικτικού υλικού σε μη εξειδικευμένο προσωπικό με ειδικές γνώσεις ψυχολογίας, κοινωνιολογίας και εγκληματολογίας, μέσα σε αφιλόξενους χώρους, όπως τα αστυνομικά τμήματα, η καθυστέρηση στην εξέταση του θύματος, λόγω απουσίας π.χ. ιατροδικαστών, αλλά και έκδοσης των αποτελεσμάτων εξέτασης, είτε δυσχεραίνουν, είτε αλλοιώνουν, είτε αποτρέπουν την συλλογή του υλικού αυτού και η σχηματιζόμενη δικογραφία να πάσχει από αποδεικτικά μέσα που θα οδηγούσαν στην καταδίκη του δράστη.

Όταν δε αυτός μπορεί να εξασφαλίσει “πολυτελή υπεράσπιση”, ή ισχυρή πολιτική υποστήριξη, όπως οι βιαστές γόνοι ισχυρών οικονομικών και πολιτικών παραγόντων, τα πράγματα ως προς την απόδειξη της αλήθειας καθίστανται τραγικά και οδηγούν ακόμη και στο ολοσχερώς ακαταδίωκτο.

γ) Η αδυναμία των θυμάτων που προέρχονται από χαμηλά οικονομικά στρώματα της κοινωνίας καθίστανται βορά εκτός ανυπόφορων ισχυρών πιέσεων και εκβιασμών, είτε για μη καταγγελία, είτε για απόσυρση αυτής, βιώνοντας έτσι ένα ακόμη βιασμό της θέλησης και της προσωπικότητάς τους, ενισχύοντας έτσι το αίσθημα της αυτοενοχοποίησής τους.

 

- Η τεράστια πίεση κατά την διάρκεια της δίκης;

Η αναβίωση των φρικτών στιγμών που βίωσε το θύμα από πολλούς παράγοντες της δίκης, η τακτική μείωσης της ηθικής του συγκρότησης που χρησιμοποιούν πολλοί συνήγοροι υπεράσπισης του θύτη, οι χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες και το κόστος απονομής της δικαιοσύνης, επιτείνουν στο μέγιστο βαθμό το αίσθημα αποθάρρυνσης για καταδίωξη του δράστη.

Το ίδιο τραυματισμένο ψυχικά θύμα, θυματοποιείται για άλλη μια φορά το ίδιο βάναυσα με τον αυτό καθαυτό βιασμό και πολλές φορές εγκαταλείπει την προσπάθεια τιμωρίας του δράστη, ειδικά όταν ο δράστης αντεπιτίθεται και μηνύει το θύμα για ψευδή δήθεν καταμήνυση και συκοφαντική δυσφήμιση εις βάρος του και το θύμα ευρίσκεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου, μετατρεπόμενο και νομικά από θύμα σε θύτη και ταυτόχρονα αντιμετωπίζει ενδεχόμενο χρηματικής ικανοποίησης του δράστη λόγω υποτιθέμενης ηθικής του βλάβης από την καταγγελία του βιασμού, στα αστικά δικαστήρια.

Σημαντικό ζήτημα είναι ότι το θύμα εκτός των ανωτέρω επιδίδεται σε έναν αγώνα χωρίς καμία υποστήριξη από την πολιτεία και χωρίς ουσιαστικά βοήθεια από ανύπαρκτες δομές θεραπείας των ψυχικών τραυμάτων που έχει υποστεί από τον ίδιο τον βιασμό του, τα οποία τραύματα οι υποστάντες βιασμό, γνωρίζουν ότι παραμένουν ανοικτά για όλη τους τη ζωή, με απρόβλεπτες και ανυπολόγιστες συνέπειες στο ψυχικό τους κόσμο και την μετέπειτα ζωή τους σε πολλά επίπεδα.

Παρόλα αυτά η καταγγελία των βιασμών καθίσταται απαραίτητη και χρέος όλων μας, είναι η στήριξη των θυμάτων και η εξασφάλιση όλων των συνθηκών ενθάρρυνσης της καταγγελίας του φρικτού αυτού εγκλήματος, καθώς και η αδιάκοπη απαίτηση και διεκδίκηση, διαμόρφωση των συνθηκών για την αποκάλυψη και παραδειγματική τιμωρία των βιαστών.

Θέλει φυσικά μια ιδιαίτερη προσοχή όλη η διαδικασία έρευνας μιας καταγγελίας, ώστε να υπάρχουν όλες οι ασφαλιστικές δικλείδες για την απόδειξη της βασιμότητάς της, και δεν θα πρέπει να περάσουμε στο άλλο άκρο της ποινικοποίησης ενός φλερτ, ούτε στην εκμετάλλευση ενός περιστασιακού και υποκριτικού κλίματος ενδιαφέροντος από τα ΜΜΕ κυρίως, αλλά και από άλλες σκοπιμότητες, που μπορεί να οδηγήσουν στην ποινικοποίηση οποιασδήποτε ανθρώπινης συμπεριφοράς, που δεν έχει καμία σχέση με το φαινόμενο του βιασμού και της έμφυλης βίας.

Η κοινωνική απαξία του εγκλήματος του βιασμού είναι τεράστια και πρέπει να προβληματιστούμε με μεγάλη σοβαρότητα και υπευθυνότητα για την αντιμετώπισή του. Δεν μπορούμε, στο απαίσιο αυτό φαινόμενο, ούτε να το βάλουμε στα πόδια, ούτε να παρακολουθούμε σαν θεατές, και φυσικά δεν μπορούμε να στρουθοκαμηλίζουμε, γιατί στο απυρόβλητο αυτού του φαινομένου δεν ευρίσκεται κανείς, και κυρίως τα νέα παιδιά και οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Σίγουρα το θέμα είναι τεράστιο και δεν μπορεί να χωρέσει σε μια συνέντευξη. Θεωρώ ότι ένα στίγμα του σοβαρού αυτού προβλήματος, επιχείρησα να σας δώσω με την παρούσα συνομιλία μας.

 

 

 

ΙΩΑΝΝΑ ΜΑΝΔΡΟΥ: «Τα θύματα βιασμού να καταγγέλλουν και να μιλούν»

 

“Έχει περάσει εκείνη η εποχή που τα θύματα βιασμού δεν είχαν ευκαιρίες δικαίωσης”, τονίζει στην “Ε” η δημοσιογράφος Ιωάννα Μάνδρου. Όμως θεωρεί ότι “πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά” σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές προκαταλήψεις που ακόμη υπάρχουν, αλλά και στο κομμάτι της ενημέρωσης και ενθάρρυνσης των θυμάτων για να καταγγέλλουν το βιασμό, να μιλούν και να απευθύνονται στις Αρχές.

 

Συνέντευξη στη Νικολέττα Κολυβάρη

 

- Κυρία Μάνδρου, μια δημοσιογράφος με την πολυετή εμπειρία σας στο δικαστικό ρεπορτάζ, με ποια επίθετα θα περιέγραφε την εμπλοκή σε δικαστική διαδικασία ενός θύματος βιασμού; 

Κοιτάξτε τα θύματα σεξουαλικών κακοποιήσεων υφίστανται μια δεύτερη θυματοποίηση, όταν εμπλέκονται σε δικαστικές διαδικασίες. Είναι εφιάλτης που τον ξαναζούν. Οφείλουν να ανακαλέσουν όσα δραματικά έζησαν και να τα διηγηθούν σε ανακριτές και δημόσια, μέσα στην αίθουσα του Δικαστηρίου. Είναι μια επώδυνη κατάσταση. Αλλά θα έλεγα λυτρωτική. Γι’ αυτό πιστεύω, ότι παρά το γεγονός, ότι είναι εξαιρετικά δύσκολη η διαχείριση μιας καταγγελίας σεξουαλικής κακοποίησης, τα θύματά της, οφείλουν να μην κάνουν πίσω. Να καταγγέλουν και να μιλούν.

 

- Θύματα σεξουαλικής βίας αναφέρουν ως τραυματική την πρώτη τους εμπειρία στο αστυνομικό τμήμα, όπου κατήγγειλαν τον βιασμό τους. Πού εντοπίζετε εσείς, μέσα από το ρεπορτάζ, τα ελλείμματα του συστήματος; Ή και τις τυχόν προκαταλήψεις; 

Σίγουρα υπάρχουν προκαταλήψεις, είναι δύσκολο ένα θύμα σεξουαλικής κακοποίησης να μιλήσει. Ας ξεκινήσουμε από αυτό. Νομίζω, όμως, ότι όσο περνούν τα χρόνια οι αστυνομικές αρχές είναι πιο ενημερωμένες και άρα πιο ευαισθητοποιημένες με αυτά τα βίαια περιστατικά.

 

- Θα μιλούσαμε για ένα οργανωμένο σύστημα απόδοσης δικαιοσύνης και για δικονομική προστασία των θυμάτων βιασμού από την υποδοχή και εξέταση της καταγγελίας μέχρι τις προδικαστικές και δικαστικές διαδικασίες;

Η νομοθεσία μας είναι πολύ αυστηρή. Οι ποινές που προβλέπονται είναι βαριές. Και νομίζω ότι οι καταγγελίες, όταν είναι τεκμηριωμένες, διότι οφείλουν να είναι αληθινές και τεκμηριωμένες, όταν φθάνουν στα δικαστήρια, οδηγούν σε καταδίκες. Έχει περάσει εκείνη η εποχή που τα θύματα βιασμού δεν είχαν ευκαιρίες δικαίωσης. Άλλο όμως αυτό, κι άλλο οι κοινωνικές προκαταλήψεις που ακόμα υπάρχουν, ότι δύσκολα τα θύματα καταγγέλουν, μιλούν και απευθύνονται στις αρχές. Σε αυτό το κομμάτι οφείλουν να γίνουν ακόμα πολλά. Όπως χρειάζεται να γίνουν πολλά σε επίπεδο ενημέρωσης.

Να προσθέσω και κάτι ακόμα αν μου επιτρέπεται. Δεν είναι τυχαίο, πως και στην χώρα μας το λεγόμενο κίνημα MeToo, όχι μόνον υπήρξε, αλλά οδήγησε σε σημαντικές καταγγελίες και από γυναίκες και από άνδρες. Αυτό και μόνον μαρτυρεί, πως πολλά έχουν αλλάξει προς το καλύτερο. Όμως πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά.