Το έτρωγα μέσα σε μια καλαμένια καλύβα στην καυτή άμμο της παραλίας της Ανάληψης. Είναι τα απολαυστικά της τοπία με τις ελιές και τα κυπαρίσσια, ένα πρωτομαγιάτικο στεφάνι πλεγμένο από τα χέρια του πατέρα μου και φορεμένο στο κεφάλι μου, σε μια παιδική φωτογραφία. Είναι η πατρική μου γη", λέει μιλώντας στην «Ε» και το www.eleftheriaonline.gr η γνωστή εικαστικός Μάρθα Δημητροπούλου.
Το κύριο υλικό που χρησιμοποιεί στα έργα της, εδώ και χρόνια, είναι οι πευκοβελόνες και όπως λέει η ίδια, βρίσκει ενδιαφέρον στο πάντρεμα αυτού του ταπεινού υλικού με σύμβολα πλούτου, εξουσίας και δύναμης. Τα έργα της είναι ήδη αγαπητά και γνωστά στο ευρύ κοινό, με το πιο εντυπωσιακό, μια θωρακισμένη Mercedes-Benz S500 σε φυσικό μέγεθος, κατεξοχήν όχημα μετακίνησης φορέων εξουσίας, κατασκευασμένη αποκλειστικά με πευκοβελόνες.
"Θαύμαζα και θαυμάζω τη φύση από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο δημιούργημά της γι' αυτό τον λόγο ήταν και είναι πρωταγωνιστής των έργων μου", μας αποκαλύπτει. Τη συναντήσαμε και μας μίλησε για όλα όσα σκέπτεται και δημιουργεί.
Mercedes S500, 2013, πευκοβελόνες, 550x240x160cm (photo credits Πάνος Κοκκινιάς)
Συνέντευξη – παρουσίαση: Κωνσταντίνα Δρακουλάκου
Πότε και με ποια αφορμή ξεκινήσατε την ζωγραφική; Υπήρχε κάτι από την παιδική σας ηλικία που έθρεψε τη δημιουργικότητά σας και σας οδήγησε σε αυτό το ταξίδι;
Ζωγραφίζω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Το πρώτο μου σχέδιο έγινε με αφορμή το ψαλίδι της μοδίστρας γιαγιάς μου. Με είχε εντυπωσιάσει προφανώς το σχήμα του, τα στοιχεία του, όπως η βίδα που συγκρατεί τα δύο τμήματα του. Παρατηρούσα τα πάντα γύρω μου. Προσπαθούσα να συλλάβω από τι αποτελείται η ύλη όλων όσων με περιβάλλαν. Θαύμαζα και θαυμάζω την φύση από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο δημιούργημα της για αυτό τον λόγο ήταν και είναι πρωταγωνιστής των έργων μου.
Θεωρήσατε απαραίτητο να ασχοληθείτε με την τέχνη σας σε επίπεδο σπουδών;
Η ΑΣΚΤ ήταν στόχος ζωής. Από πολύ μικρή με ρωτάγανε αν θα σπουδάσω ζωγραφική μεγαλώνοντας. Όταν συνειδητοποίησα πως ήταν αυτό που ήθελα με στοχοπροσήλωση και σκληρή προσπάθεια τα κατάφερα. Τελειώνοντας την σχολή η συνέχεια των σπουδών μου στο Λονδίνο, στο Royal College of Art ήταν σχεδόν μονόδρομος. Η υποστήριξη των γονιών μου και η υποτροφία του ΙΚΥ ήταν το εισιτήριο μου για εκεί. Δεν ήταν καθόλου εύκολο μιας και ο ανταγωνισμός ήταν μεγάλος. Αλλά η εμπειρία μου τόσο στο τμήμα γλυπτικής εκεί αλλά και στο να ζήσω στην τόσο ζωντανή αυτή πόλη, ήταν πολύτιμη εμπειρία και συνεχίζει να είναι πηγή έμπνευσης στην ζωή μου.
Πώς κρατήσατε το ενδιαφέρον σας για τη δημιουργία της τέχνης;
Αυτό το ενδιαφέρον δεν με εγκαταλείπει ποτέ, ακόμα και τις περιόδους που δεν καταφέρνω να παράγω έργο. Έχω την αίσθηση πως η αγωνία μου για την Τέχνη δεν με έχει εγκαταλείψει ούτε μια μέρα μέχρι τώρα τουλάχιστον.
Ποια ήταν η σημαντικότερη επιρροή στη γλυπτική σας ενασχόληση και τι μάθατε από τις εκάστοτε εμπνεύσεις;
Η φύση είναι η κύρια πηγή έμπνευσης μου μέχρι τώρα. Η αγάπη μου για αυτή. Η σοφία της. Η πολυπλοκότητα της.
Το κύριο υλικό που χρησιμοποιείτε, εδώ και χρόνια, είναι οι πευκοβελόνες. Τι σας ώθησε στη συγκεκριμένη επιλογή;
Ήταν τυχαία η συνάντηση μου μ’ αυτό το οργανικό υλικό. Για την ακρίβεια προσπαθούσα να απαλλαγώ από αυτό σκουπίζοντας το μιας και βρισκόταν σε κάθε γωνιά του τότε νεόδμητου σπιτιού μας μέσα στο δάσος. Αλλά δεν ήταν η πρώτη φορά που χρησιμοποιούσα στην δουλειά μου οργανικά υλικά. Είχα μια εξοικείωση μ αυτά. Οπότε αυτό το shift που δημιουργεί το μαγικό ραβδάκι της έμπνευσης ήταν η εκκίνηση ώστε να βρεθώ μερικά χρόνια αργότερα να ψάχνω το υλικό αυτό εναγωνίως σ όλη την Αττική προκειμένου να πραγματοποιήσω το έργο μου στην πρόσφατη ατομική μου έκθεση στην γκαλερί Ιλεάνα Τούντα.
Τα γλυπτά σας παρουσιάζουν συμβολισμούς πλούτου και δύναμης, αλλά είναι κατασκευασμένα εξ ολοκλήρου από αυτό το φυσικό και ταπεινό υλικό. Ποια εξήγηση θα δίνατε εσείς γι’ αυτή την αντίθεση μεταξύ υλικού και συμβολισμού;
Η ιστορία με τις πευκοβελόνες ξεκίνησε πριν δέκα χρόνια περίπου. Με αφορμή μια έκθεση που λάμβανα τότε μέρος δημιούργησα το πρώτο μου έργο από πευκοβελόνες. Ήταν η έκθεση Το Νησί που είχε ως σημείο εκκίνησης το έργο του William Dafoe , Robinson Crusoe. εφτιαξα λοιπόν μια κορώνα με σαφείς αναφορές στην αποικιοκρατική στάση του μυθικού ναυαγού . Όπως τότε έτσι και τώρα βρίσκω ενδιαφέρον στο πάντρεμα αυτού του ταπεινού υλικού με σύμβολα πλούτου, εξουσίας και δύναμης. Αντικείμενα που φημίζονται για την τεχνική τους αρτιότητα και την χρήση υψηλής ποιότητας υλικών, όπως η ένα αυτοκίνητο Mercedes, αναπαριστώνται στη δουλειά μου από αυτό το εύθραυστο και ευτελές μεν αλλά μαγικό κατά την γνώμη μου υλικό. Η λεπτεπίλεπτη και αέρινη φόρμα της πευκοβελόνας, μέσω της συσσώρευσης, δημιουργεί μια συνεκτική μάζα με δυνατή δομή και πολύ ενδιαφέρουσες πλαστικές ιδιότητες.
Η αντίθεση όμως μεταξύ υλικού και συμβολισμού με έχει απασχολήσει και στο παρελθόν σε πολλές φάσεις της δουλειάς μου. Όπως η σειρά έργων που δημιούργησα κατά την διάρκεια του μεταπτυχιακού μου στην Γλυπτική στο Royal College of Art. Πλαστικά αντικείμενα μεταμορφώνονταν σε μαρμάρινα μέσω της ζωγραφικής μου επέμβασης στην επιφάνεια τους. Η απομίμηση του μαρμάρου έθετε έμμεσα ερωτήματα σε σχέση με τον ρόλο που έχει πια το πλαστικό στην ζωή μας κι αν έχει πια γίνει το μάρμαρο της σύγχρονης εποχής.
Θα θέλατε να μας μιλήσετε για μια από τις πιο δυνατές εμπειρίες σας; Γνωρίζουμε πως έχετε φιλοτεχνήσει από κορώνα μέχρι μια «Mercedes S500» μεγάλων διαστάσεων. Ποιο είδος προτιμάτε;
Ανεξάρτητα από το μέγεθος τους το κάθε γλυπτό μου είναι ένα ταξίδι. Από την σύλληψη του μέχρι το πακετάρισμα του για πιθανή μεταφορά. Απαιτούν ειδική προσέγγιση λόγω του υλικού τους κι αρκετά ευρηματικές λύσεις. Προτιμώ να αναπαράγω τα σύμβολα που επιλέγω σε φυσικό μέγεθος. Αλλά σε κάποιες περιπτώσεις προκυμμένου να εξυπηρετηθεί ο σκοπός της αρχικής σύλληψης, κάποια έχουν αλλάξει κλίμακα.
ΤεFRα, 2022, πευκοβελόνες, διαστάσεις μεταβλητές (photo credits Πάνος Κοκκινιάς)
Πώς βλέπετε, από την πλευρά σας, τη σχέση της τέχνης με την τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας μας;
Η χώρα μας είναι φτωχή. Τα χρήματα που διατίθενται ετησίως για τις τέχνες, όχι μόνο τις εικαστικές τέχνες, είναι απίστευτα λίγα σε σχέση με άλλες χώρες. Ακόμα και χώρες με παρόμοια οικονομική κατάσταση με την δική μας διαθέτουν περισσότερα χρήματα για τις τέχνες απ ότι δυστυχώς λένε τα νούμερα. Σαφώς και ένας καλλιτέχνης θα ήθελε να μπορεί να ζει από την δουλειά του. Στην Ελλάδα αυτοί που τα καταφέρνουν είναι πολύ λιγότεροι σε σχέση με το εξωτερικό και είναι φυσικό γιατί εδώ η αγορά ήταν ανέκαθεν μικρότερη. Πιστεύω πως απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορεί να ζει κανείς από το έργο του είναι η αναγνώριση. Τώρα, το να καταφέρεις να αναγνωριστείς ως καλλιτέχνης στην Ελλάδα εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Πέρα από τις σπουδές στο εξωτερικό που θεωρούνται απαραίτητες πλέον, απαιτείται η συνεχής ενασχόληση με το έργο ώστε να είσαι παραγωγικός αλλά και να εξελίσσεσαι. Βέβαια αυτό κρύβει μία αντίφαση. Από τη μία πρέπει να αφιερώνεις χρόνο για την δουλειά σου από την άλλη αναγκάζεσαι να βρεις μια άλλη δουλειά παράλληλα ώστε να καλύψεις τα προς το ζην, αφού η τέχνη πολλές φορές ακόμα κι αν φέρνει αναγνωρισιμότητα δεν φέρνει οπωσδήποτε και χρήματα, ή τουλάχιστον άμεσα… Υπάρχει και η άλλη περίπτωση όπου φυτοζωείς, αδιαφορείς για το βιοτικό σου επίπεδο στοχεύοντας μόνο στην επιτυχία της καριέρας σου ρισκάροντας τα πάντα για αυτό. Και πάλι κανείς δεν σου εγγυάται την επιτυχία. Παίζει ρόλο ο παράγοντας τύχη, το ταλέντο, αλλά και πόσο καλά μπορείς να μανατζάρεις τον εαυτό σου. Όμως θέλω να πιστεύω πως η επιτυχία δεν είναι απόρροια μιας συστηματικής δουλειάς και μόνο, ίσως έρθει κι από κει που δεν την περιμένεις.
Μέχρι πρότινος πολλοί συνάδελφοι, ανάμεσά τους και εγώ, παράλληλα με την καριέρα τους εργάζονταν στο χώρο της εκπαίδευσης. Τώρα με την κρίση και αυτός ο χώρος έχει υποστεί μεγάλο πλήγμα κάνοντας την επιβίωση των Ελλήνων καλλιτεχνών ακόμα δυσκολότερη.
Πάντως, το να είσαι καλλιτέχνης στην Ελλάδα σήμερα φαντάζει απίστευτα ρομαντικό και ριψοκίνδυνο.
Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο ρόλος της τέχνης και των καλλιτεχνών στη σημερινή κοινωνία;
Όσο περισσότερους και καλύτερους καλλιτέχνες διαθέτει ένας τόπος τόσο πιο περίοπτος και αξιοσέβαστος γίνεται. Αυτό μας έχει δείξει η Ιστορία της Τέχνης κι όχι μόνο. Γι αυτό χρειάζεται να απαιτούν τον σεβασμό και την τιμή που τους πρέπει.
Κανένας καλλιτέχνης δεν δουλεύει μόνο για τον εαυτό του. Επιδιώκει πάντα το έργο του να είναι σε διάλογο με το κοινό. Αυτή η αλληλεπίδραση παράγει τον ουσιαστικό ρόλο ύπαρξης του καλλιτέχνη και του έργου του. Οι καλλιτέχνες ανοίγουν δρόμο και στη ζωή. Είναι οι πρώτοι που τολμούν να αποτινάξουν κάποιες νεκρές πλέον κοινωνικές συμβάσεις που δυναστεύουν τους υπόλοιπους. Όχι γιατί θεωρούν εαυτούς κάτι ανώτερο αλλά γιατί έχουν αντιληφθεί το πεπερασμένο τους και η ελεύθερη καλλιτεχνική φύση τους επαναστατεί. Η κοινωνία βέβαια τις περισσότερες φορές στηλώνει τα πόδια. Τους αντιμετωπίζει ως περίεργα όντα.
-Πώς επηρέασε τη δημιουργικότητά σας η πανδημία;
Η πανδημία ήταν μια αλλόκοτη περίοδος γεμάτη μπερδεμένα συναισθήματα με τον φόβο να επισκιάζει αρχικά τα πάντα. Το μόνο θετικό στην αρχή ήταν η παύση που δημιούργησε άπλετο χρόνο από κει που μας τον είχαν εντελώς κλεμμένο. Γεννήθηκαν κάποια έργα την περίοδο εκείνη. Αλλά για να είμαι ειλικρινής ευτυχώς που έληξε όσο κι αν ένα μικρό κομμάτι του εαυτού μου αισθάνθηκε ευγνωμοσύνη για την μικρή εκείνη ανάπαυλα έστω και κάτω από αυτές τις δύσκολες συνθήκες.
Τι κάνετε όταν λείπει η έμπνευση ή το κίνητρο;
Ιδανικά θα ήθελα να έχω χρόνο και χρήματα να ταξιδέψω, να σκεφτώ, να συλλογισθώ, να πειραματιστώ, να ξαναβρώ την έμπνευση μου. Αυτό δεν είναι όμως τόσο εύκολο πια. Οι φίλοι και συνάδελφοι είναι πολύτιμοι σε τέτοιες περιπτώσεις. Σε βοηθάνε να εμπνευστείς, να βρεις λύσεις πάνω στην εκάστοτε δημιουργία σου τόσο σε πνευματικό όσο και σε τεχνικό επίπεδο. Άλλωστε αυτό είναι γνωστό και λειτουργεί από πολύ παλιά μεταξύ των καλλιτεχνών. Ανάλογα λειτουργεί και μεταξύ των φοιτητών στις σχολές τέχνης. Πολλές φορές αυτή η συναναστροφή μπορεί να αποδώσει θησαυρούς. Πολύ βοηθητικό μπορεί να είναι επίσης ένα βιβλίο ή η επίσκεψη σε μια έκθεση.
Εχετε κάποιο αγαπημένο βιβλίο σχετικό με την τέχνη;
Έχω διάφορα βιβλία που με συντροφεύουν κατά καιρούς. Ένα από τα αγαπημένα μου είναι Η ποιητική του χώρου του Gaston Bachelard.
Εχετε μία ιδιαίτερη σχέση με τη Μεσσηνία. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα πράγματα γι’ αυτή;
Η Μεσσηνία είναι το φρέσκο λάδι πάνω στο ζεστό προζυμένιο ψωμί με φρέσκοτριμμένη ντομάτα από το μποστάνι του παππού μου με μπόλικη ευωδιαστή ρίγανη. Το έτρωγα μέσα σε μια καλαμένια καλύβα στην καυτή άμμο της παραλίας της Ανάληψης. Είναι ο τόπος που δέχτηκε το σώμα του αιωνόβιου παππού μου και με συμφιλίωσε με τον θάνατο, ένα ανοιξιάτικο απόγευμα που μοσχοβολούσε. Είναι τα απολαυστικά της τοπία με τις ελιές και τα κυπαρίσσια. Είναι ένα πρωτομαγιάτικο στεφάνι πλεγμένο από τα χέρια του πατέρα μου και φορεμένο στο κεφάλι μου, σε μια παιδική φωτογραφία. Πάσχα ήταν θαρρώ, στο Λυκότραφο, δίπλα στον επιτάφιο μαζί με τα ξαδέρφια μου. Πριν δύο χρόνια μετέφερα στο νεκροταφείο του μικρού αυτού χωριού τα οστά του πατέρα μου. Μόνο έτσι ησύχασε η ψυχή μου από την απώλεια. Η Μεσσηνία είναι η πατρική μου γη.