Κυριακή, 30 Ιουνίου 2024 08:10

Ο Τάσος Σκλάβος στην «Ε» για το νέο του βιβλίο: «Ο ύστερος Πουλαντζάς και ο δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό: Όρια και προβληματισμοί»

Ο Τάσος Σκλάβος στην «Ε» για το νέο του βιβλίο: «Ο ύστερος Πουλαντζάς και ο δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό: Όρια και προβληματισμοί»

Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις "Κουκκίδα" το νέο βιβλίο του Τάσου Σκλάβου με τίτλο «Ο ύστερος Πουλαντζάς και ο δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό: Όρια και προβληματισμοί». Το βιβλίο προσφέρει μια κριτική ανάλυση των θεωριών του Πουλαντζά, εξετάζοντας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του δημοκρατικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό.

«Ο θεωρητικός πλούτος που παρήγαγε ο Νίκος Πουλαντζάς θα τον κατατάσσει πάντα μεταξύ των σπουδαιότερων μαρξιστών διανοητών και θα αποτελεί διαχρονικό σημείο αναφοράς για όλους τους νέους μελετητές του κράτους και του μαρξισμού» αναφέρει ο συγγραφέας.

Ο Τάσος Σκλάβος γεννήθηκε το 1989 στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Δημόσια Διοίκηση, έκανε μεταπτυχιακά στη Διακυβέρνηση και τις Δημόσιες Πολιτικές, ενώ το 2022 αναγορεύτηκε διδάκτωρ Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι δημοσιογράφος, μέλος της ΕΣΗΕΑ και έχει εργαστεί σε ενημερωτικούς ιστότοπους. Οι συγγραφικές του ανησυχίες εκτείνονται σε ένα πολυεπίπεδο πλαίσιο λογοτεχνικών, πολιτικοκοινωνικών και λαογραφικών ζητημάτων. Είναι μέλος της Ενωσης Μεσσήνιων Συγγραφέων και έχουν κυκλοφορήσει τρία βιβλία του: «Ένα βιβλίο για τον Οδυσσέα» (Ηδυέπεια, 2018), «Όταν γνώρισα τα μάτια σου» (24γράμματα, 2020), «Από του Λάπι έρχομαι» (Καμπύλη, 2021).

 

 

Συνέντευξη στην Κωνσταντίνα Δρακουλάκου

 

Τι σας ενέπνευσε να γράψετε για τον Νίκο Πουλαντζά και τον δημοκρατικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό;

Το βιβλίο «Ο ύστερος Πουλαντζάς και ο δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κουκκίδα, αποτελεί επεξεργασμένο τμήμα της διδακτορικής μου διατριβής, η οποία εκπονήθηκε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συνιστά τον θεωρητικό καρπό της μακροχρόνιας ενασχόλησής μου με τη θεωρία του κράτους γενικότερα και το έργο του Νίκου Πουλαντζά ειδικότερα.

Πώς θα περιγράφατε τη σημασία των ύστερων θεωρητικών παραδοχών του Πουλαντζά για τη σύγχρονη κοινωνία;

Στις σελίδες του βιβλίου ασκείται κριτική στο εγχείρημα του δημοκρατικού δρόμου, όμως από την άλλη πλευρά δεν μπορώ να μη παραδεχθώ πως παρά τις αντιφάσεις και τα δομικά όρια που χαρακτηρίζουν κατά τη γνώμη μου το ύστερο έργο του Πουλαντζά, εντούτοις ο πουλαντζιανής εμπνεύσεως δημοκρατικός δρόμος αποτέλεσε μια πρόταση μετάβασης, η οποία έλαβε υπόψη της το καπιταλιστικό πλαίσιο της εποχής του διατυπώθηκε. Αυτή πιστεύω πως ήταν και η βασική επιδίωξη και αγωνία του Πουλαντζά, δηλαδή η παρουσίαση μιας εφικτής και υλοποιήσιμης μεσοπρόθεσμης στρατηγικής, η οποία θα επέτρεπε στην Αριστερά να καταλάβει την εξουσία. Άλλωστε, δε μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός πως ακόμα και σήμερα -σχεδόν πενήντα χρόνια μετά- το έργο του εξακολουθεί να αποτελεί ορόσημο στο πλαίσιο της συναφούς βιβλιογραφίας και καταδεικνύει την απουσία μιας σύγχρονης εξειδικευμένης θεωρίας της μετάβασης.

Σε ποιο βαθμό θεωρείτε ότι η θεωρία του Πουλαντζά μπορεί να εφαρμοστεί στην σημερινή πολιτική συγκυρία;

Το εγχείρημα του δημοκρατικού δρόμου μοιάζει σήμερα να έχει απωλέσει την επικαιρότητά του ως μια εφικτή λύση προς την κατεύθυνση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει πως δεν εμπεριέχει χρήσιμες όψεις, οι οποίες θα πρέπει να αξιοποιηθούν, εμπλουτίζοντας σημαντικά μια σύγχρονη στρατηγική μετάβασης. Παρότι, οι θεωρητικές παραδοχές του έργου του Νίκου Πουλαντζά αποτελούν χρήσιμες αναφορές για όλους τους μετέπειτα μελετητές της θεωρίας της μετάβασης, εντούτοις θεωρώ πως η σημερινή συγκυρία, αρκετά διαφορετική από την εποχή του Πουλαντζά, επιτάσσει τον αναστοχασμό του μαρξικού υποδείγματος, το οποίο πιστεύω πως ο ύστερος Πουλαντζάς έφτασε στο όριο του.

Ποιοι είναι οι κύριοι προβληματισμοί που εντοπίζετε στην προσέγγιση του Πουλαντζά για τον δημοκρατικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό;

Ο ύστερος Πουλαντζάς εγκαταλείπει την άποψη πως η κοινοβουλευτική δημοκρατία αποτελεί απλώς τη θεσμική έκφραση της αστικής πολιτικής κυριαρχίας, συνηγορεί υπέρ των φιλελεύθερων κοινοβουλευτικών μορφών και των διαδεδομένων ατομικών ελευθεριών και οδηγείται στην απόρριψη της ανάγκης καταστροφής της αστικής κρατικής μηχανής. Ο Πουλαντζάς δίνει πλέον έμφαση στην ανάγκη διατήρησης και επέκτασης των θεσμών και των ελευθεριών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, παράλληλα με την ανάπτυξη οργάνων άμεσης δημοκρατίας στη βάση, τα οποία θα συγκεραστούν με την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Ακόμη, οι εμφανείς αποτυχίες των δυτικοευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων και η ανάδυση νέων κοινωνικών κινημάτων επέφεραν και τη μερική εγκατάλειψη από μέρους του της θέσης πως το κομμουνιστικό κόμμα και η εργατική τάξη κατέχουν τον ηγετικό ρόλο στον αγώνα για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Συνθέτοντας αυτές τις ερευνητικές διαστάσεις, αναπτύσσει τη δική του εναλλακτική ατραπό μετάβασης, βασισμένη πάνω σε μια πολυταξική, πολυκομματική συμμαχία, στην οποία οι μη ταξικές δυνάμεις και τα κοινωνικά κινήματα θα κατέχουν αυτόνομο ρόλο. Είναι, όμως, πειστική, η θέση σύμφωνα με την οποία η διατήρηση των αντιπροσωπευτικών θεσμών, σε συνδυασμό με την απόρριψη της συντριβής της αστικής κρατικής μηχανής, είναι αυτή που εγγυάται την επέκταση και εμβάθυνση των ελευθεριών; Τί θα συμβεί όταν ο εναλλακτικός σταδιακός σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας επιφέρει την αντίδραση του ταξικού αντιπάλου, ο οποίος μάλιστα, λόγω των ελευθεριών που αναγνωρίζει ακόμη και για αντιπάλους του ο δημοκρατικός δρόμος, θα έχει περισσότερα όπλα στη φαρέτρα του; Ο Πουλαντζάς θέτει ο ίδιος το ερώτημα και διευκρινίζει πως ο δημοκρατικός δρόμος δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να είναι ένα ειρηνικό πέρασμα. Τί θα συμβεί όταν ένα τέτοιο κίνημα αναγκαστεί να απαντήσει με μη-ειρηνικά μέσα στον ταξικό αντίπαλο, ο οποίος θα επιχειρήσει να τερματίσει το εγχείρημα του δημοκρατικού δρόμου; Ως εκ τούτου, μια άλλη σημαντική αντίφαση της πουλαντζιανής συλλογιστικής είναι και η υποτίμηση της βίας, αφού η αστική τάξη δεν πρόκειται να παραμείνει απαθής μπροστά σε μια μακροχρόνια διαδικασία που θα στρέφεται ενάντια στα συμφέροντά της. 

Πώς θα μπορούσαν οι πτυχές της θεωρίας του Πουλαντζά να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη μιας σύγχρονης πρότασης μετάβασης στον σοσιαλισμό;

Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός εμπεριέχει πλήθος κρίσιμων όψεων, οι οποίες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αξιοποιηθούν στη λογική, όμως, μιας επαναστατικής σύγχρονης θεωρίας ρήξεων προς το καπιταλιστικό σύστημα και σοσιαλιστικής μετάβασης. Κυριότερη πτυχή αυτής της διαδικασίας είναι η δημοκρατική πλειοψηφική διάσταση του σοσιαλισμού. Ως δημοκρατικός δρόμος δε θα πρέπει να νοείται μια ειρηνική κοινοβουλευτική πορεία προς το σοσιαλισμό, αλλά αντίθετα μια στρατηγική επαναστατικής κοινωνικής ανατροπής, με αμιγώς δημοκρατικό και πλειοψηφικό χαρακτήρα. Παράλληλα, καίρια είναι και η αναφορά στη θεσμική δημοκρατικότητα των πολιτικών μορφών του σοσιαλισμού, υπό την έννοια της ανάπτυξης μιας ευρείας και ποιοτικά διαφορετικής δημοκρατίας, η οποία να συμπεριλαμβάνει την άμεση συμμετοχή των λαϊκών τάξεων στην εξουσία και την πλήρη ανάπτυξη όλου του φάσματος των κοινωνικών δικαιωμάτων με το ρυθμό που επιτρέπουν και απαιτούν οι αντικειμενικές συνθήκες του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Επιπρόσθετα, κρίσιμη είναι και η διατήρηση της πολυμορφίας των κομμάτων και οργανώσεων, προκειμένου να αποφευχθεί η επιβολή μονοκομματικού καθεστώτος, αφού η ιστορική εμπειρία έχει καταγράψει τους κινδύνους που εγκυμονεί μια τέτοια πρακτική. Τέλος, άλλες επιμέρους όψεις αξιοποίησης της θεωρίας του Πουλαντζά για τον δημοκρατικό δρόμο είναι ο επανακαθορισμός της σχέσης μεταξύ των αριστερών κομμάτων και των κοινωνικών κινημάτων, η ανάγκη υιοθέτησης ενός συνδυαστικού πολέμου θέσεων και κινήσεων και ανάπτυξης ενός αντι-ηγεμονικού αντίβαρου, αλλά και η συνειδητοποίηση πως η κατάληψη της κυβέρνησης από την Αριστερά δε σηματοδοτεί σε καμία περίπτωση και κατάληψη της εξουσίας για την εργατική τάξη.

Ποια είναι η προσωπική σας άποψη για την αποτελεσματικότητα της στρατηγικής του δημοκρατικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό;

Θεωρώ πως ο δημοκρατικός δρόμος του Πουλαντζά τείνει να υποτιμά τη θεσμική υλικότητα του αστικού κράτους και την ικανότητα στεγανοποίησής του από την πάλη των τάξεων. Ο συνδυασμός -εκ μέρους του Πουλαντζά- μιας αυστηρά σχεσιακής προσέγγισης και η αποδοχή της ύπαρξης των λαϊκών αγώνων σε ολόκληρο το φάσμα του κράτους, ουσιαστικά καταλήγει στο συμπέρασμα πως το κράτος έχει ουδέτερη φύση. Το γεγονός πως η ταξική πάλη εγγράφεται στο εσωτερικό του κράτους δε σημαίνει σε καμιά περίπτωση πως το κράτος παύει να οργανώνει την αναπαραγωγή της αστικής εξουσίας. Αντιθέτως, υπάρχει ένα συγκεκριμένο δομικό όριο στις μετατροπές που μπορεί να πραγματοποιηθούν μέσα στον υφιστάμενο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ο οποίος αναγνωρίζεται εν τέλει στη διαιώνιση και αναπαραγωγή των σχέσεων ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Στην περίπτωση δε, που η αμφισβήτηση κατευθύνεται ενάντια στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, τότε υιοθετείται η απροκάλυπτη καταστολή των λαϊκών αγώνων. Τούτο συμβαίνει διότι στο εσωτερικό του κράτους εδράζεται ο σκληρός πυρήνας του, εκείνο το δομικό όριο που με σαφήνεια οριοθετεί τον «απαγορευμένο χώρο», ο οποίος παραμένει αλώβητος από τις πιέσεις της όποιας αλλαγής του ταξικού συσχετισμού δυνάμεων και στεγανοποιεί σε κάθε περίσταση την αστική κυριαρχία, ακόμα και μετά την κατάκτηση της εξουσίας από τις αντικαπιταλιστικές δυνάμεις. 

Ποιοι ήταν οι κύριοι θεωρητικοί και πολιτικοί παράγοντες που επηρέασαν τις ύστερες απόψεις του Πουλαντζά;

Δύο γεγονότα φαίνεται πως υπήρξαν οι θρυαλλίδες της θεωρητικής στροφής του Πουλαντζά: το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου στην Ελλάδα και ο γαλλικός Μάης. Μετά το ξέσπασμα του πραξικοπήματος, ο Πουλαντζάς άρχισε να μελετάει περισσότερο τις μη δημοκρατικές μορφές διακυβέρνησης και να αναζητεί ποια θα ήταν η καταλληλότερη στρατηγική ενάντια σε μια στρατιωτική δικτατορία, την οποία ξεχώριζε τόσο από τα φασιστικά καθεστώτα όσο και από μια βονοπαρτική δικτατορία. Έτσι, αναπτύχθηκε στη σκέψη του η ιδέα της αποσταθεροποίησης του καθεστώτος μέσω των λαϊκών αγώνων, όπως αποτυπώθηκε στο έργο Η κρίση των δικτατοριών. Ο ρόλος της λαϊκής αντίστασης στην πτώση των στρατιωτικών καθεστώτων της Νότιας Ευρώπης, είχε πλέον αποκτήσει σημαίνουσα θέση στη θεωρητική δουλειά του Πουλαντζά. Παράλληλα, τα γεγονότα του Μάη του 1968 ώθησαν τον Πουλαντζά να επανακαθορίσει τις ιδέες του σχετικά με τον δομικό καθορισμό της ταξικής εξουσίας και να παρατηρήσει ευκρινέστερα την ασταθή ισορροπία και τις συναφείς τάσεις συμβιβασμού που διέπει την αστική εξουσία.

Πώς πιστεύετε ότι ο Πουλαντζάς θα αντιδρούσε στις σημερινές πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες;

Αυτό είναι ένα ερώτημα που θα ήταν παρακινδυνευμένο να προσπαθήσει κάποιος να απαντήσει. Είναι, άλλωστε, αβέβαιο και ποια ακριβώς μορφή θα λάμβανε το έργο του, εάν δεν είχε τόσο απότομα διακοπεί το νήμα της ζωής του. Πρόκειται για ένα ερώτημα που δε θα απαντηθεί ποτέ. Το μόνο σίγουρο είναι πως ο θεωρητικός πλούτος που παρήγαγε θα τον κατατάσσει πάντα μεταξύ των σπουδαιότερων μαρξιστών διανοητών και θα αποτελεί διαχρονικό σημείο αναφοράς για όλους τους νέους μελετητές του κράτους και του μαρξισμού.

Ποιοι είναι οι κυριότεροι παράγοντες που διαφοροποιούν τη σημερινή κοινωνική και πολιτική συγκυρία από την εποχή του Πουλαντζά;

Εστιάζοντας στον ακρογωνιαίο λίθο της συλλογιστικής του Πουλαντζά περί διαπερατότητας των κρατικών δομών και μηχανισμών από την ταξική πάλη, θεωρώ πως στις μέρες μας μια τέτοια διαπίστωση μοιάζει παρωχημένη, υπό την έννοια πως στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, η εξουσία εκφεύγει των στενών ορίων του έθνους-κράτους και έχει μετατοπιστεί σε πιο απομακρυσμένους και χαλυβδωμένους από την ταξική πάλη διεθνείς οργανισμούς και θεσμούς. Διεθνείς μηχανισμοί εξουσίας, λοιπόν, οι οποίοι δεν ελέγχονται, δεν λογοδοτούν, δεν νομιμοποιούνται δημοκρατικά και οι οποίοι είναι σημαντικά οχυρωμένοι από τις πιέσεις της ταξικής πάλης. Επί της ουσίας σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με ένα διαφορετικό καπιταλιστικό μοντέλο, αλλά φυσικά έντονες διαφοροποιήσεις παρουσιάζει και η εργατική τάξη.

Ποιοι ήταν οι πιο σημαντικοί δάσκαλοι ή μέντορες που σας επηρέασαν στην ακαδημαϊκή σας πορεία;

Κατά τη διάρκεια εκπόνησης της διδακτορικής μου διατριβής είχα την τύχη να γνωρίσω και να συνεργαστώ με πολλούς αξιόλογους καθηγητές. Ως εκ τούτου δεν μπορώ να μην αναφερθώ με ευχαριστίες στον επιβλέποντά μου, Αλέξανδρο Χρύση, έναν εκ των κορυφαίων σύγχρονων μαρξιστών στοχαστών, ο οποίος συντέλεσε αποφασιστικά στην ολοκλήρωση αυτής της διδακτορικής εργασίας. Ακόμη, σημαντική ήταν και η συμβολή των επίσης εξαιρετικών Δημήτρη Καλτσώνη και Σπύρου Σακελλαρόπουλου που συμπλήρωναν την τριμελή μου επιτροπή.

Ποια είναι η γνώμη σας για την ανάγκη αναθεώρησης των παραδοσιακών μαρξιστικών προσεγγίσεων στη σημερινή εποχή;

Ήδη από τον θάνατο του Μαρξ έγινε φανερό πως η μαρξική θεωρία δεν επιδέχεται μονάχα μιας ερμηνείας και δεν εξελίσσεται σε μία και μόνη θεωρητική κατεύθυνση. Αντιθέτως, η ύπαρξη του μαρξισμού είναι πάντοτε συνυφασμένη με το σχηματισμό διαφορετικών μαρξιστικών ρευμάτων ή σχολών, που συχνά έρχονται σε σύγκρουση στη βάση αντιφατικών και αντιτιθέμενων μεταξύ τους αρχών, θέσεων και πορισμάτων. Συνεπώς, μπορεί βάσιμα να υποστηριχθεί πως ο μαρξισμός ουδέποτε υπήρξε μια «μονολιθική» θεωρία. Στον αντίποδα, διαφορετικά μαρξιστικά ρεύματα διεξάγουν μια διαρκή θεωρητική, ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση, παρότι στις μέρες μας αυτή έχει ατονήσει αισθητά. Ας έχουμε, όμως, κατά νου πως ο μαρξισμός δεν αποτελεί μόνο μια θεωρία, αλλά αποτελεί ιστορικά και μια μαζική ιδεολογία μεγάλων μερίδων του εργατικού κινήματος και των λαϊκών τάξεων. Ως εκ τούτου, ο μαρξισμός είναι δισυπόστατος, αφού αποτελεί τόσο ένα θεωρητικό σύστημα, όσο και μια ιδεολογία μαζών, με αποτέλεσμα η εξέλιξη του μαρξισμού να επικαθορίζεται συχνά από την πορεία και τις καμπές της πάλης των τάξεων, και πιο συγκεκριμένα από τα αποτελέσματα της πάλης αυτής στο επίπεδο της ιδεολογίας. Επομένως, ο μαρξισμός εκφεύγει των ορίων της θεωρίας και συναντιέται με τις μάζες, συμμετέχοντας ενεργά στις κοινωνικές πρακτικές, τροφοδοτεί τους κοινωνικούς αγώνες, αλλά και τροφοδοτείται από αυτούς. Βέβαια, είναι γεγονός πως στις μέρες μας, η θεωρητική δύναμη του μαρξισμού έχει υποχωρήσει σημαντικά. Μήπως αυτό σημαίνει πως οι θεωρητικές έννοιες που θεμελίωσε ο Μαρξ έχασαν τη σημασία τους, ή πως σταμάτησαν να παράγονται σημαντικές σύγχρονες μαρξιστικές αναλύσεις; Κάθε άλλο! Αντιθέτως, αυτό που συμβαίνει είναι πως στη σημερινή συγκυρία έχει περιοριστεί η δυνατότητα του μαρξισμού να αναπαράγεται ως ιδεολογία μαζών, πλήττοντας έτσι και τη δυναμική του μαρξισμού ως θεωρητικό σύστημα. 

Πώς ισορροπείτε τον χρόνο σας μεταξύ συγγραφής, έρευνας και δημοσιογραφίας;

Προς το παρόν εστιάζω στην έρευνα, αφού συνεχίζω με μια μεταδιδακτορική έρευνα, η οποία αναφέρεται στη σχέση της μαρξιστικής θεωρίας του κράτους και των σύγχρονων κοινωνικών κινημάτων. Παράλληλα, ασχολούμαι και με προσωπικές ερευνητικές ανησυχίες, οι οποίες αφορούν κυρίως την ιστορία των Αρβανιτών της Πελοποννήσου. Ως εκ τούτου, η λογοτεχνική συγγραφή έχει πέσει σε χειμερία νάρκη, αφού το «Όταν γνώρισα τα μάτια σου», το τελευταίο μου μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 2020. Ενώ και τη δημοσιογραφία, την έχω αφήσει δυστυχώς εδώ και κάποια χρόνια, αφού έχω μεταπηδήσει σε άλλον εργασιακό κλάδο.

Τι σας ώθησε να γράψετε για ιστορικά και λαογραφικά θέματα, όπως το «Από του Λάπι έρχομαι»;

Η ιστορία πάντα με μαγνήτιζε, ως εκ τούτου η συγγραφή της μελέτης «Από του Λάπι έρχομαι» αποτελεί το απότοκο αυτής της έλξης. Πρόκειται για μια ιστορική μελέτη αναφορικά με το χωριό Λάπι (Ριζοχώρι) Μεσσηνίας, τα Σουλιμοχώρια, αλλά και ευρύτερα την ιστορία της ορεινής Τριφυλίας και των Αρβανιτών. Καταπιάνεται με μια πλειάδα θεμάτων, όπως την ονομασία, τη διοικητική και δημογραφική εξέλιξη, τη γλωσσολογική ιδιαιτερότητα των Αρβανιτών, καθώς και την ιστορική πορεία του χωριού στον χρόνο, την κοινωνική οργάνωση, τη καταγωγή, τα ήθη τα έθιμα. Ακόμη, ανασύρει αρχεία από το παρελθόν και αναλύει εκλογικούς καταλόγους και στατιστικές/απογραφές, όπου ο αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει τα ονόματα των προγόνων του. 

 


Λίγα λόγια από το οπισθόφυλλο του βιβλίου

Ο Νίκος Πουλαντζάς δικαίως συγκαταλέγεται μεταξύ των κορυφαίων σύγχρονων μαρξιστών διανοητών. Κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής του, παρήγαγε πλούσιες θεωρητικές επεξεργασίες, με πυρήνα το καπιταλιστικό κράτος, τις κοινωνικές τάξεις και τη σοσιαλιστική στρατηγική.

Μέσα σε αυτή τη μικρή μα συνάμα έντονη θεωρητική διαδρομή, όπως είναι λογικό, τα επιχειρήματά του δεν υπήρξαν πάντοτε ικανοποιητικά ή πειστικά: άλλωστε ο ίδιος προχώρησε στην αναίρεση διατυπώσεων του πρώιμου έργου του, ενώ στο ύστερο έργο του υπάρχουν σημεία έντασης και δυσκολίες. Με θεωρητική τόλμη, ποτέ δεν έμεινε αγκυλωμένος σε ένα γενικόλογο όραμα ανατροπής αλλά, αντιθέτως, επιζητούσε εναγωνίως εφαρμόσιμες προτάσεις, προσαρμοσμένες στις ανάγκες της συγκυρίας, όσο και αν προσέκρουαν συχνά σε θεωρητικές αντιφάσεις.

Για ποιον λόγο, αυτήν τη στιγμή, μια μελέτη για τον Πουλαντζά; Διότι ακόμα και αν οι προσδοκίες του διαψεύστηκαν, ακόμα και αν οι συγκεκριμένες μορφές πάλης που επεξεργάστηκε δεν προσφέρονται στην τρέχουσα συγκυρία, εντούτοις οι θεωρητικές παραδοχές του, παρά τις επιμέρους αντιφάσεις και αμφισημίες τους, παραμένουν πολύτιμη συμβολή στον επίπονο αγώνα επανασχεδιασμού μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής υπέρβασης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και μετάβασης σε μια ουσιαστικά δημοκρατική σοσιαλιστική κοινωνία.