Ο Μπάμπης Ράλλης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1975, όπου εξακολουθεί να ζει και να εργάζεται. Το «Σχετικά με τη φύση του φωτός» (εκδ. Κέδρος, 2024), είναι το τρίτο μυθιστόρημά του, μετά το «Άνθος μιας πλανόδιας ελπίδας» (εκδ. Γκοβόστη, 2007) και το «Η ανησυχητική πλευρά του ουρανού» (αυτοέκδοση σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, 2013). Έχει γράψει επίσης θεατρικά έργα, ενώ ποιήματα και διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορες λογοτεχνικές ιστοσελίδες.
Συνέντευξη στην Κωνσταντίνα Δρακουλάκου
Τι σας ενέπνευσε να γράψετε το «Σχετικά με τη φύση του φωτός»; Ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα;
Αρχικό ερέθισμα στάθηκε η θέληση να ταξιδέψω πίσω στα εφηβικά μου χρόνια. Ωστόσο γρήγορα κατάλαβα ότι η πλοκή με οδηγούσε αλλού, πολύ μακριά από μια εξιστόρηση προσωπικών εμπειριών. Αφέθηκα στη φαντασία στηριζόμενος σε αρκετούς υπαρκτούς χαρακτήρες ώστε να προσδώσω αληθοφάνεια στη γραφή, οι οποίοι, όμως, συμπεριλαμβανομένου και του αφηγητή-πρωταγωνιστή, είχαν στο μυθιστόρημα εντελώς διαφορετικό ρόλο.
Ο έρωτας στο βιβλίο σας παρουσιάζεται ως υπαρξιακή εμπειρία, όχι απλώς συναισθηματική. Ποια είναι για εσάς η βαθύτερη σχέση ανάμεσα στον έρωτα και την ταυτότητα του ανθρώπου;
Ο έρωτας είναι ίσως το πιο αναλλοίωτο, αχάραχτο στοιχείο της ταυτότητάς μας. Για αυτό βλέπουμε ανθρώπους που απέτυχαν σε μια σχέση, να αναζητούν στην νέα τους σχέση τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης. Κι αν αποτύχουν και στη δεύτερη, πάλι να ψάχνουν την ίδια εξιδανικευμένη μέσα στο μυαλό τους μορφή. Ο έρωτας και ο θάνατος, ενώ έχουν τις βαθύτερες ρίζες από κάθε άλλη εμπειρία στο ένστικτο, μπορούν να οδηγήσουν έναν άνθρωπο στον μέγιστο δυνατό βαθμό συνείδησης.
Η γυναικεία μορφή στο έργο λειτουργεί περισσότερο ως σύμβολο παρά ως χαρακτήρας. Πόσο συνειδητή ήταν αυτή η απόφαση, και τι συμβολίζει τελικά αυτή η «ιδανική» γυναίκα;
Ο μεγάλος έρωτας χρησιμοποιεί σύμβολα και εξιδανικεύσεις. Έτσι μπορεί να υπάρξει. Αν ένας ερωτευμένος μελετούσε χαρακτήρες, θα έβλεπε πως δεν μπορεί να παραδώσει όλη του τη ζωή σε έναν άλλο άνθρωπο, γιατί και αυτός έχει προβλήματα και αδυναμίες όπως κι ο ίδιος. Και η εξιδανίκευση συνήθως έχει σκοπό να κρύψει μέσα στην υποθετική τελειότητα του άλλου την αδύναμη δική μας φύση.
Εχετε δηλώσει ότι «δεν θα μπορούσε να υπάρξει συμβιβασμός» στην εσωτερική μάχη του ήρωα. Πρόκειται για μια λογοτεχνική επιλογή ή μια προσωπική φιλοσοφία ζωής;
Οι άνθρωποι κυριαρχούνται από το ένστικτο. Για πολλούς αυτό δεν είναι πρόβλημα, ή δεν είναι τέτοιο πρόβλημα που να τους κάνει να αναζητήσουν διαφυγή. Άλλους το ένστικτο τους οδηγεί αδιάκοπα στον γκρεμό και τότε μπορεί να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι «…Δεν είμαι το ένστικτό μου. Δεν είμαι ένα ελαττωματικό μηχάνημα». Από τη στιγμή αυτή, ναι, δεν υπάρχει επιστροφή. Αρχίζει μια μάχη απελευθέρωσης. Κι αν δούμε τη μεγάλη εικόνα, την εικόνα της ανθρωπότητας, και σε ποιους γκρεμούς (πολέμους, εκμετάλλευση, αδικία, βιασμούς) την οδηγεί το κυρίαρχο ένστικτο, το «εγώ», θα καταλάβουμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα πρόβλημα που αφορά τους πάντες. Ίσως, πέρα από όλους τους «-ισμούς», το μοναδικό πρόβλημα της ανθρωπότητας.
Ο ήρωας κινείται διαρκώς σε κύκλους ελπίδας και απελπισίας. Υπάρχει, κατά τη γνώμη σας, κάθαρση ή λύτρωση σ’ αυτό το ταξίδι;
Νομίζω πως όχι. Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος να ελπίζει και να απελπίζεται. Μπορεί, μόνο, όσο συνειδητοποιεί τη φύση του, να στρέφεται προς ελπίδες πιο «απλόχωρες» για την ψυχή του και πιο «ανάλαφρες» από υλικά βάρη.
Αποφεύγετε τη γραμμική πλοκή και ακολουθείτε μια κυκλική, εσωτερική αφήγηση. Τι επιδιώκετε με αυτή τη μορφή; Πώς επηρεάζει την κατανόηση του έργου;
Δεν επιδιώκω κάτι. Ακολούθησα τη ροή της σκέψης μου. Θέλω να πιστεύω ότι η μορφή αυτή δεν επηρεάζει την κατανόηση του κειμένου, με δεδομένο ότι ο κύκλος (της μέρας, της ζωής) είναι για όλους μας καθημερινό βίωμα.
Αναφέρεστε στην τέχνη ως «παρήγορη ερωμένη» που κρατά τον ήρωα όρθιο. Ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης σε περιόδους εσωτερικής κρίσης;
Την περίοδο της κρίσης μαθαίνουμε τους φίλους μας. Δεν ξέρω πόσοι φίλοι μπορούν να σταθούν στον άνθρωπο τόσο παρηγορητικοί, αλλά κυρίως εξυψωτικοί, όσο η τέχνη. Ούτε μπορώ να σκεφτώ ότι ένας ψυχολόγος έχει την ικανότητα να βοηθήσει κάποιον δοκιμαζόμενο άνθρωπο περισσότερο από τη βιωματική ενασχόληση με τη μουσική, τη γραφή, ή μια άλλη τέχνη. Αλλά αυτό είναι δική μου, εντελώς προσωπική, άποψη και πιθανόν να μη βρίσκει ιδανική εφαρμογή σε κάθε περίπτωση.
Αν και το βιβλίο δεν είναι αυτοβιογραφικό, πόσο κοντά νιώθετε στον ήρωά σας; Υπάρχει κοινό βιωματικό έδαφος;
Υπάρχει έντονη συμπάθεια που δεν προσπάθησα να την κρύψω όσο έγραφα. Επίσης υπάρχουν κοινά πνευματικά χαρακτηριστικά, μεταφερμένα, όμως, σε διαφορετικές εμπειρίες και καταστάσεις.
Το «Σχετικά με τη φύση του φωτός» μοιάζει να συνδυάζει λογοτεχνία, στοχασμό και ψυχογραφία. Εσείς πώς το προσδιορίζετε; Πώς θα το περιγράφατε σε κάποιον που δεν το έχει διαβάσει;
Αυτή είναι για μένα η πιο δύσκολη ερώτηση, με δεδομένο ότι ακόμη και τα μικρά κείμενα που δημοσιεύω σε διάφορες ιστοσελίδες, δεν έχω καταλήξει αν είναι περισσότερο ποιήματα ή διηγήματα. Δεν βρίσκω τον λόγο που ένα κείμενο θα πρέπει να περιορίζεται στο στενό πλαίσιο ενός συγκεκριμένου είδους γραφής. Μακάρι να μπορούσε η γραφή να χωρέσει και την μουσική. (Το έχω προσπαθήσει σε αυτό το έργο). Με λίγα λόγια, ένας –ελπίζω– υπομονετικός αναγνώστης θα ακολουθήσει την εσωτερική διαδρομή ενός ανθρώπου που, όταν κοιτάζει πίσω του δεν αναγνωρίζει τον παλιό εαυτό του, κι όταν κοιτάζει δίπλα του, τον βλέπει σαν σε καθρέφτη – «Σε ερωτεύτηκα ξανά απ’ την αρχή», λέει στην αγαπημένη του. Γιατί τελικά όλοι οι δρόμοι είναι κυκλικοί.
Τελικά, πιστεύετε ότι ο αναγνώστης βγαίνει «λυτρωμένος» από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου ή προβληματισμένος;
Αν βγει προβληματισμένος θα είναι τουλάχιστον κατά το ήμισυ λυτρωμένος, μιας και θα έχει ανακαλύψει κάτι άξιο προβληματισμού.
Πηγή: ΠΕΡΙ ΟΥ