Στον τόπο μας έχουν συνηθίσει μια θλιβερή πραγματικότητα. Ολες οι αποφάσεις είναι κοντόφθαλμες. Διαπνέονται από άγχος διαχείρισης του σήμερα. Το αύριο το αφήνουμε... στον μεγαλοδύναμο. Αν αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, αλλά κυρίως αυτό που προδιαγράφεται ως βεβαιότητα για τις επόμενες δεκαετίες, συνέβαινε σε μια οργανωμένη χώρα, ας πούμε σκανδιναβική, όλα τα κόμματα θα εκπονούσαν προγράμματα για το πώς θα το αντιμετωπίσουν σε βάθος χρόνου.
Συμφώνως προς μελέτη του Ινστιτούτου του Βερολίνου για την πορεία γήρανσης του πληθυσμού στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως άλλωστε συμβαίνει συνήθως με οτιδήποτε αρνητικό, έχουμε την τιμητική μας. Ανεβαίνουμε στο βάθρο πρωταθλητές. Αντιγράφω από το τηλεγράφημα του ΑΠΕ:
"Από περίπου 10,8 εκατ. το 2016, ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί στα 9,9 εκατ. έως το 2030 και στα 8,9 εκατ. έως το 2050! Κάτι που σημαίνει ότι θα υποστεί μία πρόσθετη μείωση κατά περίπου 18%. Μεταξύ 2011-2016 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 3% του πληθυσμού της, μεταξύ άλλων λόγω της γέννησης λιγότερων παιδιών εξαιτίας της οικονομικής κρίσης".
Και πώς αντιμετωπίζει η εξουσία μας αυτή τη θλιβερή υφιστάμενη πραγματικότητα και την ακόμη θλιβερότερη προοπτική για το μέλλον; Με το να κάνει τη ζωή κάθε γυναίκας, που τολμά να γεννήσει και μάλιστα δεύτερο ή τρίτο παιδί, όσο μπορεί πιο δύσκολη. Αντί να προσφέρει κίνητρα, ξηλώνει και ό,τι υπήρχε. Από τα επιδόματα τέκνων ως τις φορολογικές απαλλαγές. Από τη συρρίκνωση του δικτύου βρεφονηπιακών σταθμών, ως το γεγονός ότι τα δημόσια μαιευτήρια είναι εκείνα που έστησαν κάποιοι ευεργέτες τον περασμένο αιώνα, όταν η καταφυγή στα ιδιωτικά είναι πια απαγορευτική για τα χαμηλά εισοδήματα. Και αυτά τα θεωρούν ως μέτρα στήριξης του ασφαλιστικού συστήματος. Χωρίς να σκέπτονται ότι έτσι θα μειώνεται διαρκώς ο οικονομικώς ενεργός πληθυσμός, οι εργαζόμενοι που θα πρέπει να συντηρούν τους όλο και περισσότερους, σε αναλογία, συνταξιούχους.
Οι μόνοι που γεννούν πολλά παιδιά στην Ελλάδα είναι πια οι Ρομά, οι μουσουλμάνοι και οι πρόσφυγες. Ωραία προοπτική για το έθνος. Αλλά αυτά, για τους πολιτικούς μας είναι ψιλά γράμματα.
Γ. Π. Μασσαβέτας