Σε πρόσφατο κείμενό του ο κ. Πετράκος, πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ («Ελευθερία», 27.9. 2017), περιγράφει τα χρέη των νοικοκυριών σε κράτος και τράπεζες και συμπεραίνει απότομα ότι «μόνη λύση είναι η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα για να γίνουν μαζικές διαγραφές χρεών».
Δεν θα απαντούσα στον κ. Πετράκο αν δεν εκτιμούσα την πολιτική του συνέπεια: Αποχώρησε μαζί με άλλους από το κόμμα όταν δεν συμφώνησε με τις επιλογές του πρωθυπουργού του που απέκλιναν από τις προεκλογικές δεσμεύσεις. Εν τούτοις, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να αναθεωρήσει τη θέση του.
Η περιγραφή της δραματικής κατάστασης ως προς τα χρέη είναι σωστή: Πράγματι τα χρέη των ιδιωτών προς το κράτος, τις τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία προκαλεί δέος, καθώς ξεπερνά κατά πολύ το ετήσιο εθνικό εισόδημα. Το ίδιο ισχύει και για το δημόσιο χρέος με το οποίο χρηματοδοτήθηκε ένα κόλουρο κοινωνικό κράτος. Τα σχετικά στοιχεία παραπέμπουν σε διαχρονικές αστοχίες της πολιτικής. Αλλά το συμπέρασμα του κ. Πετράκου (αφού έχουμε χρέη, να φύγουμε από το ευρώ) είναι λάθος για πολλούς λόγους.
Η άποψη αυτή υποτιμά καταρχάς τις δυνατότητες για διευθέτηση προβλημάτων του χρέους των ιδιωτών εντός της Ευρωζώνης. Ηδη έχουν δρομολογηθεί μέτρα όπως η αποπληρωμή με δόσεις, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, η δέσμευση της κυβέρνησης στο τρίτο «συμπληρωματικό μνημόνιο» του Ιουνίου 2017 να αποπληρώσει δικά της χρέη προς τις επιχειρήσεις, ώστε και αυτές να μπορούν να ανταποκριθούν στις δικές τους υποχρεώσεις, κ.λπ.
Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι ο κ. Πετράκος δεν λαβαίνει υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις μιας επιστροφής της δραχμής (λέγε του Grexit), δημιουργώντας έτσι λαθεμένες προσδοκίες ή «αυταπάτες» για να χρησιμοποιήσω έναν όρο του Προέδρου της Βουλής.
Κατά τη γνώμη μου η επιστροφή στη δραχμή θα προκαλούσε δραματική χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης τόσο των νοικοκυριών όσο και των επιχειρήσεων, ανάκαμψη της... ανεργίας, πληθωρισμό, εξάτμιση των αποταμιεύσεων και γενικευμένη αβεβαιότητα. Υπενθυμίζω δε ότι τυχόν απότομη έξοδος από την Ευρωζώνη θα σήμαινε και επίσημη πτώχευση της χώρας, με καταστροφικές συνέπειες για το τραπεζικό σύστημα, το κράτος και οποιαδήποτε λογική ρύθμιση χρεών.
Ενδεικτικά μόνο, προσθέτω τις ακόλουθες επεξηγήσεις:
Η δραχμή αμέσως μετά την εισαγωγή της θα αρχίσει να υποτιμάται συνεχώς. Οι προϋποθέσεις επιτυχίας μιας υποτίμησης είναι γνωστές (αυστηρά περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, συγκράτηση μισθών κλπ), αλλά αυτές ακριβώς δεν θα εκπληρωθούν, γιατί η επιστροφή στη δραχμή θα δώσει το έναυσμα για πάσης φύσης διεκδικήσεις προς ανάκτηση «κεκτημένων» με το τύπωμα χρήματος!
Η οικονομία θα διολισθήσει σε μια κατάσταση ύφεσης και πληθωρισμού. Επίσης, θα υπάρξουν πρόσθετες δυσκολίες για τη χρηματοδότηση εισαγωγών, ακόμα και βασικών ειδών (φερ’ ειπείν φαρμάκων) και ενδιάμεσων προϊόντων για την παραγωγή. Για ένα σημαντικό διάστημα, η χώρα και οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να δανεισθούν από τις αγορές. Η επιστροφή στη δραχμή θα σήμαινε και χρεοκοπία.
Την κατάσταση θα επιβαρύνει τυχόν διακοπή των χρηματοδοτήσεων από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Υπενθυμίζω ότι, σήμερα, όσες δημόσιες επενδύσεις πραγματοποιούνται στη χώρα, όπως και πολλά κοινωνικά προγράμματα, χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ. Επίσης σημαντικές είναι οι μεταβιβάσεις στον αγροτικό τομέα και οι δυνατότητες για χρηματοδότηση ιδιωτικών επενδύσεων από το «ταμείο Juncker» κ.ά.
Ο κατάλογος των αρνητικών επιπτώσεων βέβαια δεν τελειώνει εδώ. Πρέπει όμως ακόμα να προσθέσω ότι, σε μια νέα κρίση μετά από το δήθεν φιλολαϊκό μέτρο της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα, θα εκδηλωνόταν κοινωνική αναταραχή δύσκολα ελέγξιμη (λόγω της γενικής πτώσης του επιπέδου ζωής) και ενδεχομένως πολιτική αστάθεια.
Τέλος, η «επιστροφή στο εθνικό νόμισμα» θα έσβηνε κάθε ελπίδα για δραστικές μεταρρυθμίσεις που κάνουν τη Δημόσια Διοίκηση να λειτουργεί αποτελεσματικά, το κράτος να προσφέρει καλές υπηρεσίες χωρίς φακελάκια, την εκπαίδευση να προετοιμάζει τους νέους για το μέλλον, τη δικαιοσύνη να μην ταλαιπωρεί τους πολίτες, το κράτος να μην εμποδίζει επενδύσεις κ.λπ.
Για όλους αυτούς τους λόγους το πραγματικό εισόδημα θα υποχωρήσει δραματικά, ενώ ακόμα και μια μεταγενέστερη ανάκαμψη θα στηρίζεται σε σαθρά θεμέλια. Η ανεργία θα αυξηθεί πάλι. Οι οφειλέτες θα κέρδιζαν ίσως από μια (μερική) διαγραφή χρεών (που ήδη εν μέρει επιτρέπεται), αλλά θα έχαναν εισοδήματα. Η καθημερινότητά τους θα χειροτέρευε.
Η σημερινή πολιτική συναίνεση μεταξύ ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ (από το 2016), ΔΗΣΥ κ.α., για παραμονή στο ευρώ, είναι κατά τη γνώμη μου σωστή και ανταποκρίνεται στο μακροχρόνιο εθνικό συμφέρον, και στο συμφέρον... των οφειλετών - για να μην ξεχνάμε την καλή προαίρεση του κ. Πετράκου.
Το ζήτημα είναι βέβαια αν κάνουμε ό,τι πρέπει για να μείνουμε στην Ευρωζώνη και να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης...