Το κράτος και ειδικότερα οι εκάστοτε κυβερνήσεις των δυο εναλλασσόμενων στην εξουσία κομμάτων, που είναι οι βασικοί συντελεστές του γερασμένου και ξεπερασμένου, σήμερα πολιτικού συστήματος, σε ελάχιστες περιπτώσεις έδειξαν κάποια περιβαλλοντική ευαισθησία. Τις περισσότερες όμως φορές η αυθαίρετη δόμηση και γενικότερα ο πολεοδομικός σχεδιασμός, αντιμετωπίστηκε, όχι ως υποχρέωση δραστικής πάταξής της, αλλά ως ταμειακό μέσο αλλά και μέσο διαμόρφωσης πελατειακών σχέσεων.
Το κράτος έχει συνταγματική υποχρέωση για την προστασία του περιβάλλοντος. Ομως, με τη δημιουργία των αυθαιρέτων κατασκευών., τα περιβάλλον (φυσικό και οικιστικό) έχει υποστεί σημαντική βλάβη η οποία δύσκολα μπορεί να αποκατασταθεί, έστω και αν διατεθεί ολόκληρο το ποσό που εισπράχθηκε λόγω της αθέμιτης και αντισυνταγματικής συναλλαγής μεταξύ κράτους και ιδιοκτητών αυθαίρετων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι είναι αμφίβολο αν το ποσό αυτό διατέθηκε ή θα διατεθεί για την αποκατάσταση της βλάβης του περιβάλλοντος.
Παρά τη θέσπιση των συνταγματικών κατευθύνσεων και της εύθύνης του κράτους για την προστασία του περιβάλλοντος, η αμέσως μετά τη μεταπολίτευση κυβέρνηση την υποχρέωση και ανικανότητά της πάταξης της αυθαίρετης δόμησης, όπως είχε υποχρέωση από το Σύνταγμα, προτίμησε να την εκμεταλλευτεί πελατειακά και ταμειακά.Με νόμο του 1977 παρέχεται η δυνατότητα, εξαίρεσης από την κατεδάφιση του αυθαιρέτου με την υποβολή μιας σχετικής δήλωσης και καταβολής ορισμένου χρηματικού ποσού (εισφοράς). Με το νόμο αυτό θεσμοθετείται για πρώτη φορά η αθέμιτη συναλλαγή μεταξύ κράτους και ιδιοκτητών αυθαιρέτων. Είναι το πρώτο σύνθημα που εμφανίστηκε «αν το δηλώσεις θα το σώσεις». Η αυτόματη και χωρίς εξέταση κατά περίπτωση, εξαίρεση από την κατεδάφιση που θεσπίζει ο πι πάνω νόμος, κρίθηκε από το ΣτΕ ότι έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 24 του Συντάγματος. Ετσι, η τότε κυβέρνηση δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί πελατειακά και εισπρακτικά, όπως επιθυμούσε, την αυθαίρετη δόμηση, σε βάρος βέβαια του περιβάλλοντος, παρά το γεγονός ότι το Δικαστήριο έκανε μια παραχώρηση, δηλαδή θεώρησε ανεκτή συνταγματικά την δυνατότητα, την οποία δεν αξιοποίηση, της κατά περίπτωση εξαίρεσης από την κατεδάφιση, από ειδική επιτροπή.
Η αυθαίρετη δόμηση, με την ανοχή ή ανικανότητα της κυβέρνησης, συνεχίζει την ανοδική πορεία της. Την περίοδο της δεκαετίας του 1980 βρίσκεται στο αποκορύφωμά της, απλωμένη σε όλες σχεδόν τις περιοχές εντός και εκτός σχεδίου, σε φυσικά οικοσυστήματα περιοχές προστασίας κλπ.) Εκτός από τις αυθαίρετες κατασκευές έχουν δημιουργηθεί και ολόκληροι οικισμοί πρώτης αλλά και δεύτερης κατοικίας.
Η νέα κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του 1981 θα περίμενε κάποιος να αντιμετώπιζε με ένα άλλο πνεύμα το θέμα των αυθαιρέτων. Δηλαδή, μη υπολογίζουσα το πολιτικό κόστος και αποδοκιμάζοντας τη συναλλαγή της προηγούμενης κυβέρνησης, θα ασκούσε μια νέα κοινωνική και πολεοδομική πολιτική και πολιτική γης, σύμφωνα με τις εξαγγελίες της. Αντίθετα η κυβέρνηση προτίμησε να εκμεταλλευτεί την ως άνω παραχώρηση του ΣτΕ σχετικά με την εξαίρεση από την κατεδάφιση όχι αυτόματα αλλά κατά περίπτωση από ειδική επιτροπή.
Ετσι, με το ν. /1983 (άρθρα 15-12, , όπως συμπληρώθηκε αργότερα, θεσπίζεται ένα νέο πλήρες και αυτοτελές σύστημα όχι πάταξης της αυθαίρετης δόμησης αλλά αναστολής και στη συνέχεια εξαίρεσης από την κατεδάφιση των αυθαιρέτων κατασκευών για λόγους Ο τότε Υπουργός δικαιολόγησε την εξαίρεση από την κατεδάφιση των αυθαιρέτων των μικροιδιοκτητών, επικαλούμενος την υποχρέωση ειδικής φροντίδας του κράτους για απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς που θεσπίζεται με την παραγρ. 4 του άρθρου 21 του Συντάγματος. Γι’ αυτό και με δόση υπερβολής δήλωσε ότι «πρέπει να στηθεί άγαλμα στον αυθαιρετούχο οικιστή που κατάφερε να στεγαστεί μόνος τους χωρίς τη βοήθεια του κράτους».
Ο πιο πάνω νόμος αυτός περιλαμβάνει ρυθμίσεις όχι μόνον για την ατομική αλλά και η συλλογική εξαίρεση από την κατεδάφιση, με την έννοια της ένταξης κατά προτεραιότητα περιοχών αυθαιρέτων στο σχέδιο πόλεως. Μάλιστα απαλλάσσει ο νόμος του μικροιδιοκτήτες αυθαιρέτων από την εισφορά σε γη την οποία βέβαια δεν αναπληρώνει το κράτος, με συνέπεια τη μεγάλη δυσαναλογία δομημένων και κοινόχρηστων χώρων και διαμόρφωσης περιβάλλοντος στα όρια της βιωσιμότητας.
Από την άλλη πλευρά Η όλη συμπεριφορά και αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης από τις εκάστοτε κυβερνήσεις δημιούργησε στους πολίτες την πεποίθηση ότι μπορούν να κτίζουν αυθαίρετα και αν ανακαλυφθούν κάποια στιγμή η κυβέρνηση για κομματικούς και εισπρακτικούς λόγους θα τους δικαιώσει. Συνειδητοποίησαν ακόμη ότι η έλλειψη αποτελεσματικής οργάνωσης της Διοίκησης δεν της επιτρέπει κάποιο δραστικό έλεγχο και έτσι θεώρησαν ότι το αυθαίρετο «μπορούν να το σώσουν, χωρίς να το δηλώσουν». Ετσι η κυβέρνηση, για να τους δελεάσει να υποβάλουν σε δηλώσεις «νομιμοποίησης» των αυθαιρέτων αναγκάζεται να προβεί σε εκπτώσεις και διευκολύνσεις, προκειμένου να εκμεταλλευτεί ευκολότερα την την «τακτοποίηση». Με την αυθαίρετη δόμηση οι φαύλες και ανίκανες κυβερνήσεις κυρίως μετά τη μεταπολίτευση κατάφεραν, να νομιμοποιήσουν την παρανομία και να γελοιοποιήσουν τη νομιμότητα.