Δύο μέρες πριν από τον θάνατο του Γιώργου Μπίζου χτύπησε το τηλέφωνο του σπιτιού μου στην Αθήνα, και στην άλλη γραμμή ήταν ο Γιώργος Μπίζος, που ήθελε να μου μιλήσει. Δέχτηκα με χαρά την τηλεφωνική συνομιλία από τον άνθρωπο, με τον οποίο συνδεόμουν με ειλικρινή φιλία πάνω από μισό αιώνα. Η φωνή του Γιώργου ήταν αδύνατη σε πιανίσσιμο χρώμα, μόλις αναγνωρίσιμη. Μιλήσαμε για λίγο, για κοινότοπα και στερεότυπα θέματα, και είπαμε “αντίο.⁈ Κατάλαβα πως ο Γιώργος ήθελε να μου στείλει το μήνυμα της αναχώρησής του· είχε καταλάβει το τέλος της ζωής του και ήθελε να επικοινωνήσει με τα φιλικά του πρόσωπα.
Μετά από λίγο χρόνο πέθανε ο Γιώργος, στις 9 Σεπτεμβρίου 2020. Μας αποχαιρέτησε σε ηλικία 92 ετών, έχοντας κοντά του τη στιγμή της αναχώρησης του ανεπίστρεπτου ταξιδιού τα αγαστά πρόσωπα της οικογένειάς του και την πολυπληθή ομήγυρη των φίλων του στο ανάκλιντρο του θεού που θα τον μετέφερε στο Πάνθεο των Ελλήνων προσωπικοτήτων.
Η γυναίκα του, η Αρετή (τη φώναζαν Ρίτα), απόγονος των αγωνιστών Μποτσαρέων, του αγώνα του 1821, είχε ήδη αναχωρήσει. Ήταν η καλή σύζυγος που στεκόταν πάντα δίπλα του, ο Μπίζος άκουγε συχνά, σαν από υποβολέα, τη φωνή της : I am here, και παρέκει τα αγόρια του, ο Κίμων (γιατρός), ο Δάμων (γιατρός) ο Αλέξης (επιχειρηματίας) , και οι τρεις παντρεμμένοι με τις οικογένειές τους.
Ο Γιώργος Μπίζος δεν ήταν ένας απλός επαγγελματίας δικηγόρος που κέρδιζε τον μισθό του μέσα στον ασπρόμαυρο κόσμο του απαρτχάιντ, αλλά ο δικηγόρος του θρυλικού ηγέτη , στενού φίλου του, Νέλσον Μαντέλα, για την ακεραιότητα της ζωής του οποίου ο Μπίζος, χάρη στις νομικές του γνώσεις και τις σοσιαλιστικές-αντιρατσιστικές ιδέες του έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στη μετατροπή, και αποδεκτή από το Δικαστήριο, της ποινής του θανάτου του Μαντέλα σε ισόβια δεσμά. Η ποινή που διατήρησε τον Μαντέλα στη ζωή κατάφερε στην περιβόητη δίκη στη Ριβόνια (1964), όπου ο Νέλσον Μαντέλα δικαζόταν για έσχατη προδοσία, συνεπαγόμενη την ποινή του θανάτου, να γίνει δεκτή από το Δικαστήριο η διασάφηση, με έμπνευση και πρωτοβουλία του ευφυή Μπίζου, και συμφωνία συνακόλουθα των συναδέλφων του, και των κατηγορουμένων ότι υπήρχε μέριμνα εκ μέρους των ηγετικών στελεχών της οργανωτικής εξουσίας της Οργάνωσης να αποφεύγεται επιμελώς η απώλεια ανθρώπινης ζωής, γιατί η συμμετοχή στην Οργάνωση τούτη, και κατά συνέπεια και η του Νέλσον Μαντέλα, δεν ήταν τρομοκρατική, αλλά αναίμακτος απελευθερωτικός αγώνας των μαύρων. Τούτο αυτομάτως θα συρρίκνωνε, αν μη εκμηδένιζε την ποινή του θανάτου, και αντ’ αυτής το Δικαστήριο θα αποφάσιζε, κατ’ ανάγκη νομική, ισόβια κάθειρξη. Και ο Μπίζος είπε τότε το αμίμητο, παραλληλίζοντας τον Μαντέλα με τον Σωκράτη : “αν ο Σωκράτης δεν είχε προκαλέσει με τόσο πείσμωνα τρόπο τους Αθηναίους ενόρκους, και είχε αναθέσει την υπόθεσή του σε καλό δικηγόρο, θα είχε πιθανώς σωθεί.⁈
Ο Γιώργος Μπίζος γεννήθηκε σε ένα γραφικό όμορφο χωριό, το Βασιλίτσι (κάποτε και Βασιλίτσιον) του νομού Μεσσηνίας, στο νότιο μέρος της Πελοποννήσου. Οι κοντινές προς το χωριό παραλίες του βρέχονται από τη Μεσόγειο θάλασσα. Ο πλούτος του χωριού εξαρτάται από την παραγωγή του εύγευστου λαδιού που οφείλεται στον καρπό, που πλούσια έδωσε η Αθηνά στη φτωχή κατά τα άλλα περιοχή, η οποία ως αντάλλαγμα έδωσε τα άγρια χόρτα και τα γιδοβοσκοτόπια, πολλά από τα οποία μετατράπηκαν με τη σκληρή δουλειά των Βασιλιτσιωτών σε αμπέλια μαύρης σταφίδας, περιζήτητης για τον απογχρωματισμό του κρασιού σε ρούσο βαθύ. Η χωριάτικη σαλάτα, πασπαλισμένη με τη μυρωδάτη δυνατή, γηγενή ρίγανη φτιάχνει την ωραιότατη μεσογειακή σαλάτα, που περιορίζει τα υψηλά νούμερα στην εξέταση αίματος και καταργεί τα αντίδοτα φάρμακα.
Στο μέρος τούτο συχνάζουν τώρα στα γύρω βουνά, κυρίως στο Μαυροβούνι, κυνηγοί που υπομονετικά με το τουφέκι επί σκοπώ περιμένουν τα πετούμενα αποδημητικά από το ταξίδι της επιστροφής τους για να ξεχειμωνιάσουν στην προσφέρουσα ήπιο κλίμα Ελλάδα.
Έχει ωραία θάλασσα, και συνεπώς πλούσια ιχθυοπαραγωγή, που συνετέλεσε πρόσφατα στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου με την επίσκεψη τουριστών, ιδίως ξένης προέλευσης και νοοτροπίας. Χτίστηκαν ωραίες κατοικίες, η ομορφιά των οποίων αφέθηκε στα καλαισθητικά γούστα των ντόπιων κατοίκων, ρυθμίστηκε το υδρευτικό σύστημα. και το χωριό, συνακόλουθα, έχει αλλάξει εικόνα από αυτή του ξερότοπου που είχε κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Τώρα φτάνει εκεί ο επισκέπτης και ο κάτοικός του οδεύοντας από την Κορώνη σε άσφαλτο δρόμο τα αγροτικά των ¾ αυτοκίνητα ή τα καινουργή Ι.Χ.
Ο πατέρας του Γιώργου, Αντώνης και η μάνα του Τασία, μια πανέξυπνη γυναίκα, γεννήθηκαν στο χωριό τούτο, και ο Γιώργος πήρε το όνομα του γιου του παππού του, που πέθανε πολεμώντας υπέρ του Βενιζέλου σε διένεξη μεταξύ αυτών και των βασιλέων. Ο πατέρας του όμως ήταν οπαδός του Λαϊκού Κόμματος, ως τοπικός άρχοντας, ήταν μάλιστα Κοινοτάρχης του χωριού.
Ο Γιώργος διδάχτηκε τα εγκύκλια μαθήματα στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού, που ήταν ένα άθλιο κτήριο αλλού πετρόχτιστο και αλλού με ξύλινη υποδομή, επικίνδυνη για την ασφάλεια των παιδιών. Γι’ αυτό, όταν ο Γιώργος συνήλθε οικονομικά στη Νότιο Αφρική σκεπτόταν συχνά το Σχολείο του χωριού και το ενίσχυε με πολλούς τρόπους, για να το βελτιώσει κτηριακά και να ιδρύσει Βιβλιοθήκη “Εις μνήμην Αντωνίου Μπίζου⁈, του πατέρα του. Είχα την τύχη και τη χαρά να επιβλέπω την αγορά των βιβλίων της βιβλιοθήκης.
Ο Γιώργος τελειώνοντας το Δημοτικό αναγκάστηκε να μετοικήσει μόνος από τότε και μετά στην Καλαμάτα για να πάει στο Γυμνάσιο.
Από κει και ύστερα αρχίζει η Οδύσσεια του Γιώργου. Επικράτηση της δικτατορίας του Ι. Μεταξά επιστράτευση γενική της Ελλάδας, το Όχι των Ελλήνων. Όταν αναφέρω κάτι θλιβερό, τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα· μα σαν αυτό που λέω είναι τρομακτικό και φοβερό, οι τρίχες του κεφαλιού μου ορθώνονται από το φόβο κι η καρδιά μου χτυπάει δυνατά”. (Πβλ. Πλάτ. Ἴων 535.c. 5-8). Ο πόλεμος είχε μπει στη ζωή του Γιώργου, μολύνοντας την παιδική ευτυχία. Όταν πλησίαζε το καλοκαίρι του 1940, η πολιτική κατάσταση είχει αρχίσει να γίνεται πολύ σοβαρή. Ίσως γίνει πόλεμος και θα ήταν επικίνδυνο ν' αποκοπεί κάποιος μακριά από το σπίτι του. Έτσι ο Γιώργος γύρισε στο χωριό του.
Χωρίς να το συνειδητοποιήσουν η ατμόσφαιρα άλλαξε χρώμα από τις γερμανικές σημαίες που τώρα ανέμιζαν στην περιοχή της Καλαμάτας. Λίγοι στρατιώτες των Συμμάχων, που δεν πρόλαβαν να επιβιβαστούν στα τελευταία πλοία που περιέλεξαν τα απομεινάρια του συμμαχικού στρατού, σκορπίστηκαν εδώ και κει στα γύρω βουνά. Η Μεσσηνία εάλω.
Κάπου στο Μαυροβούνι κρυβόταν ομάδα στρατιωτών συμμάχων, κυρίως Νεοζηλανδών. Τους περισυνέλεξε ο πατέρας του Γιώργου, τους στρίμωξε σε μια βάρκα, πήρε μαζί του και τον μικρό Γιώργο και … βίρα στο πέλαγος, σαν άλλος Οδυσσέας, για την Ιθάκη. Η Ιθάκη που θα ήταν η μετα-Ῑθάκη. Από κει αρχίζει το ταξίδι του Μπίζου, του δεύτερου Οδυσσέα.
Μετά από επίπονες και πολύχρονες, αβάστακτες για την νεαρή ηλικία του Μπίζου περιπέτειες η οικογένει Βίκτωρ–Ρεμή (Αντώνη–Γιώργου) εγκαταστάθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ, όπου ο Γιώργος άρχισε να δουλεύει σε εστιατόριο, η αρχική θέση εργασία για μετανάστες.
Είχε αρχίσει η φιλία μας να γίνεται στενή χάρη στον κοινό μας φίλο Κωνσταντίνο Τρυπάνη, Καθηγητή στην Οξφόρδη, όπου έκανα διδακτορικό (D.Phil.). Ο Γιώργος Μπίζος ήθελε να βρει ένα πρόσωπο, που θα μπορούσε να ενισχύσει την προσπάθειά του να αναπτύξει τις ελληνικές γνώσεις, σπουδές, αρχαίες και σύγχρονες. Μετά από πρόσκλησή του προς εμένα να μεταβώ προσώρας στη Νότιο Αφρική για διαλέξεις στα εκεί Πανεπιστήμια και ελληνικές Κοινότητες, παρέμεινα δύο μήνες εκεί (1971, Αύγ.-Σεπτ.) εκπληρώνοντας το σχέδιο του Γιώργου. Οι διαλέξεις μου δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο μου Studies in modern Greek Language, και ικανοποιούσε το όνειρο του Γιώργου, να ενισχύσει τα Ελληνικά Γράμματα και ελληνικό πολιτισμό, αρχαίο και νέο στη χώρα που τώρα είχε γίνει η νέα του πατρίδα του.
Με τη συμβολή του στα ελληνικά Γράμματα και ελληνικό πολιτισμό γενικά και από το άλλο μέρος με τη άοκνη βοήθειά του και εργασία υπέρ των δίκαιων διεκδικήσεων των γηγενών μαύρων, και της επιτυχίας διαφυγής του θανάτου του Νέλσον Μαντέλα, έγινε το σήμα αναφοράς στον αγώνα της κατάργησης του απαρτχάιτ στη Νότιο Αφρική και της απόδοσης ισονομίας σε όλους τους κατοίκους της Νοτιοαφρικανικής χώρας. Την πλήρη επιτυχία του σκοπού του δεν απόλαυσε, εξαιτίας της αντίδρασης της καλά οργανωμένης δυνατής εξουσίας του καθεστώτος. Η καρδιά όμως έμεινε ματωμένη με το παράπονο του οδοιπόρου : κουράστηκα οδεύοντας προς την δικαιοσύνη.
Του Βασιλείου Γεωργίου Μανδηλαρά (D.Phil.), ομότιμου καθηγητή Ιονίου Πανεπιστημίου.
Κατηγορία
Απόψεις