«Είσαι σήμερα μονάρχης
κι ώσαμ' αύριο δεν υπάρχεις»
Οδυσσέας Ελύτης, Ο γλάρος, Τα ρω του έρωτα (1972)
Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: αλλάξτε κατεύθυνση γρήγορα και ριζικά, γιατί δεν μου αρέσετε. Με την ψήφο του στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, ο ελληνικός λαός εξέφρασε την αποδοκιμασία του προς τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις του τόπου σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Για κάποιους αλαζόνες ή αφελείς τα αποτελέσματα της λαϊκής ετυμηγορίας ίσως αποτέλεσαν μια δυσάρεστη έκπληξη. Και ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη απετέλεσε το πρωτοφανές ποσοστό αποχής του εκλογικού σώματος από την κάλπη. Όμως, μια προσεκτική και χωρίς παρωπίδες ανάγνωση των δεδομένων της ελληνικής κοινωνίας δίνει το ξεκάθαρο στίγμα της βούλησης του λαού για το παρόν και το μέλλον του τόπου. Είναι άραγε οι σημερινοί άρχοντες και πολιτικοί φορείς διατεθειμένοι να ακούσουν και να αλλάξουν για το καλό της χώρας;
Το τέλος του πρωθυπουργοκεντρικού συστήματος και του «one man show»
Αυτό που αποδοκιμάστηκε λοιπόν στην κάλπη, περισσότερο από ποτέ, ήταν η αλαζονεία και οι παθογένειες του πρωθυπουργοκεντρικού μοντέλου διακυβέρνησης που καθιερώθηκε στη μεταπολίτευση και ειδικά μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986. Το μοντέλο δηλαδή ενός παντοδύναμου «πρωθυπουργού-μεσσία» που κυβερνά από το Μέγαρο Μαξίμου συγκεντρωτικά, με μια αυλή διορισμένων κολάκων και καρεκλοκένταυρων, οι οποίοι συμπεριφέρονται με έπαρση και χωρίς να λογοδοτούν πουθενά, υποτιμούν τους θεσμούς και ειδικά τους εκλεγμένους εκπροσώπους του λαού και συχνά εξυπηρετούν σκοτεινές σκοπιμότητες μακριά από το εθνικό συμφέρον. Η σημερινή κυβέρνηση και ο επικεφαλής της δεν αποτελούν, δυστυχώς, εξαίρεση, καθώς η πορεία τους τον τελευταίο χρόνο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτυχίας του μοντέλου αυτού διακυβέρνησης. Ένα «επιτελικό» κράτος 62 Υπουργών και υφυπουργών και χιλιάδων μετακλητών που θέτει ως προτεραιότητα ζητήματα που αφορούν μερικές εκατοντάδες άτομα αντί για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ενώ ταυτόχρονα αδυνατεί να λύσει τα καθημερινά προβλήματα και να αλλάξει ουσιαστικά τη λειτουργία του κράτους, το οποίο θεωρεί λάφυρο, και ελέγχει πλήρως την ηγεσία της δικαιοσύνης, τα συστημικά ΜΜΕ μα πάνω απ’ όλα τη ροή των ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων προς πολίτες και επιχειρήσεις, που γίνεται με επιεικώς αδιαφανείς όρους. Την αποτυχία αυτή βιώνουν οι πολίτες στην καθημερινότητά τους και αυτήν αποδοκίμασαν είτε δια της αποχής τους είτε διά της ψήφου τους.
Την ίδια στιγμή όμως αποδοκιμάστηκαν και τα βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης που πρακτικά δεν εισέπραξαν τη μεγάλη κυβερνητική φθορά , ενώ οι ηγεσίες τους ήδη αμφισβητούνται εσωτερικά τόσο για τις πολιτικές επιλογές όσο και για το υπέρμετρα προσωποκεντρικό ύφος τους. Συνολικά λοιπόν αναδείχθηκε μια σοβαρή κρίση αντιπροσώπευσης του εκλογικού σώματος και ένα πρωτοφανές χάσμα μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής τάξης, που φαίνεται να έχουν διαρκώς αποκλίνουσα κατεύθυνση και διαφορετικές προτεραιότητες.
Μια χώρα σε αναζήτηση νέου εθνικού οράματος
Ο ελληνικός λαός σήμερα αναζητά εμβληματικές τομές ενταγμένες σε ένα νέο εθνικό όραμα που μπορεί να εμπνεύσει και να αλλάξει τη στασιμότητα που επικρατεί. Τομές για τους θεσμούς (μείωση βουλευτών από 300 σε 200, επιλογή των διοικήσεων δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών μόνο μέσω ΑΣΕΠ και με σταθερή θητεία, δραστική μείωση μετακλητών, αποκέντρωση αρμοδιοτήτων), για τη στήριξη της ελληνικής οικογένειας (αφορολόγητο τουλάχιστον 20.000 για οικογένεια με ένα παιδί και περαιτέρω αύξηση για περισσότερα, μείωση τιμής των καυσίμων για μικρομεσαίες οικογένειες, γενναίες παρεμβάσεις για την κοινωνική κατοικία), για την ενίσχυση της μεσαίας τάξης (απαλλαγή επαγγελματιών με τζίρο έως 25.000 από το ΦΠΑ, σταθερό φορολογικό σύστημα με μεγάλη έκπτωση δαπανών από το φορολογητέο εισόδημα), για την εξωτερική πολιτική και την άμυνα (επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, επένδυση τουλάχιστον 20 δις στην αμυντική βιομηχανία σε βάθος πενταετίας) και για την παραγωγική ανασυγκρότηση (ανακατεύθυνση ευρωπαϊκών πόρων σε μειονεκτικές περιοχές της περιφέρειας για ίδρυση τουλάχιστον μιας νέας βιομηχανικής μονάδας ανά περιφερειακή ενότητα, μείωση της εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από τουρισμό και ακίνητα, ενίσχυση ενεργειακής αυτονομίας της χώρας για μείωση των τιμών).
Είναι προφανές ότι το κίνημα του «Κανένα», όπως το περιγράψαμε σε προηγούμενη παρέμβασή μας, εκφράστηκε στις Ευρωεκλογές κυρίως διά της αποχής. Η απώλεια όμως εκατομμυρίων ψήφων για την κυβέρνηση (αλλά και την αξιωματική αντιπολίτευση) ήταν ένα ξεκάθαρο πολιτικό μήνυμα αποδοκιμασίας. Παρ’ όλα αυτά, οι πρόσφατες κινήσεις που έγιναν κυρίως από την πλευρά του πρωθυπουργού δείχνουν ότι ήδη το μήνυμα μάλλον παρερμηνεύτηκε. Ο κόσμος δεν ζητά ανακύκλωση προσώπων αλλά βαθιές αλλαγές πολιτικής. Αν δεν τις κάνουν άμεσα τα υφιστάμενα συστημικά κόμματα, η κοινωνία που βράζει θα γεννήσει σίγουρα και σύντομα κάτι καινούριο. Και όπως είπε ο αείμνηστος Παύλος Μπακογιάννης, στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.
*Ο Νίκος Θεοδώρου είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω και Διδάκτωρ Δημοσίου και Ευρωπαϊκού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ludwig-Maximilians του Μονάχου. Ιστοσελίδα: www.ntheodorou.gr