Όσο και να επικεντρωθούν οι προσπάθειές μας στο αίτημα για απλόχερα σωστή πληροφόρηση, για εμπεριστατωμένη και κάπως ανεκτή επιχειρηματολογία, για διάλογο και αποστασιοποίηση από βίαιες λεκτικά και όχι μόνο πρακτικές, το μόνο που πετυχαίνουμε στο τέλος είναι να επιβεβαιώνεται ρητά το «φωνή βοώντος εν τη ερήμω», ένα ρητό που έχει ισχύ εδώ και πολλές δεκαετίες, από τότε που η γόνιμη σκέψη υποχώρησε, παραχωρώντας την θέση της στον μονόλογο και τον επιδειξισμό.
Δεν μπορούν να διαρραγούν τα τοιχώματα της απάθειας, η ψευδολογία και οι στημένες φραστικές απάτες χάριν ενός παραπλανημένου φιλοθεάμονος κοινού, δεν καταβάλλονται καν προσπάθειες για απαλλαγή από υφέρποντα υποκριτικά ιδεολογήματα που οδηγούν κατευθείαν στην παραποίηση και παραμόρφωση των γεγονότων.
Και όλα αυτά συμβαίνουν την εποχή όπου οι ιδεολογίες έχουν καταρρακωθεί και οι υποψήφιοι σωτήρες έχουν καταθέσει τα όπλα, για να πάψει μια και καλή η διάσωση από το ναυάγιο των προκεχωρημένων ιδεαλιστικών σκέψεων που χάθηκαν μια για πάντα από το προσκήνιο της τρέχουσας επικαιρότητας.
Οι άνθρωποι δηλαδή έχοντας απωλέσει την κριτική σκέψη, περιπλανώνται στα βάθη μιας προφανούς ανάρμοστης και πέραν του δέοντος υπερ-κανονιστικής συμπεριφοράς στα όρια του τεχνητά ευπρεπούς και άμεμπτου, θεωρώντας πως κάθε τι έξω από αυτό δίνει την εντύπωση ενός άλλου ναυαγίου που παίρνει μαζί του κάθε αξία και αίσθηση της αλήθειας και του νοητού.
Σχετικές έννοιες βέβαια όλα αυτά, δεν παύουν όμως να αποτελούν το δέλεαρ της ζωής, την ίδια την ύπαρξη που ψάχνει εναγωνίως να βρει την ύστατη Αρχή και Τέλος των πάντων.
Σε τούτη τη ζωή όπου οι έννοιες παραμορφώνονται και οι λέξεις που έχουν διασωθεί από το πρώτο ναυάγιο είναι λιγοστές, αυτοί που διαμορφώνουν το γίγνεσθαι δεν παύουν να είναι εκείνοι που δεν γνωρίζουν από κανενός είδους εμβάθυνση και κατάδυση στο πνευματικό βασίλειο, τρόπον τινά διαμορφώνουν έναν κόσμο που παραπαίει μέσα στην στενότητά του και ενίοτε προσκαλούν σε λιλιπούτεια γεύματα, χωρίς την παραμικρή αίσθηση πνευματικής ανασυγκρότησης που εκλαμβάνεται ως ορατή απειλή της σωματικής επίπλαστης έκθεσης και άνεσης στις κινήσεις της πασαρέλας, με άξονα την επιφανειακή αντίληψη των πραγμάτων.
Έργο μιας συστάδας κακοπροαίρετων τοποτηρητών της παγκοσμιοποιημένης αυθαιρεσίας, μιας προσπάθειας για παραπομπή στην στενωπή εννοιολογική αντίληψη των λέξεων και των φράσεων - γιατί αυτός ακριβώς ο πνευματικός ορίζοντας έχει προ πολλού συρρικνωθεί – ο κόσμος της ψευδούς πληροφορίας αναδύεται από τα βάθη της α-συγκινησίας και του παραμορφωτικού φακού των αισθημάτων, που διοχετεύονται χωρίς ψυχική ταύτιση και συχνά υποκριτικά μιας και ο στόχος είναι να εντυπωσιάσουν και όχι να ταξιδέψουν στο απειροστικό Ασυνείδητο.
Έχουμε άραγε ελπίδες να δούμε και πάλι τα ξημερώματα από μια άλλη οπτική γωνιά; Μπορούμε να ισχυριστούμε πως θα γίνουμε και πάλι κύριοι του εαυτού μας όσο και αν η βιομηχανία της ψυχαγωγίας αγωνιά για τις αριθμητικές καταγραφές; Μπορούμε αν κατακλείδι να ονειρευτούμε και πάλι χαμένες Πολιτείες της δημοκρατίας και του συνεργατισμού σε απόσταση από την σημερινή απουσία νοημάτων και αξιών που δεν έχουν θέση ούτε και προοπτική, ούτε όφελος και θέληση για δημιουργία;
Μπορεί άραγε το άτομο να συνειδητοποιήσει την αυτονόμησή του σε τούτο τον κόσμο που βρίθει από ανομία και ουσιακό παραδειγματισμό;
Η σκέψη έχει υποχωρήσει επαρκώς. Οι άνθρωποι έχουν αποδεχθεί παθητικά το ρόλο τους ως κομπάρσοι και πρωτίστως υποστηρικτές ενός συστήματος μαζικής πνευματικής εκτροπής και όλα αυτά για να διαιωνίζεται η παρουσία της τεχνητής απλοποίησης των εκφράσεων αφαιρώντας τους την ανάλογη δυνητική ισχύ, στο όνομα ενός δήθεν ακαταπόνητου βίου και υπεραπλουστευμένης σκέψης όπου όλα ερμηνεύονται με σλόγκαν, τσιτάτα, και κυρίως με την άγρυπνη συνοδεία αχαρακτήριστου και απροσδιόριστου γέλωτα.
Το «φωνή βοόντως εν τη ερήμω», η ίδια αυτή φράση έχει αναχθεί τεχνητά σε ύψιστη περιφρόνηση όλων αυτών που έχουν ακόμη κάτι να πουν και απομονώνονται για να διαφυλάξουν την αυθεντικότητά τους, έχει επικρατήσει ως έκφραση δυσφορίας στους κύκλους των απογοητευμένων και μάλιστα σε μια εποχή όπου ακόμη και αυτή η κατηγοριοποίηση είναι παράτολμη, γιατί εκπορεύεται από την παγκόσμια συντήρηση.
Στο τέλος φτάνουμε να μιλάμε απλά για το πιο υπεραπλουστευμένο και τεχνητά λιτό, πέρα από τον υποτιθέμενο λαβύρινθο που μας μπερδεύει και μας καταπονεί. Να μιλάμε όσο το δυνατόν πιο καθαρά, με την έννοια της καθαρότητας να μην ταυτίζεται με την όποια εννοιολογική αξιοσύνη αλλά για την επιβεβλημένη αργκό που απαρτίζει την κοινωνία των σλόγκαν. Την ίδια την ερημιά που κάποιες ελάχιστες φωνές προσπαθούν να διαταράξουν με τον πλούτο και την ευρηματικότητα του πνεύματος.