Η κυβέρνηση υποσχέθηκε στην ελληνική κοινωνία μια «επανάσταση» στην ανώτατη εκπαίδευση. Με φανφάρες και άρθρα στα φιλικά ΜΜΕ καλλιεργήθηκε η εικόνα ότι στη χώρα μας θα εγκαθίσταντο κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού, όπως το Harvard ή η Sorbonne! Με επικοινωνιακούς όρους, και τούτη τη φορά, δημιούργησαν την εντύπωση πως η Ελλάδα θα καταστεί διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο, προσελκύοντας φοιτητές και καθηγητές από παντού.
Όμως, η πραγματικότητα διέψευσε το αφήγημα. Αδειοδοτήθηκαν μόλις τέσσερα μη κρατικά ιδρύματα, χωρίς επιστημονικό κύρος, με αμφίβολες ερευνητικές προοπτικές και χωρίς ολοκληρωμένα προγράμματα σπουδών. Δεν πρόκειται για πανεπιστήμια, αλλά για επιχειρηματικές βιτρίνες: κολλέγια, βαφτισμένα ως «ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης», που εξυπηρετούν συμφέροντα, όχι γνώση. Η πολιτική επιλογή εδώ είναι κυνική εξαπάτηση: υπόσχεση ακαδημαϊκού άλματος που δεν στοχεύει στην πνευματικότητα, αλλά στην κερδοφορία.
Επιλογή που επιβεβαιώθηκε με τον πλέον σκανδαλώδη τρόπο, στην περίπτωση του Οδυσσέα Ζώρα. Ο πρώην Γενικός Γραμματέας Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, δηλαδή ο άνθρωπος που μέχρι χθες ρύθμιζε το πλαίσιο για τα πανεπιστήμια, αναλαμβάνει πρώτος πρύτανης του μη κρατικού Πανεπιστημίου Keele στην Ελλάδα! Πρόκειται για χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς οι ίδιοι που νομοθετούν και προωθούν τα «ιδιωτικά πανεπιστήμια» σπεύδουν μετά να αναλάβουν θέσεις-κλειδιά σε αυτά.
Δεν υπάρχει πιο απτή απόδειξη για το πώς αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση την παιδεία: όχι ως δημόσιο αγαθό, αλλά ως πεδίο συναλλαγής και επαγγελματικής αποκατάστασης των ημετέρων.
Ο σχεδιασμός τους γίνεται πιο αποκαλυπτικός με την περίφημη Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ). Εδώ η κυβέρνηση προσπαθεί να περάσει το μήνυμα ότι η εισαγωγή στα ιδιωτικά ιδρύματα θα γίνεται με τους ίδιους κανόνες, πράγμα που στην πράξη δεν ισχύει. Η ΕΒΕ δεν είναι πραγματική βάση εισαγωγής· αποτελεί έναν τεχνητό αριθμό, που συχνά βρίσκεται πολύ κάτω από τις αληθινά απαιτητικές βάσεις των δημόσιων πανεπιστημίων. Για παράδειγμα, σύμφωνα με εκτιμήσεις, για τη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ η ΕΒΕ υπολογίζεται περίπου στο 13,46, ενώ η πραγματική βάση εισαγωγής κυμαίνεται στα περίπου 17.875 μόρια. Δηλαδή, ο «κανόνας» εισαγωγής στα ιδιωτικά καθιστά δυνατό τον υποψήφιο με βαθμολογία 13,5 να διεκδικήσει θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση — ενώ στα δημόσια η ίδια βαθμολογία δεν φτάνει καν στο μισό δρόμο. Αυτή είναι η πραγματική ψευδαίσθηση ισοτιμίας — μια βιτρίνα αξιοκρατίας που κρύβει τη διαδρομή προς τα μπακαλοπτυχία.
Η κυβέρνηση δεν επιδιώκει την αναβάθμιση της ελληνικής παιδείας. Επιδιώκει τη δημιουργία νέας εκπαιδευτικής αγοράς, όπου επιχειρηματικά συμφέροντα θα ανθούν. Το αφήγημα της «αναβάθμισης» κολλεγίων σε πανεπιστήμια δεν στηρίζεται σε ακαδημαϊκά κριτήρια, αλλά σε πολιτική απόφαση: παιδεία ως εμπόρευμα, φοιτητής ως πελάτης. Το πτυχίο χάνει την αξία του, γίνεται καταναλωτικό αγαθό και όχι διανοητική κατάκτηση.
Το πιο ανησυχητικό είναι η επίπτωση στα δημόσια πανεπιστήμια. Ορατός είναι ο κίνδυνος των μειωμένων πόρων, καθώς η χρηματοδότηση —δημόσια ή έντονα καθοδηγούμενη— στρέφεται προς τα νέα ιδιωτικά εγχειρήματα. Ήδη, αντί να ενισχύουμε τη δημόσια παιδεία, τη συρρικνώνουμε στο όνομα μιας «μεταρρύθμισης». Η μόρφωση μετατρέπεται από αγαθό για όλους, σε προνόμιο των λίγων.
Πράγματι, το ακαδημαϊκό όραμα υποκαταστάθηκε από οικονομικίστικες επιλογές.
Η παιδεία όμως δεν είναι εμπόρευμα· είναι θεμέλιο δημοκρατίας και προόδου. Μια κοινωνία που ξεπουλά τη δημόσια παιδεία θα βρεθεί ταπεινωμένη δημοκρατικά. Η Ελλάδα χρειάζεται δημόσια πανεπιστήμια με αξία, με ισότητα και με δυνατότητα να καινοτομούν και να παράγουν ελεύθερη σκέψη.
Αξιολόγηση, έρευνα, ίσες ευκαιρίες – είναι το πραγματικό στοίχημα. Το αφήγημα των «μη κρατικών πανεπιστημίων» αποκαλύπτει την παθολογία της εξουσίας: επένδυση στη διαφήμιση και στην εικόνα, κενό περιεχόμενο στην ουσία. Παιδεία δεν σημαίνει «δουλίτσες» επιχειρηματικές· σημαίνει δημοκρατία, ισότητα, κοινωνική προκοπή.
Η κοινωνία διδάχτηκε για άλλη μια φορά: δεν θέλει «μπακαλοπτυχία», αλλά ουσιαστική μόρφωση. Το δημόσιο πανεπιστήμιο δεν έχει θέση περιθωριακή — πρέπει να είναι ο πυρήνας ενός στρατηγικού σχεδίου για το μέλλον της χώρας.
