Για κάθε πρόβλημα είχε μία συνωμοσία και μία τακτική, που θα τη βαφτίζαμε «υπερσυνδεσμοποίηση». Ως γνωστόν, στο Διαδίκτυο τα κείμενα έχουν κάποιες λέξεις-συνδέσμους με άλλα κείμενα (hyperlinks, υπερσυνδέσμους) που είτε επιτρέπουν την εμβάθυνση σε κάποιες πτυχές του κειμένου ή συνήθως παρασέρνουν τον μη συστηματικό αναγνώστη με αποτέλεσμα να μη διαβάσει ποτέ κάποιο κείμενο ολόκληρο. Το χειρότερο είναι ότι μπορεί να χαθεί στον ωκεανό των πληροφοριών: από υπερσύνδεσμο σε υπερσύνδεσμο μπορεί κάποιος να ξεκινήσει από την ελληνική οικονομία και πολύ γρήγορα να καταλήξει στα «υπερόπλα των Ρώσων».
Κάπως έτσι γινόταν και η συζήτηση με τον δηλωμένο χρυσαυγίτη της Κυψέλης. Λέξη με λέξη, είχαν μπερδευτεί όλα. Και μάλιστα με αναλογία 30% πραγματικά γεγονότα ως βάση, 70% φαντασιοκοπίες ως εποικοδόμημα. Στην αμφισβήτηση των τελευταίων υπήρχε μία ερώτηση «καλά, Ιντερνετ δεν έχεις εσύ; Δεν διαβάζεις τίποτε;». Για όλα τα παραδοσιακά media, που επίσης βρίσκονται στο Διαδίκτυο, είχε από μια κακή κουβέντα: τα ελληνικά ήταν της διαπλοκής, το BBC ήταν όργανο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, οι New York Times του εβραϊκού κ.ο.κ. Αντ’ αυτών αράδιαζε –εν είδει συμβουλής– τα ονόματα κάποιων περίεργων blog και δικτυακών τόπων που «λένε την αλήθεια».
Ο προβληματισμός όμως των Αρχών δεν περιορίζεται στη λαϊκιστική σύγχυση που διασπείρεται διά του Διαδικτύου. Αυτή κατά κάποιον τρόπο είναι φυσιολογικό υποπροϊόν της υπερπληροφόρησης. Σε έναν τόσο πολύπλοκο κόσμο οι απλοϊκές θεωρίες αναγκαστικά κερδίζουν έδαφος· αυτή είναι η ουσία του λαϊκισμού: απλοποιεί τόσο πολύ την πραγματικότητα, που την κάνει αγνώριστη, αλλά εύπεπτη στα απλοϊκά μυαλά. Ο προβληματισμός έχει πρωτίστως να κάνει με τη ρητορική μίσους που βρήκε νέους και παγκόσμιους διαύλους για να διαδοθεί, όπως και την οργάνωση ακροδεξιών εγκληματικών ομάδων διά των νέων τεχνολογικών παραφερνάλιων. Τον Αύγουστο του 2011 ο Λευκός Οίκος εξέδωσε ένα δωδεκασέλιδο κείμενο για τη στρατηγική που θα ακολουθήσει η αμερικανική κυβέρνηση στην καταπολέμηση του εξτρεμισμού. Στον πρόλογό της ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, δηλώνει ότι «η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα αρχίσει να βοηθά τις κοινότητες να καταλάβουν και να προστατευτούν από τη βίαιη εξτρεμιστική προπαγάνδα, ειδικά τη διαδικτυακή». Στο κείμενο στρατηγικής υπόσχεται «ότι θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τον σημαντικό ρόλο του Διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων που προωθούν τη βίαιη εξτρεμιστική ρητορεία».
Το πρόβλημα όμως εξαπλώνεται. Η οργάνωση Southern Poverty Law Center υπολόγιζε ότι το 2010 υπήρχαν πάνω από χίλια διαδικτυακά γκρουπ μίσους – αριθμός που παρουσίασε αύξηση κατά 66% από το 2000. Το Κέντρο Σίμον Βίζενταλ μέτρησε περί τις 14.000 τόπους κοινωνικής δικτύωσης, φόρουμ, μπλογκ που υποστηρίζουν ομάδες μίσους. «Στη Γερμανία μόνο», γράφει η USA Today (30.7.2011), «υπάρχουν περί τους 1.000 ακροδεξιοί δικτυακοί τόποι και 38 on-line ραδιοσταθμοί, πολλοί από τους οποίους αποσκοπούν στη στρατολόγηση. Τόποι κοινωνικής δικτύωσης με πολιτικά φορτισμένη μουσική ελκύουν νεανικό κοινό, το οποίο όλο και περισσότερο αντλεί πληροφορίες εκτός των παραδοσιακών ΜΜΕ». «Οι έφηβοι προσελκύονται με βιντεοπαιχνίδια και ροκ μουσική που προωθεί το μίσος», γράφει ο καθηγητής της Νομικής του Πανεπιστημίου της Λουισιάνα, W. Chris Hale. «Πριν από το Διαδίκτυο, αυτές οι ομάδες μπορούσαν να προσεγγίσουν μόνο μικρό αριθμό ατόμων και περιορίζονταν να μεταδίδουν μηνύματα μίσους διά βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών και newletter. Το Διαδίκτυο έκανε τη διάδοση του εξτρεμισμού ταχύτερη και οικονομικά πιο αποδοτική. Οι χρήστες του Διαδικτύου μπορούν να κατεβάσουν τυπωμένο υλικό, να δουν βίντεο κ.λπ. Ταυτοχρόνως το Διαδίκτυο είναι ένα πολύ αποδοτικό εργαλείο στρατολόγησης...» («The Internet and Right-Wing Extremism», Extremis Project 5.12.2012).
Αλλά και στην Ελλάδα παρατηρείται «σημαντική και αυξανόμενη παρουσία της ελληνικής Ακροδεξιάς στο Διαδίκτυο», όπως έγραψε σε σχετική μελέτη του (7.1.2013) ο κ. Νίκος Σμυρναίος, ο οποίος διδάσκει σε γαλλικό πανεπιστήμιο. Τα συμπεράσματά του από την πρώτη απλή αποτύπωση (web-crawling) της Ακροδεξιάς στο ελληνικό Διαδίκτυο έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ο «μεγάλος αριθμός ιστολογίων με ακροδεξιά πολιτική κατεύθυνση και με πλούσια δραστηριότητα και περιεχόμενο» τον οδηγεί στο συμπέρασμα «ότι μια τέτοια παρουσία δεν μπορεί να είναι παρά το αποτέλεσμα, τουλάχιστον εν μέρει, μιας συνειδητής στρατηγικής υποκινούμενης από πολιτικές οργανώσεις. Αυτό βέβαια είναι αρκετά δύσκολο να αποδειχθεί αφού τα περισσότερα από αυτά τα ιστολόγια είναι απολύτως ανώνυμα. Επίσης, το μέγεθος της κοινότητας επιβεβαιώνει την όλο και μεγαλύτερη επιρροή της Ακροδεξιάς στη χώρα, αλλά και ενός είδους απενοχοποίηση της δημόσιας έκφρασής της. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο και στα κοινωνικά δίκτυα, όπου η διάχυση του ακροδεξιού λόγου βρίσκει πρόσφορο έδαφος ακόμη και σε ομάδες που μπορούν να χαρακτηριστούν απολιτικές».
Η δεύτερη παρατήρησή του είναι η «στεγανότητα» της συγκεκριμένης κοινότητας: «Αν και σχετικά ποικιλόμορφη στο εσωτερικό της, δεν συνδέεται παρά ελάχιστα με το υπόλοιπο Διαδίκτυο... Σε αντίθεση με τη σχετική στεγανότητα που τους διακρίνει ως προς το εξωτερικό της κοινότητας, οι δεσμοί μεταξύ των ιστοτόπων που την απαρτίζουν είναι πολύ στενοί. Εστω και αν αυτό είναι εν μέρει αποτέλεσμα της μεθοδολογίας, η κοινότητα των ιστολογίων του δείγματος είναι ιδεολογικοπολιτικά ομοιογενής και θέλει να παραμείνει έτσι».
Τέλος, ο κ. Σμυρναίος παρατηρεί ότι «η κλειστή δομή αυτής της κοινότητας των ακροδεξιών ιστολογίων έχει ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας εναλλακτικής ατζέντας θεμάτων και “ειδήσεων” (ή μιας διαφορετικής προσέγγισης της κυρίαρχης ατζέντας) η οποία διακινείται μαζικά και ανακυκλώνεται με τρόπο τέτοιον ώστε σταδιακά να εξαφανίζεται η αρχική πηγή της (κάτι που διευκολύνει τη διακίνησή τους στο εξωτερικό της κοινότητας). Ενίοτε αυτές οι “ειδήσεις”, που συχνά έχουν εντυπωσιακό χαρακτήρα, αφομοιώνονται και από άλλα μη ακροδεξιά ιστολόγια, διαχέονται στα κοινωνικά δίκτυα και φτάνουν αρκετές φορές ακόμη και στα κυρίαρχα ΜΜΕ έστω κι αν είναι ψευδείς ή χειραγωγημένες (βλέπε θαύμα του Γέροντα Παΐσιου)».
Υπάρχει ένα βασικό έλλειμμα παιδείας που φουντώνει την Ακροδεξιά, κάνοντας «εύλογες» τις συνωμοσιολογικές εξηγήσεις της ιστορίας και της πραγματικότητας. Αυτό αποτυπώνεται κυρίως στο Διαδίκτυο και ο μόνος ασφαλής τρόπος καταπολέμησής της είναι η δημοκρατική παιδεία. Δυστυχώς στην Ελλάδα κάνουμε ελάχιστα προς αυτή την κατεύθυνση. Γράφαμε και παλιότερα ότι «αν ψάξει κάποιος, λοιπόν, στο Διαδίκτυο μπορεί να πετύχει χιλιάδες συνδέσμους σε κείμενα που κραυγάζουν για τη Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά δεν μπορεί να βρει για διαβάσει ούτε τον Ηλία Βενέζη ούτε τον Στράτη Μυριβήλη. Δεν θα βρει ούτε τα επίσημα έγγραφα του ελληνικού κράτους, την αλληλογραφία των ηγετών της περιόδου, την αρθρογραφία των εφημερίδων εκείνης της εποχής. Δεν θα βρει καν ένα ευπρεπές χρονολόγιο των γεγονότων. Μόνο κραυγές για τα δεινά του ελληνισμού υπάρχουν. Και κυρίως για τα σύγχρονα “δεινά”: στο Διαδίκτυο σήμερα κυκλοφορούν περισσότερα για κάποιες περίτεχνες συνωμοσίες ξένων κέντρων που δήθεν “θέλουν να σβήσουν την καταστροφή της Σμύρνης”, παρά η ιστορία της καταστροφής καθαυτή» («Αναζητώντας τον νέο πατριωτισμό», «Καθημερινή» 7.10.2007). Ετσι οι «κραυγές» της Ακροδεξιάς παίζουν εν ου παικτοίς...
Πασχος Μανδραβέλης
Αναδημοσίευση από το medium.gr