Ακριβώς μπροστά στο γωνιακό κατάστημα με τις οινοπνευματί προσόψεις.Δίπλα το κατάστημα με τα πολύχρωμα κουμπιά και τις χάντρες.Στον παρακάτω δρόμο στην Ρόμβης, πηγαίναμε στο νούμερο 27 μέσα στην στοά και προμηθευόμαστε τα κοστούμια για τις σχολικές γιορτές και για τις παρελάσεις των παιδιών. Στολή Φοίβου και Αθηνάς τότε με τους Ολυμπιακούς για την γιορτή του νηπιαγωγείου, κορίτσια και αγόρια στο Μεγάλο μας Τσίρκο, παιδιά γενιάς μεταναστών ν' ακούν τα πιο ωραία λαϊκά στα σπίτια με μωσαϊκά και ''μάνα θα πάω στα καράβια''. Επιλέγεις όποια εποχή θέλεις επισκεπτόμενη τα σχολικά άλμπουμ.
Όρθιος εκατοντάδες πρωινά στο ίδιο σημείο. Είναι εκεί που στρίβει ο δρόμος και την ώρα του δυνατού ήλιου έχει μια στοιχειώδη μικρή σκιά από την νερατζιά του πεζοδρομίου. Ο φούρνος απέναντι σκορπά τις μυρωδιές της κάθε εποχής. Κουλουράκια κανέλας και κεικ πορτοκάλι τον χειμώνα, κουραμπιέδες , μελομακάρονα τις γιορτές, παξιμάδια γλυκάνισου το καλοκαίρι. Θα ζήουμε σου γνέφει ο φούρναρης και τυλίγει την φρατζόλα που του ζήτησες. Στην γωνία είναι το ξενοδοχείο. Μικρό αλλά περιποιημένο, ότι πρέπει για ψαγμένους τουρίστες. Στην είσοδο του ξενοδοχείου γίνονται οι πιο ωραίες συζητήσες. Ταξιτζήδες περιμένοντας πελάτη, συνατξιούχοι που πάνε στην τράπεζα να δουν αν μπήκε η σύνταξη, υπάλληλοι των τριγύρω μικρογραφείων που ακόμα αντέχουν και δεν έκλεισαν, αναλύουν, συζητούν, λογομαχούν .Όλο το ζουμί και το στίγμα της πόλης .
Όρθιος και μπροστά του να συμβαίνουν πολλά εποχιακά και εορταστικά . Λαχειοπώλες τάζουν κέρδη εκατομμυρίων , μαμάδες περνούν φορτωμένες με της κάθε εποχής τα φορτία, πλανώδιοι απλώνουν τις πιο απίθανες πραμάτιες τους, ανεμιστηράκια, πειρατικά σιντί, ομπρέλες, τρίφτες για τυρί , μαχαίρια για σωστό καθάρισμα πατάτας, σφουγγαράκια σε όλα τα μεγέθη. Όλα made in China που παράξενα και ανελλοιπώς μας κάνουν να νιώθουμε λίγο ακόμα περισσότερο Ευρωπαίοι.
Θα έλεγες πως είναι γύρω στα πενήντα. Φοράει παντελόνι και φαρδύ λευκό πουκάμισο, φθαρμένα αλλά καθαρά, αξιοπρεπή. Παπούτσι πολυφορεμένο , δερμάτινο με κορδονάκια. Ένα παπούτσι, το δεξί πόδι από το γόνατο και κάτω δεν υπάρχει. Στην νερατζιά ακουμπησμένη μια πατερίτσα . Μπροστά στο πόδι με το παπούτσι ένα τσίγγινο, πράσινο κουτάκι από καφέ Λουμίδη. Το βιολί αναπαυτικά τοποθετημένο ανάμεσα στο αριστερό χέρι και στην αριστερή πλευρά του σαγονιού και στο δεξί χέρι το δοξάρι. Πολλές μουσικές κυλούν στο σταυροδρόμι ,από το Yesterday , στο Μινόρε της αυγής, με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς. Παγώνει ο χρόνος , θέλεις να χορέψεις κάτω από την βροοχή, έχει ζέστη και η μουσική σε σαρώνε από την κορυφή ως τα νύχια σαν δροσερό, θαλασσινό αεράκι. Είσαι εκεί αλλά τελικά είσαι αλλού.
Τα ήξερε όλα αυτά όταν πλησίασε ν' αφήσει το νόμισμα στο κουτάκι. Γνώριζε πως του όφειλε όλες τις στιγμές της ανάπαυλας, της ανάτασης που εμβολίαζαν τα πρωινά του αφήνοντας του μια γεύση ελευθερίας στα ξερά του χείλη. '' Παίζεται πολύ ωραία κύριε, σας ευχαριστώ'' του είπε καθώς έσκυβε να αφήσει το νόμισμα. Στα τρια βήματα της απομάκρυνσης του , τον βρήκαν τα λόγια του βιολιστή. ''Σας ευχαριστώ, όχι για τα χρήματα , για το ευχαριστώ και που με είπατε κύριο''.
Η μέρα προχωρούσε ακάθεκτη. Για μια στιγμή του φάνηκε πως ο βιολιστής μετατράπηκε σε πανύψηλο ξυλοπόδαρο που με σβελτάδα προχωρούσε με μεγάλες , χαρούμενες δρασκελιές ενώ το βιολί του έρενε με μουσικές τους βιαστικούς περαστικούς που έτρεχαν να προλάβουν τα αδυσώπητα προγράμματα τους. Και πως το δοξάρι πάλευε να νικήσει ένα θεριό που το λένε λήθη.
Φωτογραφία Ανν Λου
Αναδημοσίευση από το ann-lou.blogspot.gr