Όσοι πέρασαν έστω και για ένα έτος από τη Σχολή μέχρι εκείνους που είναι τριάντα χρόνα στα χώματα, τις υποθέσεις και τα ενδεχόμενα, έχει φουρτουνιάσει το αίμα τους, μιλάνε και ρετάρουν, κοκκινίζουν και τα αυτιά τους από την ένταση και την προσμονή. Προσπαθώ να το φέρω κάπως στα μέτρα μου -συγχωρήστε μου τη σύγκριση- και να φανταστώ πόσο θα είχαν στεγνώσει τα χείλη μου αν ήμασταν κοντά στην ανακάλυψη ενός δίσκου που ηχογράφησαν ο Θεοδωράκης, ο Ελύτης και ο Μπιθικώτσης παράλληλα με το Άξιον Εστί, αλλά είχε χαθεί η μήτρα και τα τραγούδια αυτά δεν τα άκουσε ποτέ κανένας!
Κατά πάσα πιθανότητα ελάχιστα πράγματα θα άλλαζε στο παρόν μου, αλλά το θέμα μου δεν είναι η αξία του αντικειμένου ή οι πρώτες αναπνοές έπειτα από αιώνες -ή δεκαετίες- που θα πάρει μόλις ξαναβγεί στον ήλιο και τον αέρα. Είναι που τους βλέπω τρελαμένους και τους χαίρομαι. Λένε «Αμφίπολη» και ακούγεται σαν τρυφερή προσφώνηση. Σαν το όνομα της κόρης τους. Είναι από τους τυχερούς της εποχής. Τους έχει κάτσει ένα ωραίο φύλλο και το παίζουν μια χαρά. Έχουν γίνει καλοί αγωγοί ενός ρεύματος που τους ζωηρεύει τα μάτια και τους έχει δώσει ένα επαρκές κίνητρο να ξανασηκώσουν τα μανίκια.
Είναι ντόπα, ναι. Αλλά πόσοι ψάχνουμε τα τελευταία χρόνια στο ντουλάπι να βρούμε κάνα φάρμακο που να μας πιάνει! Μια αφορμή που θα ξεμπλοκάρει τη ρόδα και με πρόσχημα κάτι άλλο να ξεκουνήσουμε γενικώς. Όσο αυτάρκης και να αισθάνεσαι στο να παράγεις το οξυγόνο σου, πάντα χρειάζεσαι -άλλος λίγο άλλος πολύ- ανάσες από τις πρέζες που γεννάνε οι άλλοι.
Οι προσωπικές «μετακινήσεις» ελάχιστα διαφέρουν από τις συλλογικές στον μηχανισμό τους. Και οι δύο δουλεύουν με αφορμές. Η ευθεία γραμμή που ενώνει την αιτία και την ανάγκη με συγκεκριμένη αντίδραση αποδεικνύεται μόνο στα μαθηματικά μοντέλα. Στην πραγματικότητα πιστεύω περισσότερο στο τίναγμα των φτερών της πεταλούδας στην Κίνα… Ίσως επειδή δεν έχουμε μάθει ακόμη να διαβάζουμε, να ερμηνεύουμε και να είμαστε ειλικρινείς με τις πραγματικές μας ανάγκες και επιδιώξεις και αδυνατούμε να δικαιώσουμε τα μεγάλα λόγια μας όταν φτάνει η ώρα. Το «χάος» ξέρει καλύτερα και μας βρίσκει μια θέση.
Και γενικά, ελπίζω μόνο στους «συντηρημένους» ανθρώπους. Που τους συντηρεί ένα πάθος, ει δυνατόν όχι αμετάκλητα αυτοκαταστροφικό. Στην προσωπική ευθύνη του καθενός μας να έχει έναν έτοιμο εαυτό να διαθέσει όποτε χρειαστεί. Κι ας αποδειχτεί φιάσκο η έκβαση. Κι ας την πατήσουμε σαν τα σπερματοζωάρια στην ταινία του Γούντυ Άλλεν που προπονούνται μια ζωή για το ποιο θα κερδίσει την κούρσα και θα γονιμοποιήσει το ωάριο κατά την διάρκεια της συνουσίας, και μόλις έρχεται η στιγμή της παλίνδρομης κίνησης, το σπερματοζωάριο που φτάνει πρώτο στην έξοδο φωνάζει έντρομο σε όσα ακολουθούν την επική ατάκα: «Πίσω! Πέσαμε σε τσιμπούκι!».
Αναδημοσίευση από το protagon.gr