Το ιστορικά αποδεδειγμένο συμπέρασμα για την Ελλάδα, ότι στις περιόδους μεγάλων εσωτερικών κρίσεων αυτές έχουν δραματικά αντίστοιχα αποτελέσματα στα μεγάλα εθνικά θέματα, με μείζονες πολλές φορές «ακρωτηριασμούς» του ελληνισμού, επαληθεύονται για ακόμα μια φορά.
Η μεγάλη οικονομική πολιτική και κοινωνική κρίση απ’ το 2010 έως σήμερα και ο μνημονιακός «οδοστρωτήρας», που έχει εξαϋλώσει τη χώρα σε αναπτυξιακό, κοινωνικό αλλά και αμυντικό επίπεδο, σήμερα πλέον μας οδηγεί σε μεγάλες «ήττες» στα εθνικά θέματα.
Η «αυτοπαγίδευση» της Ελλάδας στο προσφυγικό – μεταναστευτικό πρόβλημα, όπου από «xώρα – transit» μετατρέπεται σε χώρα «αποθήκης ψυχών», πέραν των άλλων εξίσου σοβαρών παραμέτρων, όπως κοινωνικές ισορροπίες (αποτελεί, αναμφισβήτητα, σοβαρό θέμα η τυχόν εγκατάσταση ισχυρής μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα), οι ταξικοί επαναπροσδιορισμοί (ο Μαρξ από τον 19ο αιώνα ανέφερε ότι το κεφάλαιο χρησιμοποιεί τους ξένους εργάτες, αποδυναμώνοντας τις κοινωνικές σχέσεις αλλαγής, τόσο στις χώρες εισδοχής όσο και σε αυτές της εξόδου), η συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας με την ενίσχυση ξενοφοβικών και ρατσιστικών αντιλήψεων, που θα ευνοήσουν το παραμονεύον ναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής (παρά το γεγονός ότι, μέχρι σήμερα, η στάση του ελληνικού λαού απέναντι στους πρόσφυγες αποτελεί λαμπρό δείγμα ανθρωπισμού, σε μια εποχή, που στην άλλη Ευρώπη «βασιλεύουν» σκοταδιστικές νοοτροπίες), διαφαίνεται ότι μπορεί να έχει και δραματικές επιπτώσεις στα εθνικά μείζονα θέματα της χώρας.
Ήδη, οι γραμμές και οι ισορροπίες στο Αιγαίο έχουν διαταραχθεί προς όφελος της Τουρκίας, που έχει ως στρατηγικό στόχο το μοίρασμα και τη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, που προβλέπει ότι τα χωρικά ύδατα της χώρας μας ανέρχονται στα 12 μίλια. Έτσι, με αφορμή τη δήθεν λύση του προσφυγικού, παραχωρήσαμε, ήδη, την εποπτεία του Αιγαίου στο ΝΑΤΟ, όταν είναι γνωστό ότι αυτό, ως προς τις διμερείς σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας, κρατάει πάντοτε τον ρόλο του «Πόντιου Πιλάτου», κάτι που ευνοεί το τουρκικό πολιτικοστρατιωτικό κατεστημένο, το οποίο αμφισβητεί νόμιμα ελληνικά δικαιώματα.
Αν στα παραπάνω συνυπολογίσει κάποιος την ενίσχυση της Τουρκίας εξαιτίας του προσφυγικού έναντι της Ευρώπης (ζητά, ήδη, 20 δισ. άμεση κατάργηση της βίζας για τους Τούρκους πολίτες και άνοιγμα των ενταξιακών κεφαλαίων), ενώ την ίδια ώρα όχι μόνο δεν κάνει το παραμικρό για την παραμονή των προσφύγων στο έδαφός της, αλλά οξύνει το πρόβλημα, βομβαρδίζοντας τις κουρδικές περιοχές στο συριακό έδαφος (μην μπορώντας, πλέον, κανείς να αμφισβητήσει σοβαρά ότι εφαρμόζει το «δόγμα Οζάλ» για «πλημμύρισμα» της Ελλάδος με μουσουλμανικούς πληθυσμούς), οδηγούμαστε στην πρώτη μεγάλη θανάσιμη «παγίδα».
Γι’ αυτό τον λόγο, η κυβέρνηση οφείλει να δείχνει πολύ μεγαλύτερη σοβαρότητα και πιο γρήγορα «αντανακλαστικά» απέναντι στους ανέξοδους επικοινωνιακούς «θεατρισμούς» της Άγκυρας, που ως μόνο στόχο έχουν τη νομιμοποίηση του αυταρχικού πολιτικοστρατιωτικού καθεστώτος στην παγκόσμια κοινή γνώμη.
Εξίσου, όμως, σοβαρή θανάσιμη «παγίδα» αποτελεί και η επιχειρούμενη «λύση» του Κυπριακού, στη βάση ενός χειρότερου απ’ ότι φαίνεται «σχεδίου Ανάν», που αν επικρατήσει θα διαλύσει τη νομικοπολιτική οντότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα κατοχυρώσει τον ρυθμιστικό ρόλο της Τουρκίας σε όλη την Κύπρο, με βαρύτατες συνέπειες για τα μείζονα ελληνικά εθνικά συμφέροντα.
Η ιστορική ρήση του αείμνηστου Προέδρου της Κύπρου, Τάσσου Παπαδόπουλου, κατά την περίοδο του αγώνα για την απόρριψη του εθνοκτόνου «σχεδίου Ανάν» «παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο, δεν θα παραδώσω κοινότητα σε αναζήτηση κηδεμόνα», αποκτά σήμερα δραματική επικαιρότητα και θα πρέπει να ενεργοποιήσει τόσο τον κυπριακό όσο και τον ελληνικό λαό, για απόκρουση του νέου καταστροφικού σχεδίου που «μαγειρεύεται στα παρασκήνια».
Δυστυχώς, για την Ελλάδα δικαιώνεται σήμερα η «προφητεία» του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου Παναγιώτη Κονδύλη, ο οποίος, στον επίλογο που έγραψε για το βιβλίο του «Θεωρία Πολέμου» στην ελληνική έκδοση και αφορούσε τις σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας, προέβλεψε απ’ τη δεκαετία του ’90, ότι όπως πορεύονταν το καταναλωτικό – αντιαναπτυξιακό πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης, θα οδηγούσε την Ελλάδα σε πτώχευση και σε αναζήτηση οικονομικού «προστάτη» εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, εν προκειμένω, τη Γερμανία. Αυτή η εξέλιξη, όμως, θα αποτελούσε καταστροφική τροπή για τα εθνικά θέματα, και ειδικότερα για την ισορροπία των δυνάμεων στο Αιγαίο, διότι είναι διαχρονικά γνωστή η φιλοτουρκική στάση της Γερμανίας στα εθνικά μας ζητήματα.