Διαβάζω από την ετήσια έκθεση του ΔΝΤ:
«Παρά τη γενναιόδωρη και ευνοϊκή επίσημη χρηματοδότηση και τα περαιτέρω μεταρρυθμιστικά σχέδια... το χρέος προβλέπεται να παραμείνει εξαιρετικά μη βιώσιμο» είναι η διαπίστωση. Και η πρόταση: «Για να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του χρέους, εκτός από τις μεταρρυθμιστικές μας προσπάθειες, είναι απαραίτητο να δράσουν αποφασιστικά οι Ευρωπαίοι εταίροι μας για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους».
Μπορώ να κατανοήσω και τις δύο εμμονές. Το ΔΝΤ είναι υποχρεωμένο να θέτει θέμα βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, προκειμένου να συνεχίσει να μετέχει στο πρόγραμμα του τρίτου μνημονίου. (Ελληνικό ρεκόρ, καθώς οι άλλες χώρες, «καθάρισαν» με ένα και μόνο μνημόνιο, και έχουν ήδη βγει από αυτό). Υποχρεωμένο επειδή το καταστατικό του απαγορεύει τη χρηματοδότηση χωρών, των οποίων το χρέος δεν είναι βιώσιμο.
Από την άλλη είναι επίσης κατανοητή η εμμονή του Σόιμπλε να αρνείται κάθε συζήτηση για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, αφού αυτό θα σήμαινε ότι η χώρα του, που συνεισφέρει τα περισσότερα χρήματα από όλους τους εταίρους για τα δάνεια που έχουμε υπογράψει, θα έχανε μέρος των απαιτήσεών της.
Εκείνο που δεν είναι ευκόλως κατανοητό είναι το τι ακριβώς επιδιώκει και με ποιους είναι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Διότι ως τώρα, υποτίθεται, η μεγαλύτερη επιδίωξή της, στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, ήταν η μείωση του χρέους. Είχε δηλαδή τον ίδιο στόχο με το ΔΝΤ. Ενώ τώρα την παρακολουθούμε να σκιαμαχεί με το ΔΝΤ, αξιοποιώντας υποκλοπές συνομιλιών υπαλλήλων του. Να αναγορεύει σε ρόλο «κακού» το ΔΝΤ και «καλού» την Ε.Ε., ιδίως δε τη Γερμανία. Βλέπετε, όπως συμβαίνει συχνά με τους έρωτες, από το μέγα προεκλογικό μίσος προς την «Μαντάμ Μέρκελ» και το «go home» του Αλέξη, τώρα ζούμε «έναν έρωτα μεγάλο».
Το μόνο βέβαιο είναι ότι, όπως πάμε, και το χρέος θα παραμείνει μη βιώσιμο και ο βίος μας θα γίνεται κάθε μέρα και πιο αβίωτος.
Γ.Π. Μασσαβέτας
giorgis@massavetas.gr