Με αυτήν απαιτούν το αυτονόητο: “Την άμεση και οριστική επίλυση του θέματος με μια λύση χρόνια, δίκαιη και βιώσιμη που θα στοχεύει στην ολοκληρωμένη παρέμβαση και θα απευθύνεται σε όλους τους ασφαλισμένους και όχι σε όσους διαθέτουν χρήματα για να πληρώσουν”.
Τα σκληρά μέτρα που υιοθετήθηκαν κατά την περίοδο της κρίσης έπληξαν περισσότερο τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Πολλές κατηγορίες ανθρώπων οδηγήθηκαν σε κοινωνική εξαθλίωση και περιθωριοποίηση, ενώ αρκετές οικογένειες με μέλη τα οποία πάσχουν από σωματική αναπηρία ή αναπτυξιακές διαταραχές αδυνατούν να ανταποκριθούν στα αυξημένα έξοδα συντήρησής τους και στις ειδικές θεραπείες.
Επιπρόσθετα, οι περιορισμένες ευκαιρίες εργασίας για τα ενήλικα άτομα με αναπηρίες αλλά και η έλλειψη προγραμμάτων ενίσχυσης της απασχόλησης για τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, οδηγούν σε περαιτέρω αύξηση του ποσοστού ανεργίας τους. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που τα άτομα με αναπηρία είναι στη μεγάλη τους πλειονότητα άτομα με χαμηλά εισοδήματα -ενώ λόγω της αναπηρίας τους έχουν αυξημένο κόστος ζωής. Κι όμως η Πολιτεία εξακολουθεί την υποχρηματοδότηση και υποβάθμιση των πολιτικών στήριξης.
Πολλές χιλιάδες αναπήρων ζουν και σήμερα κάτω από το όριο της φτώχειας, αποκλεισμένοι στο περιθώριο και χωρίς την ομπρέλα προστασίας που θα όφειλε να προσφέρει στα αδύναμα μέλη της μια ευνομούμενη Πολιτεία.
Χρειάζεται λοιπόν αυτό για το οποίο οι φορείς των ατόμων με αναπηρία και οι οικογένειές τους γενικότερα φωνάζουν στην κυβέρνηση. Ενα συγκεκριμένο σχέδιο προστασίας τους και στροφή σε μέτρα κοινωνικής δικαιοσύνης που θα ενισχύουν το αίσθημα ασφάλειας αυτών των ατόμων. Η κρίση δεν μπορεί να είναι για πολύ ακόμα το άλλοθι ανάλγητων πολιτικών επιλογών και ακρωτηριασμού της κοινωνικής προστασίας και πρόνοιας.