Η οριακή λειτουργία του Νοσοκομείου Καλαμάτας δεν είναι κάτι καινούργιο, πρόκειται για ένα διαχρονικό πρόβλημα το οποίο παρά τις διακηρύξεις καμία κυβέρνηση δεν έχει αντιμετωπίσει. Από την εποχή της μεταφοράς του Νοσοκομείου στο νέο κτήριο υπήρχε η κριτική για το «ωραίο ξενοδοχείο» που δεν έχει γιατρούς και νοσηλευτές. Πέρασαν από τότε καμιά 20αριά χρόνια, το «ωραίο ξενοδοχείο» πάλιωσε, αλλά παραμένει υποστελεχωμένο και με προβλήματα στην παροχή υπηρεσιών υγείας στους κατοίκους της περιοχής.
Την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού αναδείχτηκε η σημασία του δημοσίου συστήματος υγείας αλλά και της οργάνωσής του σε νέα βάση. Η απόσταση που χωρίζει τα κεντρικά νοσοκομεία από τα περιφερειακά είναι χαοτική, και αυτό δείχνει πολλά σε σχέση τόσο με τη στελέχωση όσο και με την ανάγκη νέας χωροταξικής κατανομής. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να υπάρχουν νοσοκομεία με 1-2 γιατρούς, ούτε μπορούν να σταθούν κλινικές με… ηρωικές προσπάθειες. Παντού δεν μπορεί και δεν χρειάζεται να υπάρχουν τα πάντα. Είναι αναγκαίο ένα συμμάζεμα με βάση τα νέα δημογραφικά χαρακτηριστικά αλλά και την πρόοδο που έχει συντελεστεί στις μετακινήσεις. Το ζήτημα είναι η παροχή αξιόπιστων υπηρεσιών στον πολίτη και όχι να λέμε ότι έχουμε δομή υγείας η οποία είναι ένα πουκάμισο αδειανό.
Η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του συστήματος υγείας υποτίθεται ότι έχει ανοίξει, αλλά έχουμε την αίσθηση ότι διεξάγεται επιφανειακά και με συνθήματα. Απαιτείται μια μεγάλη πολιτική συμφωνία για το νέο σύστημα υγείας, στην οποία θα συμφωνηθεί καταρχήν πόσα λεφτά θα είναι η δημόσια δαπάνη και πώς αυτά θα αξιοποιηθούν αποδοτικότερα. Το να πέφτουν λεφτά σ’ ένα πηγάδι χωρίς πάτο δεν έχει αποτέλεσμα. Είναι πλέον φανερό ότι αν θέλουμε ένα αξιόπιστο σύστημα υγείας αυτό χρειάζεται να οργανωθεί σε άλλη βάση. Όσο δεν γίνεται συζήτηση για δομικές αλλαγές, τόσο οι Έλληνες πολίτες θα πληρώνουν δυο φορές την ίδια υπηρεσία: μία στον ιδιωτικό τομέα και άλλη μία μέσω φόρων στο Δημόσιο.