Κυριακή, 26 Μαρτίου 2023 21:59

Αποχή και σταθερότητα θα κρίνουν τις εκλογές

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Του Γιώργου Παναγόπουλου

Όλα δείχνουν ότι η 21η Μαΐου θα είναι η ημερομηνία των βουλευτικών εκλογών. Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι οι εκλογές θα γίνουν το Μάιο και η 21η είναι αυτή που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες. Να θυμίσουμε εδώ ότι η συγκεκριμένη ημερομηνία ήταν ένα από τα σενάρια που έπαιζε αμέσως μετά τους σεισμούς της Τουρκίας και της απομάκρυνσης του ενδεχόμενου θερμού επεισοδίου εν μέσω προεκλογικής περιόδου.
Με κλειδωμένες τις εκλογές το Μάιο υπάρχει καθαρό τοπίο ως προς το χρόνο της εκλογικής μάχης. Αν χρειαστούν δεύτερες εκλογές -κάτι που σήμερα φαντάζει σίγουρο- αυτές θα γίνουν στις 2 Ιουλίου. Η χώρα μπαίνει σε μια μακρά προεκλογική περίοδο από τώρα μέχρι τον Ιούλιο και με αβέβαιο το αν στο τέλος της διαδρομής προκύψει κυβέρνηση. Με βάση τα σημερινά δημοσκοπικά δεδομένα, τα πάντα είναι ανοιχτά, ακόμα και το ενδεχόμενο νέων εκλογών μέσα στο καλοκαίρι ή το Σεπτέμβριο. Η πολιτική αβεβαιότητα κρύβει κινδύνους και έχει βέβαια υψηλό οικονομικό κόστος.
Σε κάθε προεκλογική χρονιά έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία τόσο λόγω της αβεβαιότητας και της στάσης αναμονής των επενδυτών όσο και λόγω της αύξησης των δημόσιων ελλειμμάτων. Τα διάφορα pass και τα καλάθια των «νονών» και του «μπακαλιάρου» αποτελούν απλώς την ελαφρά μορφή των ψηφοθηρικών παροχών. Ο λογαριασμός της ζημιάς, του λεγόμενου «εκλογικού κύκλου», θα αποτυπωθεί στον προϋπολογισμό του 2024, ο οποίος να σημειωθεί ότι θα συνταχθεί με βάση τα νέα δεδομένα για τα ελλείμματα που θέσπισε η Ε.Ε.
Οι αλλεπάλληλες εκλογές στην Ελλάδα συμπίπτουν με την τεράστια αναταραχή σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο σύστημα λόγω της πολεμικής σύγκρουσης στην Ουκρανία, που προκαλεί αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις και κλονίζει πλέον το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα. Οι διαβεβαιώσεις για θωρακισμένες ελληνικές τράπεζες που διατυπώνονται από αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες, έχουν παρόμοια αξία με αυτές που ακούστηκαν και λίγο πριν τη διαπίστωση της χρεοκοπίας το 2009. Το μόνο θετικό είναι ότι στην παρούσα φάση το ελληνικό Δημόσιο δεν χρειάζεται να δανειστεί για να πληρώσει παλαιότερα δάνεια, μιας και αυτά έχουν μεταφερθεί στο μέλλον. Είναι όμως σχεδόν βέβαιο ότι δύσκολα θα μπορέσει να βγει στην αγορά να δανειστεί για τη χρηματοδότηση δράσεων, όπως έκανε μέχρι τώρα. Η επιδότηση του κόστους της ενέργειας, για παράδειγμα, δύσκολα θα μπορέσει να επαναληφθεί και τα νοικοκυριά θα ζήσουν έναν πραγματικό εφιάλτη αν επιστρέψουμε σε τιμές του περασμένου έτους.
Το τραπεζικό σύστημα της χώρας ελπίζουμε να αποδειχθεί θωρακισμένο και να μην κληθούν να πληρώσουν ξανά οι φορολογούμενοι την ανακεφαλαιοποίησή του. Σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί με όρους ληστρικούς και απολύτως αντιεπενδυτικούς. Δεν μπορεί τα επιτόκια καταθέσεων να είναι μηδενικά και αυτά των χορηγήσεων να ξεπερνούν το 6%. Δεν γίνεται να συνεχίζεται η κερδοσκοπία σε βάρος των πολιτών και της οικονομίας, ούτε να χρεώνονται ακόμα και οι ψηφιακές συναλλαγές. Η παρέμβαση στον συγκεκριμένο τομέα πρέπει να πάψει να αποτελεί ταμπού και είναι ένα από τα ζητήματα που χρειάζεται να αναδειχθούν στην προεκλογική περίοδο.
Η οικονομία είναι το κλειδί των πολιτικών εξελίξεων. Οι πολίτες ψηφίζουν και με το συναίσθημα, τιμωρώντας αυτούς που τους πλήγωσαν, αλλά κατά βάση αποφασίζουν με γνώμονα την προσωπική οικονομική προοπτική. Το κόμμα που θα εγγυηθεί οικονομική ανάπτυξη και αύξηση του εισοδήματος των πολιτών θα έχει το πλεονέκτημα στις εκλογές του Ιουλίου.
Στο δίλημμα της διακυβέρνησης ο πολίτης θέλει συγκεκριμένες απαντήσεις και αυτό θα κρίνει την τελική του επιλογή. Μετά το δυστύχημα των Τεμπών αποδυναμώθηκε το επιχείρημα των αποτελεσματικών μονοκομματικών κυβερνήσεων και κέρδισαν έδαφος αυτές των συνεργασιών. Η υπόθεση των υποκλοπών από την άλλη μεριά ανέδειξε ότι η διακυβέρνηση μέσα από έναν στενό κύκλο ανθρώπων στο πρωθυπουργικό γραφείο εμπεριέχει κινδύνους για την ποιότητα της δημοκρατίας.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν υπάρχουν πλέον ισχυρά κομματικά ακροατήρια. Ποσοστά εκκίνησης από 30% και πάνω δεν υπάρχουν πλέον για κανένα κόμμα. Αντίθετα ένα μεγάλο μέρος πολιτών δεν έχει αποφασίσει ούτε αν θα ψηφίσει ούτε ποιον θα ψηφίσει. Η αποχή ενισχύει τα κόμματα που έχουν την ισχυρότερη δομή και κομματική βάση. Η συσπείρωση των κομματικών δυνάμεων μπορεί να φανεί αρκετή αν υπάρχει μεγάλη αποχή, σε αντίθετη περίπτωση τα πάντα μπορούν να συμβούν. Τα επιχειρήματα που θα ακουστούν κατά την προεκλογική περίοδο και οι λύσεις που θα προκριθούν για τα μεγάλα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες θα κρίνουν την εκλογική μάχη. Οι πολίτες επιλέγουν πάντα συγκριτικά και με γνώμονα το συμφέρον τους, όπως το αντιλαμβάνονται κάθε φορά. Το αν αποφασίζουν σοφά ή όχι είναι κάτι που κρίνεται πάντα από το μετεκλογικό αποτέλεσμα.

panagopg@gmail.com