Κάθε φορά που κλείνει μια υπηρεσία κοινής ωφέλειας σε χωριό της Μεσσηνίας, ανακαλύπτουν όλοι την εγκατάλειψη και την ερήμωση. Αρχίζουν τα δάκρυα και τα αναθέματα για να καταλήξουν στην πρόταση «να πληρώσει ο κύριος κράτος».
Επειδή όμως «ο κύριος κράτος» είναι το ταμείο από τους φόρους των πολιτών, θα πρέπει να δούμε από πού θα κοπούν δαπάνες για να χρηματοδοτηθεί η παραμονή υπαλλήλων σε τράπεζες, ταχυδρομεία και λοιπές υπηρεσίες σε χωριά με ελάχιστους κατοίκους. Εκεί αρχίζουν τα τσάμικα - «να κόψουν από το μισθό των βουλευτών» και άλλες γραφικές σαχλαμάρες που προσπαθούν να δημιουργήσουν εντυπώσεις και όχι να λύσουν κάποιο πρόβλημα.
Συχνά, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα: «Τι θέλετε, να εγκαταλειφθούν εντελώς τα χωριά;» Η απάντηση δίνεται από τη ζωή. Τα χωριά εγκαταλείπονται - και όσες υπηρεσίες κι αν ιδρυθούν, κανείς δεν πρόκειται να μείνει σε αυτά. Απλώς θα αυξηθούν οι μετακινήσεις με το κοντινότερο αστικό κέντρο. Οι νέοι φεύγουν εδώ και εξήντα χρόνια από τα χωριά, και πρέπει να γίνει κατανοητό πλέον από όλους ότι δεν πρόκειται να επιστρέψουν.
Τα χωριά θα σβήσουν, είτε επιδοτηθούν είτε όχι. Θα σβήσουν γιατί αυτό επιβάλλουν οι νέες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Στη Μεσσηνία δημιουργήθηκαν δεκάδες χωριά γιατί οι παλιοί πήγαιναν στα κτήματα καθημερινά με τα πόδια και τα γαϊδούρια. Η αλλαγή στον τομέα των μετακινήσεων έχει εξαλείψει αυτή την ανάγκη και ο κάθε νέος αγρότης θα επιλέξει να διαμένει στο κοντινότερο αστικό περιβάλλον. Οι λόγοι είναι γνωστοί και είναι καιρός όλοι να σταματήσουν να πολεμούν τους ανεμόμυλους.
Τι θα γίνει όμως με όσους έχουν παραμείνει στα χωριά; Είναι σωστό να εγκαταλειφθούν; Προφανώς και όχι - αλλά θα πρέπει να δούμε με διαφορετικό τρόπο τη στήριξη και τη διευκόλυνση της παραμονής τους σε αυτά. Οι ηλικιωμένοι χρειάζονται μια καλύτερα οργανωμένη υπηρεσία υγείας, με γιατρό και βοήθεια στο σπίτι. Οι κάτοικοι αυτοί θέλουν αναβαθμισμένες υπηρεσίες υγείας, και τα λεφτά του «κυρίου κράτους» πρέπει να πάνε εκεί - όχι στην παραμονή ταχυδρόμου ή τραπεζικού υπαλλήλου. Οι δήμοι, τέλος, μπορούν να διαμορφώσουν υπηρεσίες «μιας στάσης», ενδεχομένως με επέκταση των ΚΕΠ, οι οποίες θα μπορούν να υποβοηθούν την εξυπηρέτηση σε όλες τις άλλες υπηρεσίες των τραπεζών και των οργανισμών κοινής ωφέλειας. Λύσεις υπάρχουν, αρκεί να σταματήσουμε να κλείνουμε όλοι τα μάτια στην πραγματικότητα, πουλώντας συναίσθημα και δίνοντας διαρκώς μάχες οπισθοφυλακής.
panagopg@gmail.com
