Κυριακή, 15 Ιουλίου 2012 18:43

Τ. Παπαζαχαρίας: "Ένα βράδυ παρέα με τον Γέρο του Μοριά, τον Θοδωρή Κολοκοτρώνη!!!"

Γράφτηκε από την

Πετάχτηκα από το κρεβάτι μου, στα άγρια μεσάνυχτα, τόσο ταραγμένος που δεν ήξερα προς τα πού να κάνω. Ήταν τόσο ζωντανό το όνειρο που είχα δει, που καλά-καλά, ακόμη και τώρα δεν είμαι και σίγουρος, αν ήταν όνειρο η πραγματικότητα. Αφού έψαχνα να καταλάβω που είμαι. Σε ποιο χώρο, σε ποιο σπίτι, σε ποια πόλη, με ποιους ανθρώπους, σε ποια εποχή και σε ποιο χρόνο. Όλα ξεκίνησαν χθες το βράδυ. Έπεσα να κοιμηθώ κανονικά, όπως κάθε φορά, χωρίς τίποτα να προμηνύει τα όσα θα ακολουθούσαν. Πρέπει να είχαν περάσει κάποιες ώρες, όταν αντιλήφθηκα ότι στο ανοιχτό παράθυρό του δωματίου, που το αφήνω έτσι για να με δροσίζει το νυχτερινό αεράκι, ήταν κάποιο πρόσωπο, που περίμενε υπομονετικά, να το πάρω χαμπάρι Σε μια στροφή του κορμιού μου, που παίρνω αρκετές στη διάρκεια του ύπνου μου, ίσως ο ίσκιος αυτός να με ενόχλησε. Ανοίγω τα μάτια μου και τι να δω !!! Η φιγούρα του Γέρου του Μοριά, του Θοδωρή Κολοκοτρώνη!!! Φαίνονταν από τη μέση και πάνω και μάλιστα ακουμπούσε με τα χέρια του στο περβάζι του παράθυρου, προφανώς για να στηρίζεται και να ξεκουράζεται, περιμένοντάς με να ξυπνήσω και να τον αντιληφθώ!!!

- Ξύπνησες;;;; Μου μίλησε, με κείνη τη βροντερή φωνή, που όλοι μας την ξέρουμε από τις αφηγήσεις της ιστορίας.

Χωρίς να πάρω ανάσα, συνεχίζει:
Ξέρεις πόση ώρα έχω δω;;;; Μου είπε!!!
Βλέπω, κοιμάσαι του καλού καιρού, λες και δεν συμβαίνει τίποτα!!!
Έψαχνα να βρω, ανοιχτό παράθυρο, να μπορέσω να μιλήσω σε κάποιον !!!
- Να μεταφέρω στους Νεοέλληνες, τον πόνο μου και τον πόνο των χιλιάδων συντρόφων μου, που πέσανε στις μάχες, για να είστε εσείς, τώρα ελεύθεροι!!!
- Βλέπω την απολαμβάνετε την ελευθερία σας!!!
Κοιμάστε μια χαρά και δεν ξυπνάτε με τίποτα!!!
Ήθελα να βρω τον Δήμαρχο της Ντροπολιτζάς,( έτσι την αποκαλούσε) αλλά δεν ξέρω που μένει!!!
Είχα κολλήσει την πλάτη μου στον τοίχο!!!
Μου κόπηκε κυριολεκτικά η ανάσα μου!!!
Η φωνή μου δεν έβγαινε με τίποτα από το λαρύγγι!!!
- Ντροπή σας!!! Μου λέει…
Φτιάξατε και τελειώσατε την πλατεία Άρεως, μονάχα εκεί που πρέπει, για να στρογγυλοκάθεστε και να πίνετε τον καφέ και την μπύρα σας!!!
Αφήσατε το μνημείο των προγόνων σας στη μέση!!!
Μοιάζει με γιαπί, γεμάτο από μπάζα, πέτρες, χώματα και πολλά σκουπίδια!!!
Άσε εκείνα τα ξυλόσπιτα!!! Τα βάλατε εκεί που πρέπει!!! Να μη βλέπουμε την κατάντια σας και εσείς τη δικιά μας!!!
- Δεν μιλάω μόνο για την φάτσα μου στο άγαλμα!!! Μιλάω και για τους συντρόφους μου, που κάθε τόσο μου κάνουν παράπονα και μου λένε υποτιμητικά!!!
Πάρ’ τους, στους χαρίζουμε!!!
Γι’ αυτούς σκοτωθήκαμε!!!
- Γι’ αυτούς στερηθήκαμε!!
Γι’ αυτούς φυλακιστήκαμε!!!
- Γι’ αυτούς αφήσαμε τα παιδιά μας και τις γυναίκες μας, ορφανά και χήρες!!!
- Γι’ αυτούς πικράναμε τις μάνες μας και κλάψανε, όταν τους πήγανε το κακό μαντάτο του σκοτωμούς μας, στο Βαλτέτσι, στα Δολιανά, στη Γράνα, στα Δερβενάκια!!!
- Γι’ αυτούς… γι’ αυτούς….γι’ αυτούς!!!! Ατελείωτο κατηγορώ!!!
Εγώ τους καθησυχάζω!!!
Μην κάνετε έτσι τους λέω!!! Έχετε την υπομονή!!! Όπου νάναι κάτι θα κάνουν και για το μνημείο μας!!!
Βρες τον Δήμαρχο και πες του!!!
Έχουμε και μείς δικαιώματα στην πλατεία!!!
- Αϊσιχτήρ από δω!!!
Είπε φωναχτά, κάπως εκνευρισμένος και μετά χάθηκε σαν τον αέρα, αφήνοντας μία βουή πίσω του, σαν κάτι που έρχεται από ένα ποτάμι φουσκωμένο!!!
Έμεινα για κάποιες στιγμές Ακίνητος!!! Εμβρόντητος !!! Ανήμπορος να αντιδράσω!!!
Τι ήταν αυτό πάλι!!! Μονολόγησα.
Ποιος να με πιστέψει για ότι έγινε!!! Είπα μέσα μου και έκανα να κοιμηθώ πάλι.
Που να με κολλήσει ο ύπνος!!!
Κοιτάω το ρολόι, τέσσερες και τέταρτο, μεσάνυχτα!!!
- Δεν έβλεπα την ώρα και τη στιγμή, να φωτίσει η μέρα, να δω τι θα κάνω από την μεριά μου!!!.
- Σε ποιον να πάω και τι να του πω!!! Θα με περάσει για τρελό σίγουρα!!!
Αποφάσισα, να κρατήσω το στόμα μου κλειστό, αποφάσισα να το ράψω!!! Που λέμε εμείς οι ζωντανοί και οι βολεμένοι!!!
Που να τα βάλω με τους αρμόδιους!!! Αφού και αυτοί, θέλουν να τα’ χουν καλά, με μένα, με σένα, με τον δίπλα μου, με όλους μας και βάζουν προτεραιότητες τέτοιες, για να βγαίνουν Δήμαρχοι!!!
Πάντως τούτο το καλοκαίρι, δεν μου πάει ωραία. Κάθε φορά που πηγαίνω για αέρα στην πλατεία Άρεως, κοιτάω γύρο μου και όλα μου θυμίζουν εκείνο το βράδυ!!!
Θυμάμαι τη μακέτα της πλατείας, στο σημείο του μνημείου!!!
Θυμάμαι το γκαζόν, τα δέντρα σε σχήμα Π, το φωτισμό και τόσα άλλα!!!
Θυμάμαι που έλεγαν πρέπει να αναδείξουμε το μνημείο, γιατί είναι το σήμα κατατεθέν της πόλης μας!!! Και να τιμήσουμε ανάλογα τους προγόνους μας!!!
Θυμάμαι – Θυμάμαι – Θυμάμαι και τι δεν θυμάμαι!!!
Μόνο που όλα μείνανε στα λόγια!!!