Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἐνῶ ἀποτελεῖ βασικό καί σημαντικό ἔργο γιά κάθε πιστό, εἰδικά στίς μέρες μας, γιά πολλούς δέν ὑφίσταται. Γιά τούς μέν ἀδιάφορους θεωρεῖται δεδομένη ἡ μή ἐνασχόλησή τους μέ τό ἱερό αὐτό βιβλίο, γιά δέ τούς ἔχοντας ἐνδιαφέρον γιά τήν πνευματική ζωή παρατηροῦμε παραγκώνισή της, λόγῳ προτεραιότητας γιά ἀνάγνωση ἄλλων πνευματικῶν βιβλίων. Ὅμως ἡ μελέτη τῆς Βίβλου δέν μπορεῖ νά εἶναι ἕνα παραγέμισμα στήν πνευματική μας ζωή ἀλλά βασικό μέλημα αὐτῆς. Ἄς σκεφτοῦμε ἕναν ἀθλητή τοῦ στίβου, ὁ ὁποῖος ἐπιθυμεῖ καί προσπαθεῖ νά καταφέρει ἕνα δυνατό ἅλμα στό ἄθλημα «ἅλμα ἐπί κοντῷ». Προπονεῖται καθημερινά γιά πολλές ὤρες, προσέχει τήν διατροφή του, δέν ξενυχτᾶ κ.ἄ. Αὐτός ὁ ἀθλητής εἶναι πολύ πιθανό νά καταφέρει ἕνα καλό ἀποτέλεσμα. Παράλληλα τώρα, γιά τόν χριστιανό, πού εἶναι ἕνας ἀθλητής τοῦ πνευματικοῦ στίβου, ἡ καλή διατροφή, θά λέμαμε οἱ βιταμίνες, εἶναι ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἄν δέν τραφεῖς μέ τίς ἀπαραίτητες αὐτές βυταμίνες δέν θά μπορέσεις νά σταθεῖς ὄρθιος, οὔτε θά πετύχεις τούς πνευματικούς σου στόχους. Ἀφορμή γιά τό κείμενο αὐτό ἀπετέλεσαν τά κείμενα ἑνός σπουδαίου θεολόγου τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου.1 Ὁ ἅγιος αὐτός ἀπευθυνόμενος στόν Μαρκελλῖνο, τόν ἐπαινεῖ, διότι ἔμαθε τήν ἀγάπη του γιά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πού βρίσκεται ἀποθησαυρισμένος στήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη. Ἀναφερόμενος σ᾽αὐτόν λέγει χαρακτηριστικά: «πρός πᾶσαν τήν θείαν γραφήν ἔχειν τήν σχολήν» καί συμπληρώνει λέγοντας γιά τό βιβλίο τῶν Ψαλμῶν ὅτι «πολύν ἔχων εἰς αὐτήν τήν βίβλον κἀγώ πόθον, ὥσπερ καί εἰς πᾶσαν τήν γραφήν».2 Ὁμολογεῖ λοιπόν εὐθαρσῶς τόν πόθο του γιά τήν μελέτη τοῦ ἱεροῦ κειμένου. Στό ἴδιο ἔργο του, «πρός Μαρκελλῖνον», ἀναφέρεται στά ὀφέλη τῆς βιβλικῆς μελέτης λέγοντας: «εἰ γάρ δεῖ καί πιθανώτερον εἰπεῖν, πᾶσα μέν ἡ θεία γραφή διδάσκαλός ἐστιν ἀρετῆς και πίστεως ἀληθοῦς».3 Ἡ Ἁγία Γραφῆ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καταγεγραμμένος, καί μέ ἁπλά λόγια μέσῳ αὐτῆς μιλᾶ ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους. Τοῦς ἀναφέρει τί νά κάνουν γιά νά ἐνωθοῦν μαζί Του. Ὁ Ἀθανάσιος ἀναφερόμενος στήν θεοπνευστία τῆς Ἁγίας Γραφῆς χρησιμοποιεῖ μιά πολύ ἐπιτυχημένη εἰκόνα γιά τήν ὠφέλεια ἀπό τήν ἀνάγνωσή της. Λέγει: «δεῖ τῶν ἐντυγχανόντων ἕκαστον ταύτῃ τῇ βίβλῳ ἐντυγχάνειν μέν ἄπασι γνησίως τοῖς ἐν αὐτῇ θεοπνεύστοις οὔσι, λαμβάνειν δέ λοιπόν ἀπ᾽αὐτῶν ὡς ἐκ παραδείσου καρπῶν ὠφελείας, πρός ὅ τήν χρείαν ἑαυτόν ἔχοντα συνορᾶ».4 Εἶναι δηλαδή ὅταν μελετᾶς τό ἱερό κείμενο σάν νά ἔχεις μπεῖ στόν κῆπο τῆς Ἐδέμ καί μαζεύεις καρπούς. Τέλος, ὁ ἅγιος κάνει μιά ἀναφορά στόν πνευματικό του πατέρα, τόν Μέγα Ἀντώνιο, γιά τόν ὁποῖο λέγει ὅτι ἐπειδή δέν γνώριζε γράμματα προσπαθοῦσε νά ἀποστηθήσει ὅλη τήν Ἁγία Γραφή στό νοῦ του. Ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «Καί γάρ προσεῖχεν οὕτως τῆ ἀναγνώσει, ὡς μηδέν τῶν γεγραμμένων ἀπ᾽αὐτοῦ πίπτειν χαμαί, πάντα δέ κατέχειν, καί λοιπόν αὐτῶ τήν μνήμην ἀντί βιβλίων γίνεσθαι».5
Ἀπό τά παραπάνω γίνεται ἀντιληπτή ἡ βαρύτητα καί προτεραιότητα πού ἔδιναν οἱ ἅγιοι στήν μελέτη τῆς Βίβλου καί ἡ ἀναφορά τους στά ὀφέλη ἐξ αὐτῆς στούς χριστιανούς. Δέν ἔχουμε παρά νά ἀκολουθοῦμε τά ἴχνη τῶν Πατέρων μας.