Η Ελλάδα προοδεύει. Τα μπακάλικα έγιναν μίνι μάρκετ και τα περίπτερα θυμίζουν γύφτικα τσαντίρια με χάι-τεκ πινελιές, με κλιματιστικό, τηλεόραση, χημική τουαλέτα, ταμειακή μηχανή και κάμερες παρακολούθησης, με αλλοπρόσαλλες προσθήκες στεγασμένων, ημιυπαίθριων και υπαίθριων χώρων. Ποιος ξέρει, ίσως κάποια περίπτερα να επεκτείνονται και υπογείως, με λαγούμια που οδηγούν σε ψυγεία και αποθήκες. Μπροστά σ' αυτή την τριτοκοσμική νομιμότητα, το καταγής εμπόρευμα των Νιγηριανών και Πακιστανών μικροπωλητών παραπέμπει σε ελβετική μπουτίκ.
Σήμερα μπορεί κάποιος να ξεκινήσει για τις διακοπές του ανάλαφρος σαν πουλάκι, χωρίς αποσκευές, μόνο με μια κάρτα ανάληψης μετρητών. Όλα μπορεί να τα προμηθευτούμε από το περίπτερο, αρκεί να αγοράσουμε ένα λαμπερό περιοδικό. Έχουμε και λέμε: σαγιονάρες, καπέλο και γυαλιά ηλίου, ρολόι χειρός, πετσέτα και τσάντα μπάνιου, παρεό, μαγιό, βατραχοπέδιλα, κουβαδάκι για το παιδί, τρανζιστοράκι, αντιηλιακό, εντομοαπωθητικό -ξεχάσαμε τίποτα;
Είμαστε η χώρα του ήλιου, πώς να το κάνουμε. Μήπως είμαστε και λαός αναγνωστών; Αυτό παίζεται. Η αλήθεια είναι ότι το περιοδικό συνοδεύει το δώρο (και όχι το αντίστροφο) και καταλήγει στα σκουπίδια μόλις αφαιρεθεί το περιτύλιγμα. Οι τυπωμένες σελίδες είναι το πρόσχημα, το διαβατήριο για να φτάσει το εμπόρευμα στο περιζήτητο σημείο πώλησης. Το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό ούτε εκδηλώνεται μόνον το καλοκαίρι. Στις χειμερινές προσφορές περιλαμβάνονται καλσόν, γάντια, συνθετικές κουβερτούλες, κάπες κ.λπ., όμως το καλοκαίρι ο όγκος και η ποικιλία των προϊόντων απογειώνονται.
Πηγή κέρδους δεν είναι τα περιοδικά καθεαυτό, αλλά ο προορισμός τους, τα σημεία πώλησής τους, τα περιπτερά που το ωράριο λειτουργίας τους δεν έχει τους περιορισμούς των εμπορικών καταστημάτων, ενώ είναι σπαρμένα στα πιο ζηλευτά εμπορικά σημεία, στους κεντρικούς δρόμους και πλατείες, κοντά σε στάσεις, σταθμούς λιμάνια.
Μήπως υποβαθμίζεται το δημοσιογραφικό επάγγελμα; Ίσως η βιομηχανία των προσφορών να δημιουργεί κάποιες θέσεις εργασίας δίνοντας ένα φιλί ζωής στον κλάδο των εκδόσεων. Φιλί ζωής με χάντρες και καθρεφτάκια, με το λαϊφ-στάιλ των φτωχών. Σαν δεν μπορείς να ζήσεις σαν την Πάρις Χίλτον, τουλάχιστον πάρε μια ζώνη που μοιάζει με εκείνη που η διάσημη κληρονόμος φοράει στη φωτογραφία. Το αίμα, το σώμα θα βάλω σε σχήμα περιοδικού μεγάλο. Γράφει, γράφει ο δημοσιογράφος, γράφει και τυλίγει κινέζικα κραγιόν και κορεάτικα σετ εργαλείων. Τουλάχιστον οι εφημερίδες προσφέρουν (μέχρι στιγμής) είδη που έχουν κάποια σχέση με τον γραπτό λόγο και την εικόνα (CD8, DVD8, εγκυκλοπαίδειες, χάρτες, βιβλία). Άραγε θα έρθει η ώρα που το φουσκωτό στρώμα θαλάσσης θα συνοδεύεται από την προσφορά ενός περιοδικού ή μιας εφημερίδας; «Πάρτε το, είναι δωρεάν».
Η άλλη όψη της φαινομενικής αφθονίας είναι η ευτέλεια. Όλο και πιο εφήμερα, πιο αναλώσιμα (για να μην πούμε τοξικά) είναι τα πλαστικά κουρελάκια που μας γνέφουν κάτω από τη ζελατίνα. Στους αναλώσιμους εργαζόμενους, τους τωρινούς και τους μελλοντικούς, αντιστοιχούν προϊόντα και χαρές μιας χρήσεως. Εμείς αποφασίζουμε, εμείς καταναλώνουμε ή μήπως μας καταναλώνει ένας τρόπος ζωής που δεν τον διαλέξαμε αλλά μας τον επέβαλαν;
Την εποχή της κινητής τηλεφωνίας, οι συνομιλίες έχουν πολλαπλασιασθεί. Παλιά, οι κουβέντες ήταν πιο περιορισμένες, ή μάλλον είχαν πιο περιορισμένους αποδέκτες: μεταξύ συζύγων, μεταξύ συγγενών στις οικογενειακές συνάξεις, Κυριακάς και εορτάς στις βεγγέρες. Επίσης, στο λεωφορείο, στην δουλειά, όπου λίγοι ήσαν οι συνάδελφοι διότι δεν υπήρχαν πολυεθνικές με χιλιάδες υπαλλήλους, στον δρόμο -διότι οι κοινωνίες ήταν πιο μικρές και οι άνθρωποι γνωρίζονταν λίγο-πολύ μεταξύ τους, στην γειτονιά, στην αγορά.
Στις κοινωνίες χωρίς κινητά, υπήρχαν ζώνες σιωπής: όταν η νοικοκυρά μαγείρευε, όταν κάποιος οδηγούσε, όταν κάποιος περπατούσε, πότιζε, κλάδευε, μελετούσε, σιωπούσε. Οι ζώνες σιωπής καταργήθηκαν με τα κινητά: μπορείς να οδηγείς, να κάνεις γυμναστική, να μαγειρεύεις, να πεζοπορείς, μιλώντας ταυτόχρονα με την ευκολία των Hand'b Free. Μπορείς πλέον να μιλάς ακατάπαυστα, διαρκούς, euro την ώρα που θα ξυπνήσεις ως την ώρα που θα κοιμηθείς, τρώγοντας, περπατώντας, δουλεύοντας.
Αυτό, βεβαίως, διευρύνει τρομακτικά την έννοια της κοινωνικής συναναστροφής. όλοι μιλούν διαρκώς με όλους. Ένας άνθρωπος μπορεί να επικοινωνεί καθημερινά με 50-100 ανθρώπους. Η επανάσταση αυτή στον χώρο της ανθρώπινης επικοινωνίας διασπά τις παραδοσιακές μορφές σχέσεων: η οικειότητα δεν είναι πια χαρακτηριστικό στοιχείο μεταξύ φίλων, διότι μέσω του κινητού αναπτύσσεται οικειότητα ακόμη και μεταξύ ανθρώπου που δεν γνωρίζονται οπτικά. Υπάρχουν γνωριμίες, ακόμη και φιλίες υπό κάποια έννοια, στις οποίες η δια ζώσης επαφή είναι ελάχιστη ή και ανύπαρκτη.
Πέραν αυτού, η κοινωνία γίνεται «μικρότερη», διότι οι γνωριμίες διασταυρώνονται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα και οι κύκλοι «κλείνουν» πολύ πιο γρήγορα.
Εσχάτως, έχουν διαδοθεί τα κινητά με οθόνη, που συνδέουν και οπτικά τους συνομιλητές. Η ταυτόχρονη ακουστική και οπτική επαφή καθιστά πλέον σχεδόν περιττή την σωματική, πραγματική συνάντηση. Μάλιστα, μέσω της οθόνης μπορούν να «συναντώνται» και περισσότερα από δύο άτομα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οπτικοακουστικές «παρέες».
Παρεμφερής με όλ' αυτά είναι φυσικά και η έννοια της εικονικής ηλεκτρονικής διαδικτυακής κοινότητας, που γεννά κοινωνικές σχέσεις και καταστάσεις επέκεινα της υλικής πραγματικότητας. Αλλά αυτό είναι ξεχωριστό - και μέγα-θέμα.
Για να επανέλθουμε στα κινητά, δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι αυτή η πληθωρική επικοινωνιακή έκρηξη έχει συντελέσει και στην αντίστοιχη άνοδο της ποιότητας του περιεχομένου. Μάλλον έχει συμβεί το αντίστροφο: όσο πιο πολύ μιλάς, τόσο πιο ρηχά είναι αυτά που λες, για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς δεν μπορεί να εκστομίζει ουσιαστικά πράγματα επί πολλές (ώρες ακατάπαυστα. Η δε κατάργηση των περιόδων σιωπής έχει-προκαλέσει κάτι πολύ σοβαρότερο: οι άνθρωποι δεν έχουν χρόνο να σκέπτονται. Η σιωπή οδηγεί ακόμη και τους ανόητους στην περισυλλογή κι έτσι γίνονται λιγότερο ανόητοι. Σήμερα, όμως, σιωπή δεν υπάρχει. Άρα δεν υπάρχει περισυλλογή. Net πώς παράγεται ο «ξύλινος λόγος», η trash TV, η συνεχής εθνική μας μπουρδολογία. Και το κυριότερο να πως παράγεται η τρομακτική απουσία κοινωνικής σύνεσης, εθνικής στρατηγικής, συλλογικής απαιδείας. Οπωσδήποτε, θύμα όλης αυτής της εξέλιξης είναι και η παραδοσιακή, «ζωντανή» επαφή μεταξύ των ανθρώπων. Ίσιος το να κάτσει μία παρέα γύρω από ένα τραπέζι να σημαίνει πάντοτε κάτι παραπάνω -σε χημεία, σε ενέργεια, σε ένταση-από ανταλλαγές ήχων και ηλεκτρονικών εικόνων.