Δύο χρόνια πριν από τις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές… δύο πράγματα είναι σίγουρα:
• Ο κομματικός χάρτης έχει αλλάξει ριζικά σε σχέση με αυτόν που οδήγησε στην εκλογή των σημερινών αυτοδιοικητικών οργάνων.
• Η πολιτική ρευστότητα θα οδηγήσει σε νέες πολύ μεγάλες αλλαγές του κομματικού χάρτη, ο οποίος στις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές θα είναι ριζικά διαφορετικός από το σημερινό.
Πέρα από τις βεβαιότητες όμως υπάρχουν και ερωτήματα τα οποία συμβάλλουν στην ενίσχυση της ρευστότητας σε σχέση με το τοπίο που θα διαμορφωθεί στις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές.
• Το πρώτο έχει να κάνει με το κατά πόσον το επόμενο διάστημα θα υπάρξουν αλλαγές στο χάρτη των δήμων και των περιφερειών και τελικά στην δομή του "Καλλικράτη", με δεδομένο το ότι τα κυβερνητικά κόμματα έχουν εντελώς διαφορετικές απόψεις στα ζητήματα αυτά.
• Το δεύτερο σχετίζεται με το κατά πόσον θα υπάρξει επιμονή στο εκλογικό σύστημα που ισχύει, σε συνθήκες αποσύνθεσης του δικομματικού σκηνικού που εξυπηρετούσε αυτό το σύστημα.
Ολα αυτά υπό μια αίρεση: Πόσο θα αντέξει το σημερινό κυβερνητικό σχήμα και ποιος θα είναι τότε κυβέρνηση - πολύ περισσότερο δε, ποιες θα είναι οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που θα επικρατούν όταν ήδη η Ευρώπη "φλέγεται" και το ενδεχόμενο διάλυσης της ευρωζώνης παίρνει το χαρακτήρα της "αποκάλυψης" ακόμη και για τις ισχυρές οικονομίες.
Με δεδομένα όλα αυτά η προσέγγιση του θέματος των επόμενων αυτοδιοικητικών εκλογών γίνεται μέσα σε ένα κλίμα μέγιστης αβεβαιότητας, αλλά με μια σταθερή αξία: την ανάγκη να δημιουργηθεί το κατάλληλο θεσμικό περιβάλλον που θα επιτρέψει την κινητοποίηση των τοπικών δυνάμεων που θέλουν να συμβάλουν στην αναστροφή της καταστροφικής πορείας την οποία έχουν πάρει τα πράγματα στον τόπο. Και την ανάδειξη της αυτοδιοίκησης ως βασικού παράγοντα οικονομικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης.
Το βέβαιο είναι πως το πολιτικό προσωπικό που δραστηριοποιείται στην αυτοδιοίκηση έχει... εκπαιδευτεί σε συνθήκες οι οποίες σήμερα έχουν αλλάξει θεαματικά. Και επί της ουσίας αδυνατεί να διαχειριστεί την κρίση που χτυπάει ιδιαίτερα έντονα κρίσιμες λειτουργίες της στο επίπεδο της καθημερινότητας των πολιτών και των κοινωνικών δραστηριοτήτων. Η υπεροψία της εξουσίας είναι εμφανής στις περισσότερες των περιπτώσεων, η επιχείρηση νομής των προνομίων που δίνει η θέση είναι σε πλήρη εξέλιξη, και η προσπάθεια δημιουργίας "ιδιόκτητων" μηχανισμών αναπαραγωγής της εξουσίας είναι κάτι παραπάνω από ορατή σε πολλές περιπτώσεις.
Θα ήταν επιεικώς αφελές το να πιστέψει κάποιος ότι αιφνιδίως και διά παρθενογενέσεως θα προκύψει το νέο πολιτικό προσωπικό στην αυτοδιοίκηση. Πρόκειται για μια διαδικασία σύνθετη που δεν ακολουθεί πλέον την πεπατημένη των (ανύπαρκτων εν πολλοίς) κομματικών μηχανισμών, έχει τη βάση της στις κοινωνικές διεργασίες και στις αλλαγές πολιτικής συνείδησης που προκύπτουν ως αποτέλεσμα της κρίσης. Το μεγάλο ζήτημα είναι αν αυτή η εν εξελίξει διαδικασία θα αποτυπωθεί στο πεδίο της αυτοδιοίκησης με τη διαμόρφωση συλλογικοτήτων που μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα. Και αν σε συνθήκες κρίσης με την κοινωνία αμυνόμενη ακόμη και σε οικογενειακό επίπεδο, θα βρεθούν οι άνθρωποι που θα επιλέξουν να προσφέρουν στο σύνολο.
Προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι κατ’ αρχάς οι θεσμικές αλλαγές στο επίπεδο του εκλογικού συστήματος με την καθιέρωση της απλής αναλογικής και στο επίπεδο της τοπικής εκπροσώπησης που πρέπει να αποσυνδεθεί από τους κεντρικούς συνδυασμούς. Αλλά και η ανασυγκρότηση των κομματικών αυτοδιοικητικών συλλογικοτήτων που από εκλογικοί μηχανισμοί θα πρέπει να μετατραπούν σε χώρους παραγωγής πολιτικής για την τοπική κοινωνία.
Ευρύ το πεδίο προβληματισμού, και σε αυτό θα κριθούν κόμματα αλλά και πρόσωπα.