Δευτέρα, 10 Φεβρουαρίου 2014 19:30

Μερικές απλές προτάσεις για το ελαιόλαδο

Γράφτηκε από τον

Μερικές απλές προτάσεις για το ελαιόλαδο

 

Από τους πλέον δραστήριους φορείς σχετικά με το ελαιόλαδο είναι ο Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ) ο οποίος προσφάτως κατέθεσε αναλυτικό υπόμνημα στα αρμόδια υπουργεία προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα.

 

Εχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι το υπόμνημα ξεκινάει από τα απλά: Την υποχρεωτική αναγραφή του είδους ελαίων στους καταλόγους επιχειρήσεων μαζικής εστίασης. Αυτό προβλέπεται από υπουργική απόφαση που έχει εκδοθεί εδώ και 6 περίπου μήνες αλλά τονίζεται ότι «δεν έχει διαπιστωθεί η εμφάνιση αυτής της ένδειξης σε τιμοκαταλόγους επιχειρήσεων εστίασης».

Και συνεχίζει με τα απλά και αυτονόητα που ανεξηγήτως δεν καθιερώνονται προτείνοντας «την αύξηση της μέγιστης επιτρεπτής συσκευασίας από 5 λίτρα που είναι σήμερα σε 20 και άνω λίτρα, για τροφοδοσία των επιχειρήσεων και φορέων μαζικής εστίασης ταβερνών, εστιατορίων, ξενοδοχείων, νοσοκομείων, στρατού κ.α., όπως γίνεται και στην Ισπανία που έχει επιτρέψει συσκευασίες μέχρι και 50 λίτρα».

Φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει η καθιέρωση της υποχρεωτικής χρήσης μη ξαναγεμιζόμενων συσκευασιών στην εστίαση για την οποία υπενθυμίζει ότι «η δυνατότητα να εφαρμοστεί η ρύθμιση αυτή στο εσωτερικό των κρατών μελών που επιθυμούν, προφανώς υφίσταται και ήδη έχει αξιοποιηθεί από την Πορτογαλία που την εφαρμόζει τώρα και μερικά έτη, ενώ πρόσφατα στις 15 Νοεμβρίου 2013, αξιοποιήθηκε και από την Ισπανία η οποία, προχώρησε σε σχετική νομοθετική ρύθμιση». Τονίζει μάλιστα ότι το μέτρο «φαίνεται να βρίσκει σύμφωνο όλο τον τομέα ελαιολάδου της Ισπανίας» και ζητά «να εφαρμοστεί η ρύθμιση και στην χώρα μας, αφού είναι φανερό ότι θα ενισχύσει το γαστρονομικό επίπεδο των επιχειρήσεων εστίασης και θα συμβάλει στην ενίσχυση του τουρισμού».

Στο επίκεντρο πάντα η συζήτηση για τη μείωση της ψαλίδας παραγωγού-καταναλωτή και στο υπόμνημα τονίζεται ότι «στην χώρα μας, οι ανάγκες της οικογενειακής κατανάλωσης, η οποία κυμαίνεται στα 20 κιλά/άτομο ετησίως σε επίπεδο χώρας και ακόμη υψηλότερα στην Κρήτη, δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν ούτε πρακτικά, ούτε οικονομικά από τα συνήθη καταστήματα λιανικής (σούπερ μάρκετ) όπου οι τιμές είναι 100 έως και 300% υψηλότερες από τις τιμές παραγωγού. Η κατάσταση αυτή εξωθεί, όπως είναι φυσικό, σε μια άτυπη διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ελαιολάδου κατευθείαν από παραγωγούς σε καταναλωτές, σε τιμές 40-50% υψηλότερες από τις τιμές παραγωγού, οι οποίες είναι συμφερότερες και για τις δυο πλευρές και φαίνεται να καλύπτει ένα ποσοστό άνω από το 30% της ελληνικής κατανάλωσης». Για να καταλήξει: «Η μορφή αυτή της οικογενειακής κατανάλωσης ενώ έχει σειρά πλεονεκτημάτων γιατί μειώνει δραστικά την ψαλίδα παραγωγού καταναλωτή, οπωσδήποτε επιτρέπει, όπως και η τυπική λιανική αγορά, περιπτώσεις νοθειών και φοροδιαφυγής. Επομένως με κατάλληλες ρυθμίσεις, πρέπει να τεθεί υπό νομιμοποίηση ώστε και η ψαλίδα παραγωγής – κατανάλωσης να μειωθεί και η απώλεια φορολογικών εσόδων να περιοριστεί».

Και φυσικά υπάρχει κατηγορηματική άρνηση στην πρόταση του ΟΟΣΑ για καθιέρωση μειγμάτων ελαιολάδου σπορέλαιων για την οποία τονίζεται ότι «είναι φανερό ότι με την καθιέρωση των μειγμάτων οι μόνοι που πρόκειται να ωφεληθούν είναι οι εισαγωγείς και οι βιομηχανίες σπορελαίων, οι οποίοι θα επιχειρήσουν να διαθέσουν σπορέλαια με την "πλάτη" του ελαιολάδου, λανσάροντας στις συσκευασίες και διαφημίσεις τους την λέξη "ελαιόλαδο" παραπλανώντας τους μη ενήμερους καταναλωτές».

 

Από τη σύντομη παράθεση του μακροσκελούς υπομνήματος του ΣΕΔΗΚ που συνοδεύεται από ανάλογα επιχειρήματα, γίνεται φανερό ότι όχι μόνον δεν υπάρχει εθνική πολιτική ελαιολάδου, αλλά δεν έχουμε ξεκινήσει ακόμη από το… άλφα. Και ότι στη χώρα μας δεν εφαρμόζονται ούτε εκείνα που θεωρούνται αυτονόητα σε άλλες ελαιοπαραγωγικές χώρες. Κάποια γιατί δεν θέλουν οι μαγαζάτορες, κάποια γιατί δεν θέλουν οι βιομήχανοι, κάποια γιατί έχει χαθεί το μέτρο. Μέχρι πότε;

 

Ηλίας Μπιτσάνης