Από τη μια πλευρά η εντυπωσιακή σε ποσοστό αύξηση των αφίξεων στο Αεροδρόμιο Καλαμάτας δίνει την εντύπωση της απογείωσης, παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των αφίξεων δείχνει ότι είμαστε πολύ μακριά από άλλες περιοχές. Παρά την αντίφαση, εκείνο το οποίο μένει ως εντύπωση είναι ότι "η Μεσσηνία βουλιάζει από τουρίστες". Με όρους επικοινωνίας δημιουργείται θετικό κλίμα για την περιοχή και αντικειμενικά κεντρίζει την περιέργεια εκείνων που δέχονται το μήνυμα. Είναι ένα είδος "αυτόματης" τουριστικής προβολής, ενδεχομένως και πολύ πιο αποτελεσματικής από κάθε είδους πολυδάπανες καμπάνιες αμφίβολης αξίας.
Από την άλλη πλευρά η κινητικότητα για επενδύσεις στον τομέα του πολυτελούς τουρισμού σε σημεία - φιλέτα της παραλιακής Μεσσηνίας, καλλιεργεί προσδοκίες κατά κανόνα υπερβολικές σε σχέση με την επίδραση αυτών των επενδύσεων στην τοπική κοινωνία και οικονομία. Πολύ περισσότερο σε σχέση με τα πραγματικά μεγέθη και τις ανάγκες που υπάρχουν στο σύνολο της περιοχής. Η όποια επικοινωνιακή θετική επίδραση επίσης θα πρέπει να αξιολογείται με βάση κάποια δεδομένα που θα μπορούσαν να προκύψουν από ανάλογες εμπειρίες. Και ας μην μιλήσουμε βεβαίως για μελέτες, αυτές είναι για σοβαρούς αυτοδιοικητικούς φορείς και όχι για εκείνους τους παράγοντες που ακούν τη λέξη "επενδυτής" και τρέχουν να φωτογραφηθούν μαζί του.
Οι επισημάνσεις βεβαίως για να επανέλθουμε σε αυτό που από τη στήλη αυτή εδώ και πολλά χρόνια χαρακτηρίζουμε ως κύριο: Η Μεσσηνία ζει κυρίως από την γεωργική της παραγωγή, εκεί βρίσκεται εκ των πραγμάτων το μέλλον της και το ενδιαφέρον που θα πρέπει να επιδειχθεί οφείλει να είναι ανάλογο του ειδικού βάρους της. Οχι μόνο δεν γίνεται αυτό, αλλά εκ των πραγμάτων οι παλιοί μύθοι της τουριστικής ανάπτυξης επανέρχονται σε καινούργια συσκευασία και μάλιστα με εμφανείς πολιτικές στοχεύσεις σε όλα τα επίπεδα.
Τα τελευταία χρόνια υπήρξε ένας βομβαρδισμός μελετών και εκτιμήσεων για τη μεγάλη στροφή στη γεωργία ως μοχλού για την έξοδο από την κρίση. Επικοινωνιακά μάλιστα πολλές φορές η λογική αυτή στηρίχθηκε σε ορισμένα (ελάχιστα) παραδείγματα πρωτοβουλιών μικρής κλίμακας κατά κανόνα, σε μια προσπάθεια να δοθεί η εντύπωση ότι είναι ζήτημα εξυπνάδας, πονηριάς και άλλων ικανοτήτων η δραστηριοποίηση στον αγροτικό τομέα. Φυσικά και υπάρχουν πρωτοβουλίες μικρών παραγωγών εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αλλά η υπερβολή και η υπερπροβολή αποπροσανατολίζει και μάλιστα πολλές φορές στοχευμένα. Καθόλου τυχαία βεβαίως αφού απαλλάσσει την Πολιτεία σε όλη τη θεσμική έκταση, από την υποχρέωση χάραξης και στήριξης μιας αγροτικής πολιτικής που μπορεί να οδηγήσει σε παραγωγική ανασυγκρότηση του τομέα.
Η επιστροφή στη γεωργία όσο περνάει ο καιρός αποδεικνύεται ότι αποτελεί μια ακόμη ψευδαίσθηση. Μετά από 5 μνημονιακά χρόνια ούτε οι στατιστικές, αλλά ούτε και η τοπική εμπειρία δείχνουν ότι υπάρχει μια κίνηση την οποία θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κάποιος ως "στροφή". Μεμονωμένες περιπτώσεις επιστροφής από πεποίθηση ή από ανάγκη δεν μπορούν να συνιστούν κοινωνική και οικονομική τάση. Και υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό και κυρίως γιατί ο κόσμος αισθάνεται ότι η κρίση βαθαίνει στο χωριό και τα δύσκολα είναι μπροστά.
Ειδικότερα για την περιοχή μας τα πράγματα θα γίνουν πιο δύσκολα τα επόμενα χρόνια με τις αλλαγές στην Κοινή Αγροτική Πολιτική. Οποια άποψη και να έχει ο καθένας, δεν μπορεί να παραβλέψει ότι σε ένα μεγάλο μέρος η οικονομία του χωριού -και κατ’ επέκταση όλου του νομού- στηρίζεται στις επιδοτήσεις. Η σταδιακή περικοπή τους από την επόμενη χρονιά και σε βάθος πενταετίας φέρνει σε δύσκολη θέση πολλούς παραγωγούς καθώς οι επιδοτήσεις αυτές ήταν σημαντικού ύψους για την ελαιοπαραγωγή και τη σταφίδα. Το οικονομικό τοπίο είναι εξαιρετικά δύσκολο, η ρευστότητα μηδενική, οι επενδύσεις σε έργα υποδομών ελάχιστες. Από την άλλη πλευρά οι συνεταιριστικές οργανώσεις έχουν ουσιαστικά καταρρεύσει και η εμπιστοσύνη του κόσμου στη συλλογική δράση έχει κλονιστεί βαρύτατα.
Η απουσία αγροτικής πολιτικής σε κυβερνητικό επίπεδο είναι εμφανής, η γεωργική οικονομία έχει προσδεθεί στον αυτόματο πιλότο της Ευρωπαϊκής Ενωσης και η αυτοδιοίκηση είναι απούσα. Επιμένουμε για μια ακόμη φορά πως αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για τους διευρυμένους δήμους: Να δραστηριοποιηθούν και να στηρίξουν την αγροτική παραγωγή και τη ζωή στο χωριό. Απέναντι σε αυτό το ζήτημα μέχρι τώρα παραμένουν από αμήχανοι μέχρι αδιάφοροι. Από όλους θα πρέπει κάποια στιγμή να γίνει κατανοητό πως το μέλλον του τόπου είναι κατά βάση στην αγροτική οικονομία. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στο νομό δραστηριοποιούνται και ζουν από αυτό τον τομέα. Ο κάθε δήμος θα πρέπει να οργανώσει το δικό του σχέδιο παρέμβασης ξεκινώντας από το θεσμικά αυτονόητο: Τη λειτουργία επαρκώς στελεχωμένου Γραφείου Αγροτικής Ανάπτυξης που θα ασχοληθεί συστηματικά με όλο το φάσμα των θεμάτων, θα μελετήσει και θα προτείνει μέτρα στήριξης της τοπικής οικονομίας.
Ηλίας Μπιτσανης