Το μόνο αξιοσημείωτο γεγονός είναι η «επιστράτευση» Κατρούγκαλου στο ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου, υποτίθεται, να αντισταθμιστούν οι απώλειες που υπήρχαν με την αποχώρηση Πετράκου και πολλών άλλων, γνωστών τοπικά, στελεχών. Οι μηχανιστικές αυτές «επιστρατεύσεις» αποτελούν παλιά τακτική, η οποία λειτουργούσε κατά το παρελθόν όταν οι «ισχυροί» υποψήφιοι δεν είχαν απομυθοποιηθεί από την έκθεσή τους στα τηλεοπτικά πλατό. Τώρα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά, και δε νομίζουμε ότι ο Κατρούγκαλος κάνει «επικοινωνιακό γκελ» στον Μεσσήνιο ψηφοφόρο. Όταν μάλιστα ο συγκεκριμένος υποψήφιος για να βρει χωριό στη Μεσσηνία θέλει GPS, ενώ αν συναντήσει δήμαρχο στο δρόμο δεν θα τον χαιρετίσει γιατί δεν θα τον αναγνωρίσει, μάλλον τελικά θα έχει ως υποψηφιότητα αρνητικά αποτελέσματα.
Η εποχή που οι ισχυροί υποψήφιοι προσέλκυαν τα πλήθη έχει παρέλθει και αυτό γιατί λόγω μνημονίων έχει περιοριστεί δραματικά το μοίρασμα της πίττας του δημοσίου. Το δυνατό όνομα τραβούσε γιατί δημιουργούσε προσδοκίες για διορισμούς, δάνεια και κάθε μορφής εξυπηρετήσεις. Αυτό έχει τελειώσει και το έχουν καταλάβει πλέον και πολλοί Μεσσήνιοι που επί σειρά ετών έτρεχαν πίσω από τον πρώην Πρωθυπουργό και έμειναν με τη προσδοκία όταν ήρθε η παντοδυναμία του. Η ελπίδα βέβαια πεθαίνει τελευταία, και ένας εν δύναμει υπουργός είναι πάντα πιο χρήσιμος από τον γνωστό της διπλανής πόρτας που στην καλύτερη των περιπτώσεων θα «κουβαλήσει» το θέμα στον υπουργό. Γιατί μπορεί ο γνωστός να είναι πιο εύκολα προσεγγίσιμος αλλά δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικός με τον υπουργό, με τον οποίο αν αποκτήσουμε πρόσβαση έχουμε και πιθανότητες τακτοποίησης της υπόθεσής μας. Έτσι εξακολουθεί να σκέφτεται ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης και σε αυτό το ακροατήριο απευθύνονται οι «ισχυρές» υποψηφιότητες.
Οι λογικές αυτές αναμφίβολα ανήκουν σε μια άλλη εποχή. Σε μια εποχή που πρέπει να αφήσουμε πίσω μας αν θέλουμε να έχουμε μέλλον. Η υπηρέτηση της συγκεκριμένης λογικής είναι το πραγματικά παλιό και χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα. Ο πολιτικός που ήθελε να εξασφαλίσει την επανεκλογή του, χρειαζόταν χρήματα, που τα προσέφερε με το αζημίωτο βέβαια ο πλούσιος σπόνσορας. Αν δεν έπαιρνε πολλά από τους λίγους, αναζητούσε λίγα από τους πολλούς, μέσα από κάθε είδους εξυπηρέτηση, που ξεκινούσε με τη μετάθεση του φαντάρου και έφτανε στο διορισμό στο δημόσιο. Με δυο λόγια, η εξυπηρέτηση μικρών και μεγάλων συμφερόντων με στόχο την επανεκλογή είναι αυτό που βύθισε την πολιτική και τους πολιτικούς στην ανυποληψία, οδήγησε σε αποφάσεις που εκτίναξαν τα ελλείμματα, διόγκωσαν το χρέος και έφεραν τελικά την χρεοκοπία.
Είμαστε σε μια περίοδο που οι «εξυπηρετήσεις» δεν μπορούν πλέον να χρηματοδοτηθούν. Η συνέχιση ίδιων πρακτικών, κι αν ακόμα δεν συνεπάγεται άμεσο δημοσιονομικό κόστος, δεν μπορεί να γίνεται πλέον ανεκτή. Η καλλιέργεια νέων ψευδαισθήσεων στους πολίτες με υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα είναι απαράδεκτη πολιτική συμπεριφορά. Μόνο ένας πολιτικός απατεώνας μπορεί σε αυτή τη φάση να υπόσχεται εξυπηρετήσεις και διορισμούς, και αυτό θα πρέπει να το έχουν υπόψη τους πρώτα απ όλους όλοι οι πολίτες. Η αξιολόγηση, η διαφάνεια και η αξιοκρατία είναι τα βασικά στοιχεία που θα πρέπει να χαρακτηρίζουν τη νέα πολιτική φάση στην οποία εισέρχεται η χώρα. ΄Οποιος από τους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες με τη συμπεριφορά του δεν υπηρετεί το συγκεκριμένο τρίπτυχο βλάπτει το κοινό συμφέρον. Αυτό που έχουμε ανάγκη ως περιοχή δεν είναι ισχυρούς παράγοντες αλλά πολιτικούς που θα γνωρίζουν τα θέματα του νομού, θα αντιλαμβάνονται τις ανάγκες των κατοίκων και θα αγωνιστούν για το συνολικό και όχι για το ατομικό συμφέρον.
panagopg@gmail.com